Δύσκολα μπορείς να μιλήσεις για ένα λάιβ σαν κι αυτό των Zu χωρίς να φανείς υπερβολικός. Ακόμα πιο δύσκολα μπορείς να αναπαραστήσεις στο μυαλό σου (κι έπειτα στο κείμενο) τη δυναμική μιας συναυλίας η οποία στήριζε πολλά στο πόσο μέσα στη μουσική έβαζε τον ακροατή και την ακροάτριά του· μια συναυλία, επίσης, που έμοιαζε ένα κι ένα για το υπόγειο του An και η οποία ξεκίνησε με …γκολ απ’ τα αποδυτήρια. Διότι, προτού ακόμα το τρίο από τη Ρώμη εμφανιστεί στο σανίδι, είχε καταφέρει να μας συντονίσει πλήρως μαζί του· το drone που είχαν αφήσει να λουπάρει (νομίζω προερχόμενο από το “Pantokrator”) δεν διασκέδαζε απλώς την αναμονή των περίπου 150 παρευρισκομένων, αλλά μας ευθυγράμμιζε, κάθε κύκλος και περισσότερο, με τις μουσικές συντεταγμένες των Massimo Pupillo (μπάσο), Luca T. Mai (βαρύτονο σαξόφωνο) & Tomas Järmyr (τύμπανα).

075Zu_2.jpg

Περίπου 100 λεπτά αργότερα, κι ενώ η ακοή προσπαθούσε να αποκαταστήσει τα τραύματά της, εμείς προσπαθούσαμε να βρούμε τις λέξεις για να περιγράψουμε τις εντυπώσεις μας· στη θέση τους βρίσκαμε μόνο επιφωνήματα. Τούτο δεν ήταν δείγμα της «λεξικής πενίας της νεολαίας», με την οποία μας ζαλίζουνε διάφοροι, αλλά απόδειξη του πόσο καταιγιστικοί υπήρξανε οι Zu, από το πρώτο σκάσιμο μέχρι το τελευταίο.

Παρότι το set ήταν προμελετημένο μέχρι και την παραμικρή του λεπτομέρεια, οι Zu έμοιαζαν ικανοί να εφεύρουν διαρκώς καινούργιους τρόπους με τους οποίους θα διατηρούσουν τη δυναμική του λάιβ στο κόκκινο. Το καταιγιστικό τεκμαίρεται εκτός των άλλων και από το γεγονός ότι άλλαζαν ρυθμούς, θέματα και ηχητικά περιβάλλοντα με συχνότητα πολυβόλου, μεταβαίνοντας λ.χ. με μια ανάσα από τα κολλημένα ¾ και τα ξεχαρβαλωμένα ριφ σε ένα ξέσπασμα που θα ζήλευαν ακόμα και μπάντες σαν τους Dillinger Escape Plan. Αυτή η ορμή των συνεχών εναλλαγών ήταν, νομίζω, σημείο-κλειδί, καθώς αιχμαλώτιζε την προσοχή σου σε ό,τι συνέβαινε επί σκηνής και τη διατηρούσε εκεί, αμείωτη μέχρι το τέλος.

075Zu_3.jpg

Και είναι περίεργο, γιατί ενώ σε μία μακροκλίμακα όντως άλλαζαν τα πάντα και τα θέματα εναλλάσονταν συνεχώς και με τέτοια ταχύτητα ώστε πολλές φορές ξεχνούσες από πού είχανε ξεκινήσει, εντός των θεμάτων οι Zu χρησιμοποιούσαν την επανάληψη (ενίοτε σε ακραίο βαθμό) για να χτίσουν τη δυναμική τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ομώνυμο κομμάτι της τελευταίας τους δουλειάς, το “Cortar Todo”, το οποίο ενώ στηρίζεται στους σύντομους και επαναλαμβανόμενους κύκλους ενός κολλημένου ρυθμικού, αρχικά σηματοδοτεί το έξω με σύντομες παρεκτροπές ενός και μόνο μέτρου, ενώ στη συνέχεια οδηγείται απολύτως φυσικά στην ανατροπή του, μ’ ένα ξέσπασμα κάπου μεταξύ free jazz και hardcore.   

075Zu_4.jpg

Αυτό το ενδιάμεσο, μοιάζει αρκετά πειστικό για να περιγράψει κανείς τι μέρος του λόγου είναι τέλος πάντων αυτοί οι Zu. Ακούγοντας π.χ. τον Mai και τα ογκώδη φυσήματά του, δεν μπορούσα να μην σκεφτώ πόσο ταιριαστή ήταν εκείνη η συνεργασία με τον Mats Gustafsson, πίσω στο 2005 (στο άλμπουμ How Τo Raise Αn Ox)· αλλά και παρατηρώντας τον Järmyr, γινόταν ηλίου φαεινότερο το πόσο κερδίσουν σε εκρηκτικότητα (ή ωμότητα, όπως το έθεσε ο Pupillo στην πρόσφατη συνομιλία μας –βλ. εδώ), όταν έχουν στις τάξεις τους έναν τόσο ικανό ντράμερ με τόσο καλή κατανόηση του ακραίου ήχου (παρεμπιπτόντως, ο Järmyr μπήκε στη μπάντα μόλις το καλοκαίρι του 2015, αντικαθιστώντας για τις περιοδείες τον απασχολημένο με τους Locust, Gabe Serbian, ο οποίος έπαιξε στις ηχογραφήσεις του Cortar Todo).

