Ξεκινώντας με έναν πρόλογο διαφορετικό από τα συνήθη, η διάθεση του υποφαινόμενου δεν στοχεύει στις εποχικές διαθέσεις του ελληνικού κοινού, αλλά σε ομαδοποιήσεις που περικλύουν την ευρύτερη ευρωπαϊκή σφαίρα. Είναι αλήθεια πως το ίντερνετ έχει δημιουργήσει πολλά στραβά στην εποχή μας, με το πιο ξεροκέφαλο από αυτά να παραμένει η αδιαλλαξία μιας μάζας που επιλέγει να απολαμβάνει τη μουσική υπό τις επιταγές της επικαιρότητας. Βέβαια, ως γεγονός, δεν αναιρεί πως πληθώρα αξιόλογων σχημάτων εμφανίζονται σε όλη την ευρωπαϊκή περιφέρεια· αλλά, προσωπικά, έχω αντικρίσει ανθρώπους να ταξιδεύουν για λιγότερο σημαντικά events, τα οποία δεν θα έβλεπε κανείς ακόμη και αν έρχονταν στη διπλανή του πόρτα.
Προς απογοήτευσή μου, δεν κατάφερα να καταφθάσω εγκαίρως στο Gagarin για την εμφάνιση των The Unconfessed, ελέω δυσοίωνης ώρας έναρξης, αλλά και ελάχιστων ωρών ξεκούρασης στο εν λόγω τριήμερο. Ως πρώτη μπάντα σε προσωπικές εντυπώσεις, οι παλαιακοί Disharmony επιδόθηκαν σε δυσώδεις εκφάνσεις αποσύνθεσης, καθόλα πιστής στην αισθητική του 1990s υλικού τους. Βέβαια, η αποστολή του συγκερασμού πολυεπίπεδων layers φωνητικών, συνάντησε τις ίδιες δυσκολίες που ελλόχευαν και στις μετοχές των απόκοσμων, ατμοσφαιρικών τους πλήκτρων. Ο μέτριος ήχος υποσκέλισε κοινώς τις πολύπλευρες πτυχές τους, έστω κι αν η απόδοση του "The Gate Οf Deeper Sleep" άγγιξε momentum σπάνιο στις εντυπώσεις της βραδιάς.
Οι Chaosbaphomet διέπρεψαν χάριν της βαραθρώδους ζύμωσης ετών ζοφερής εμπειρίας, τόσο υπό την οπτική του R.W.Draconium, όσο και λόγω του Ιαπετού 666. Η σκηνική τους επιβολή σύμπλεξε στοχευμένα το κλασικότροπο Tatir στοιχείο, με τάσεις πυγμής που αντιστοιχούν περισσότερο σε αιματηρές εκφάνσεις και στην Unholy Archangel περσόνα του Ιαπετού. Παρά τις ορμητικές τους στιγμές, ωστόσο, η άπταιστη προετοιμασία τους επικύρωσε μια καλοπροβαρισμένη παρουσία, τόσο σε εκτελεστικό, όσο και σε μυστηριακό επίπεδο. Δεν υπήρξε άλλωστε συγκρότημα που να απογοήτευσε στο δεύτερο Lord Of The Void, έστω κι αν τα όποια highlights αντικρούουν ασύμβατα υποκειμενικά κριτήρια.
Oυδέποτε υπήρξα μεγάλος οπαδός της περίπτωσης των Kawir, μιας και αποφεύγω τις απανταχού φολκλόρ αισθητικές, σε συγκερασμό με πάλλευκες, αρχαιοελληνικές εκφάνσεις. Αν θα έπρεπε να διαλέξω δηλαδή περί της αρχαϊκής κουλτούρας του λαού μας, ανέκαθεν εκφραζόμουν ευδιάκριτα μέσα από τις ανοδείδωτες πανοπλίες των Nocternity και την αιγίδα του –modern classic, πλέον– Onyx (2003). Δεν είναι περίεργο, κοινώς, που ως αγαπημένο άλμπουμ των Kawir θα επέλεγα το Ισόθεος (2012), μιας και κάθε προηγούμενος δίσκος τους φέρει στοιχεία που διασπούν την αισθητική σε διφορούμενη κλίμακα.
Παρόλα αυτά, η ζωντανή ενσάρκωση των Kawir εξέπληξε ευχάριστα, μιας και το αρχαϊκό στοιχείο προσδόθηκε δίχως καμία δόση υπερβολής. Ο «γιδοβοσκός» Porphyrion επιτέλεσε εύστοχα τον ρόλο του, σε συνδυασμό με τον επιβλητικό σάτυρο Pandion, ο οποίος υπερενίσχυσε κραταιά τον επικοινωνιακό χαρακτήρα τους. Η δε θεατρικότητα παρέμεινε στοιχείο σε πλήρη συνοχή μέχρι την τελική λήξη του set τους, υποστηρίζοντας τα πνευστά με πινελιές αραιής στάχτης σε έναν κιτρινισμένο καμβά. Οι Kawir δεν ξεχνούν κοινώς το παρελθόν, αλλά συνάμα δεν μένουν και προσκολλημένοι εκεί –μια προσέγγιση πιο ισορροπημένη, που διαφαίνεται δισκογραφικά από την περίοδο του ΕΡ To Uranus (2010).
Οι Ιταλοί Mortuary Drape, όντας το κυρίως όνομα της βραδιάς, έμελλε να εμφανιστούν ενώπιον ενός ακροατηρίου αποδεκατισμένου από την κόπωση μιας γεμάτης μέρας. Δεν είναι τυχαίο, ούτε κι ιδιαίτερα μεμπτό, πως τα βλέφαρά μας κατέβαζαν ρολά σταδιακά, έστω κι αν η τελετουργική τους προετοιμασία στάθηκε άριστη, σε κάθε πτυχή του σχεδιασμού της. Ο Wildness Perversion, όντας ιδρυτής και μπροστάρης του τωρινού σχηματισμού τους, παρέδωσε επικυρίαρχη αυτοπεποίθηση πίσω από ένα «βήμα»-προάγγελο της μανίας των μελών. Δεδομένου μάλιστα του άριστου ήχου, ο οποίος διογκώθηκε βαθμιαία σε δυναμισμό, δεν θα ήταν υπερβολή αν τους χαρακτηρίζαμε ως την αντικειμενικά καλύτερη μπάντα της Lords Οf Τhe Void II αναμέτρησης.
Παρόλα αυτά, η περιγραφείσα τέρψη δεν κυμάνθηκε σε ύψη παρόμοια της παρουσίας των Varathron, οι οποίοι φάνταζαν οι ουσιαστικοί headliners της βραδιάς. Δεν θα σας κρύψω πως το υποκειμενικό στοιχείο ενισχύεται σε εντυπώσεις, παρότι οι αγαπητοί Βορειοελλαδίτες αντιμετώπισαν προβλήματα στον ήχο, με κιθαριστικά σημεία τους να χάνονται σε πολλά στιγμιότυπα της εμφάνισης. Παράλληλα, όμως, δεν παραβλέπεται και ο καταλύτης μιας έκπληξης ασύγκριτα ισχυρής, παρά τις αναμενόμενες προειδοποιήσεις. Σε βαθμό που αναλογίζεται ως το διαμετρικά αντίθετο παράδειγμα της προ 11ετίας επίσκεψής τους στο An Club.
Προφανώς, αναφέρομαι σε μία από τις σπάνιες επισκέψεις των Varathron στα μισά των 2000s, όταν και έδωσαν μια εκνευριστικά κακή συναυλία στο πλευρό των Ιρλανδών Primordial. Αντί όμως μιας άλλοτε καταπονημένης παρουσίας, ο «Νεκροστέφανος» έκλεισε στόματα και φίμωσε κακές γλώσσες, οργώνοντας παθιασμένα τη σκηνή, με την ορμή τριαξονικού φορτηγού. Οι δε φωνητικές του επιδόσεις κυμάνθηκαν σε σαφώς ανώτερο επίπεδο του 2000s παρελθόντος, δίχως να προσπερνούν συνάμα την επιθυμητή 1990s εσάνς τυρίλας. Δεν είναι τυχαίο, δηλαδή, που ιδιαίτερη στιγμή του set των Kawir αποτέλεσε η συμμετοχή του στην εκτέλεση του "Sinn (The Blazing Queen)" –περίοδος στην οποία ήταν και τραγουδιστής του συγκροτήματος.
Τα μέλη, από την πλευρά τους, στάθηκαν επάξια στην απόδοση του υλικού. Είναι αλήθεια βέβαια πως όταν αποδίδεις υλικό αντάξιου των "The Tressrising Οf Nyarlathotep", "Birthrise Οf Τhe Graven Image", "Son Οf Τhe Moon (Act II)" και "Genesis Οf Apocryphal Desire", οφείλεις να βυθιστείς στην ανάλογη αισθητική που τα περιβάλλει. Ζυμώνοντας μεθοδικά τη χημεία τους, λοιπόν, το τωρινό line-up των Varathron φάνταζε ουσιώδες σε ρόλο, ενισχύοντας εύστοχα και δίχως τυχόν νοθείες πάμπολλες πτυχές του πεπαλαιωμένου στοιχείου. Ο Stefan Necroabyssious προέβη λοιπόν σοφά στις επιλογές του, οι οποίες φαντάζουν διακριτά ικανές: τόσο χάριν έτερων ασχολιών, όσο και φανταστικών side-offering έργων.
Το κείμενο, λοιπόν, κλείνει όπως ξεκίνησε, διότι το Lords Of The Void II παρουσίασε εορταστικό χαρακτήρα. Σπάνια τυγχάνουν ανάλογα events στην ευρωπαϊκή σφαίρα, κάτι που το κοινό δεν αντιλήφθηκε, έστω κι αν συνηγόρησε με τη συμμετοχή του στο "Descent Οf Α Prophetic Vision" μέχρι και ο Θέμης Τόλης των Rotting Christ. Η ελληνική σκηνή ήταν ανέκαθεν ιδιαίτερη, αλλά και λίγο απομονωμένη από την υπόλοιπη Ευρώπη, σε σημείο που δεν φαντάζει περίεργο πως λίγοι ξένοι επισκέπτες εθεάθηκαν ανάμεσα στο κοινό. Μόνο δηλαδή οι ...Watain, μαζί με μερικούς ακόμη, απόλαυσαν τη βραδιά στο Gagarin, προσδίδοντας μια πικάντικη δόση αλατοπίπερου σε συναφείς συζητήσεις.
{youtube}QhmZgnJb61U{/youtube}