Βλέποντας την είδηση της (πρώτης) έλευσης των Phantogram στη χώρα μας, κάποιος θα σκεφτόταν πως μια τέτοια συναυλία θα συγκέντρωνε σύσσωμη την indie και alternative μερίδα των μουσικόφιλων της Αθήνας. Πρόκειται άλλωστε για μπάντα με δεκάδες εκατομμύρια views στα τραγούδια της στο YouTube, της οποίας ορισμένα singles έχουν πρωταγωνιστήσει ακόμα και στα εγχώρια ερτζιανά. Ήταν ωστόσο μια προσδοκία που δεν απαντήθηκε, μιας και το Fuzz –ακόμα και στο peak της βραδιάς– δεν κατάφερε να γεμίσει την αίθουσά του ούτε κατά τα 2/3 της συνολικής του χωρητικότητας.
Η σεμνή τελετή ξεκίνησε με τους «δικούς μας» Someone Who Isn't Me, της Μαριλένας Ορφανού (γνωστής από τις Berlin Brides). Το νέο της συγκρότημα, που το αθηναϊκό κοινό είχε απολαύσει και στο πρόσφατο Plisskën Festival, διαθέτει άκρως ελκυστικό, μελωδικό και απολαυστικό rock ήχο, με λαχταριστές κιθάρες και τα synths-στυλοβάτες στο όλο ηχητικό οικοδόμημα. Παρά τα τεχνικά προβλήματα που αντιμετώπισαν (και που δημιούργησαν ένα τέταρτο αμηχανίας και αρκετά πηγαδάκια στις τάξεις του κοινού), η μπάντα κατάφερε τελικά να κερδίσει τις εντυπώσεις, σε μία ακόμη ζωντανή περίσταση. Αποδεικνύοντας πως τα καλά λόγια που ακούστηκαν μετά το Plisskën μόνο τυχαία δεν ήταν: επιβεβαιώνεται πως οι Someone Who Isn't Me αξίζουν της προσοχής μας.
Το νεοϋορκέζικο ντουέτο ανέβηκε στο σανίδι στις 11 παρά 10 και παρέδωσε ένα live που ικανοποίησε με το παραπάνω τις προσδοκίες όσων τελικά τραβήχτηκαν το βράδυ του Σαββάτου μέχρι το Fuzz για χάρη τους. Το “You're Mine” από τον τελευταίο τους δίσκο έδωσε δυναμική ώθηση στο ξεκίνημα, μπλέκοντας ιδανικά κιθάρες, samples, ηλεκτρονικά beats και τα φωνητικά τερτίπια της Sarah Barthel. Η προώθηση του Three συνεχίστηκε με το "Same Old Blues", μόνο και μόνο για να μας ταξιδέψουν αμέσως μετά στο ΕΡ Nightlife του 2011, με το “Turning Into Stone” (το οποίο στη ζωντανή του εκδοχή έφερνε στο μυαλό Kings Οf Leon για κάποιον λόγο) και το “Don't Move”.
Το “Black Out Days” έφερε στο συναυλιακό μενού την πρώτη οσμή από hit και το κοινό ανταποκρίθηκε δεόντως, με ρυθμικό χειροκρότημα και ενθουσιώδεις αντιδράσεις. Επίσης, η καθόλη τη διάρκεια της βραδιάς αεικίνητη Barthel βρέθηκε να αναφωνεί σε σπαστά ελληνικά τη λέξη «Αθήνα», παρακινώντας τους θεατές να σηκώσουν ακόμα πιο ψηλά τα ντεσιμπέλ των αντιδράσεών τους. Στο τέλος του κομματιού ήρθε και η πρώτη αλληλεπίδραση μεταξύ ημών και της τραγουδίστριας των Phantogram, η οποία ξεστόμισε ένα μικρό λογύδριο, προτού μας ευχαριστήσει για την παρουσία μας. Ο πομπώδης ρυθμός του "Run Run Blood" και το θελκτικό του ρεφρέν συνέχισαν κατόπιν την ανεβαστική διάθεση, παρέα με το “Mouthful Of Diamonds”. Έως ότου έρθουν το “Answer” με το “Destroyer”, να δημιουργήσουν ένα μελαγχολικό σημείο στην κατά τα άλλα εκρηκτική setlist, ρίχνοντας στη βραδιά έναν μελωδικό μανδύα για περίπου ένα δεκάλεπτο.
To Three, που αναμενόμενα είχε την τιμητική του, συνέχισε να εκπροσωπείται με το "Calling All", ενώ το “Howling At The Moon” με τα δυναμικά του κρουστά έβαλε αρκετά κορμιά σε κίνηση, κάτι που το ανέδειξε σε ένα από τα highlights της εμφάνισης των Phantogram. Κάπου εκεί ήρθε και το δεύτερο πιο γνωστό κομμάτι τους, το “Fall In Love”, να ξεσηκώσει για τα καλά τους παρευρισκόμενους, οι οποίοι επεφύλαξαν εξαιρετικά θερμό χειροκρότημα μετά το τέλος του. Πού να ήξεραν ότι αμέσως μετά οι Νεοϋορκέζοι θα έριχναν στην αρένα το πιο δυνατό τους χαρτί, δημιουργώντας παραλήρημα στο κοινό; Το "When I'm Small", με το επαναλαμβανόμενο κιθαριστικό του ριφ και τα άκρως χαρακτηριστικά γυναικεία φωνητικά, ξεκαθάρισε με ευκολία πως θα ήταν ο αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής στη setlist της συναυλίας: οι θεατές τραγούδησαν κάθε στίχο του μαζί με το γκρουπ, το οποίο ύστερα αποχώρησε.
Το encore της βραδιάς ήρθε με τη μορφή 3 ακόμα συνθέσεων, των "Barking Dog", “Cruel World” και “You Don’t Get Me High Anymore”. Με το τελευταίο να κλείνει την εμφάνιση των Phantogram με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αφήνοντας τον κόσμο με χαμόγελα στο πρόσωπο και απόλυτη ικανοποίηση, έστω και αν η εμφάνιση διήρκεσε με το ζόρι 1 ώρα και 15 λεπτά. Η θάλασσα από σηκωμένα χέρια που κουνιόνταν ρυθμικά λίγο πριν το ντουέτο μας αφήσει, είναι ενδεικτική του βαθμού ικανοποίησης, ενώ οι χειραψίες, οι κουβέντες και τα κάθε λογής memorabilia που έδωσαν οι μουσικοί (όπως μπαγκέτες και κιθαριστικές πένες) απέδειξαν τον γήινο και θερμό τους χαρακτήρα, που αποτέλεσε το κερασάκι στην τούρτα.
Για μια βραδιά υποδεέστερη των προσδοκιών από πλευράς προσέλευσης, αλλά άκρως ικανοποιητικής από άποψη απόδοσης και μουσικών επιδόσεων.
{youtube}teG6g1dZf-U{/youtube}