075Zu_5.jpg

Ο Σουηδός ντράμερ ήταν γενικώς η αιχμή του δόρατος για τους Zu και νομίζω εντυπωσίασε όσους και όσες τον παρατήρησαν έστω και λίγο προσεκτικά. Είχε βεβαίως την απαραίτητη ορμητικότητα, την εξέφραζε όμως μέσα από μία πολύ λεπτομερή διαλεκτική των εντάσεων μεταξύ του ήρεμου και του εκκωφαντικού, με τα μη προφανή του μετρήματα (παράδειγμα εδώ θα μπορούσε να είναι ένα θαυμάσιο σόλο στις άρσεις που πραγματοποίησε κάπου στη μέση του set), την ακρίβεια στα πυκνά του χτυπήματα και τη χαρακτηριστική άνεση με την οποία έβγαζε ακόμα και τα πιο πολύπλοκα γυρίσματα.

Ο Pupillo, από την άλλη, σπανίως τοποθετούταν με το τυπικό phrasing ενός μπασίστα: χρησιμοποιούσε το μπάσο του περισσότερο σαν μία πολύ πιο ογκώδη ηχητικά ηλεκτρική κιθάρα. Υπήρξε δε στυλοβάτης του οικοδομήματος των Zu, συνθέτοντας επίσης ένα θαυμάσιο χαμηλοσυχνοτικό ντούο με το βαρύτονο του Mai. Χρησιμοποιώντας αρκετές παραμορφώσεις, οι δυο τους έδιναν στα riffs τη χαρακτηριστική τους τραχύτητα, διατηρώντας πάντοτε τη μουσική κοφτερή και τσιτωμένη (θα μου άρεσε παρόλα αυτά να άκουγα τον Mai να παρεκτρέπεται κάπως περισσότερο).

075Zu_6.jpg

Οι Zu παίξανε μπόλικα κομμάτια μέσα από το Cortar Todo, ενώ έκαναν περάσματα και από το Carboniferous του 2009 (π.χ. το “Chthonian” που ακούγεται στο βίντεο παρακάτω) ή το EP με τον χαρακτηριστικό τίτλο Goodnight, Civilization του 2014, με το οποίο και είχαν επιστρέψει μετά τη σύντομη διάλυσή τους. Λίγη σημασία έχει βέβαια η ακριβής setlist· το σημαντικότερο ήταν εκείνο το γράπωμα απ’ το σβέρκο, η ορμητικότητα με την οποία η μουσική σ’ έπαιρνε μαζί της κυριολεκτικά από το πρώτο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο.

Ήταν τέτοια η ένταση που έβγαλαν οι Zu, ώστε μάλλον επικάλυψε τα όσα είχαμε παρακολουθήσει προηγουμένως. Τα οποία είχαν κι αυτά το δικό τους ενδιαφέρον.

075Zu_7.jpg

Η βραδιά στο An είχε ξεκινήσει λίγο μετά τις 10 με τους Krause, μια καινούργια εγχώρια μπάντα η οποία ασκείται σε μία μεθοριακή περιοχή μεταξύ του punk, του noise rock και του σύγχρονου metal. Φάνηκαν καλά διαβασμένοι ως προς τις τοποθετήσεις τους και ικανοί να δώσουν με το παίξιμό τους εκείνη τη συμπυκνωμένη ενέργεια που υπονοείται από τα συμφραζόμενα. Νομίζω ωστόσο πως το παράκαναν λιγάκι, χρησιμοποιώντας χωρίς ιδιαίτερη φειδώ τα εκκωφαντικά ντεσιμπέλ, σε σημείο που οι λεπτομέρειες ορισμένες φορές ισοπεδώνονταν από έναν μασίφ και κάπως υπερβολικά ομογενοποιημένο ήχο.

075Zu_8.jpg

Οι αστερίσκοι δεν έλειψαν ούτε από το (ημίωρο περίπου) σετ του ντούο των Wham Jah. Ένας κιθαρίστας με τη φωνή του, ένας ντράμερ που είναι γνωστός ως κιθαρίστας (στους Lost Bodies) και μαζί ένα κάρο πεταλάκια και εφέ απάρτιζαν τα μέσα, ενώ ο τρόπος τους –παρότι αρκετά δομημένος (π.χ. σε αρκετές φάσεις ο ντράμερ έμπλεκε τα λάιβ παίξιμό του με προηχογραφημένα ρυθμικά)– άφηνε αρκετό χώρο για την ένταση της στιγμής. Ξεκίνησαν ωραία, με σχεδόν ανεπαίσθητες φράσεις, στην πορεία έχτισαν υπομονετικά την ένταση, αργότερα ωστόσο εμφανίστηκαν διάφορα ζητήματα αναφορικά με τη μετέπειτα διαχείρισή της.

Έμοιαζαν δηλαδή να τα κάνουν όλα σωστά προκειμένου να φέρουν τους εαυτούς τους σ’ ένα σημείο δυνητικά άπειρων επιλογών, μόνο και μόνο για να διαλέξουν τον πιο εύκολο από τους πιθανούς δρόμους (π.χ. το να παίζουν τα ίδια θέματα απλώς πιο δυνατά ή να προσπαθούν να διοχετεύσουν την ένταση μέσω κάποιων εκφραστικών βερμπαλισμών, κυρίως του κιθαρίστα). Ήταν ένα ενδιαφέρον set, το οποίο μου άφησε όμως την εντύπωση ότι θα μπορούσε να γίνει πολύ πιο ουσιαστικό απ’ όσο πραγματικά ήταν.

{youtube}DEVYi9p0BSY{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured