Στα καλοκαιρινά βράδια και απόβραδα της εφηβείας, στην παραλία με τις σκισμένες σου αρβύλες, άκουγες Chameleons με ακουστικά σε γουόκμαν και CD player και «ταξίδευες» με τα "Second Skin", "Monkeyland" κτλ. ανάμεσα στους Cure, τους Joy Division και τους Sound, όσο ανέμενες την επιστροφή στην πόλη για τις συναυλίες και τα club.
Είναι μια εποχή που έχει περάσει, ανεπιστρεπτί. Όπως και η εποχή της british mania για το ελληνικό indie κοινό, της μεγάλης αγάπης για το Μάντσεστερ, όπως και η γοτθική εποχή με τις κοπελιές με τα βαψίματα και τα μαύρα. Αυτό όμως που δεν θα περάσει ποτέ, είναι η αυθεντικότητα που υπήρχε σε εκείνους τους ήχους και τις μελωδίες· στοιχείο που όχι μόνο σε κάνει να ξανανιώνεις, μα κάποιες μέρες σου χρειάζεται πλέον πιο πολύ από ποτέ.
Πρώτα απ' όλα, ένα τεράστιο μπράβο στη Death Disco. Η συναυλία των ChameleonsVox ανακοινώθηκε ως sold-out 2 μέρες πριν. Ενώ όμως περίμενες κάτι τέτοιο να σημαίνει πως θα είσαι σαν «σαρδέλα» και δεν θα ευχαριστηθείς τίποτα, βρεθήκαμε σε έναν χώρο όπου μπορούσαμε να κινηθούμε και να χορέψουμε άνετα. Κάτι εκπληκτικό για τα ελληνικά δεδομένα, αναλογιζόμενοι τι έχουμε περάσει στο παρελθόν, από άλλες διοργανώσεις.
Την προηγούμενη φορά που είχα δει τους ChameleonsVox, δεν ήταν τόσο καλοί κατά τη γνώμη μου. Νομίζω όμως ότι και γενικά ο κόσμος, δεν περίμενε από εκείνους ότι θα έκαναν μια πραγματικά σπουδαία εμφάνιση. Στάθηκε μια μεγάλη έκπληξη, που δεν περιμέναμε με τίποτα. Όμως στη Death Disco απέδειξαν όχι μόνο ότι έχουν λόγο ύπαρξης, αλλά ότι έχουν και σημαντικά πράγματα να πουν σήμερα. Το χαμόγελο εξάλλου του Mark Burgess, το πνεύμα και η δυναμική τους, είναι μάθημα ζωής στο σανίδι.
Ξεκίνησαν με "Don't Fall" και μας χτύπησαν ύστερα απανωτά με "Here Today" και "Monkeyland", κερδίζοντάς μας αυτόματα με τον πολύ ζεστό, χαρακτηριστικό ήχο στις κιθάρες και με τη φωνή βέβαια εκείνη που τόσο αγαπήθηκε και τιμήθηκε σε όλα τα σκοτεινά στέκια, από τους απανταχού φίλους του ανεξάρτητου, εναλλακτικού ήχου. Δεν ξέρω πολλές μπάντες από τα παλιά ικανές να μιλάνε κατευθείαν στην ψυχή σου τόσο απλά και ανάλαφρα, περνώντας σου εικόνες μα και μυρωδιές ακόμα από την εποχή της δόξας τους.
Σε αυτό βοήθησε και και ο καταπληκτικός ήχος που ακούσαμε σε όλη τη διάρκεια του set: ήταν αψεγάδιαστος και βοήθησε να αφοσιωθούμε, μη μπορώντας να ξεκολλήσουμε το βλέμμα από τη σκηνή. Το οποίο set, τώρα, δεν βασίστηκε μόνο στα 13 κομμάτια που είχαν ετοιμάσει για την Αθήνα, μα περιείχε και πάρα πολλές εκπλήξεις: τι "In Shreds", τι "Swamp Thing", τι "Caution" –σε μια πιο σύγχρονη σε νοήματα εκτέλεση– χώρια τα "Perfume", "Less Than Human", "Mad Jack", "Tears", "Soul In Isolation", "In Answer", "I'll Remember", "Second Skin". 2 περίπου ώρες κράτησε σύνολο η συναυλία, με διάλειμμα το πολύ 5 λεπτά ανάμεσα σε όλα τα τραγούδια.
Aυτό που μου έκανε πάντως πιο πολύ εντύπωση, ήταν η συγκλονιστική ερμηνεία του Μark Burgess σχεδόν σε κάθε κομμάτι: έπαιζε με τις λέξεις και τους ήχους, νιώθοντας τον ηλεκτρισμό παντού. Ήταν πραγματικά ένας καταιγισμός μελωδιών, πάθους και δυναμικής, εκ μέρους μίας από τις πιο αδικημένες μπαντες των 1980s, η οποία άφησε σπουδαία παρακαταθήκη στις πιο χρυσές (ή μάλλον γκρίζες, λόγω Μάντσεστερ) σελίδες του post-punk/new wave.
{youtube}6hlM9QKkbHs{/youtube}