Σ' ένα μηχανικό κοίταγμα του news feed στο Facebook, ημέρα δεύτερη του νέου έτους, έπεσα πάνω σε μια είδηση που και προσωπικό κόλλημα αφορούσε, μα και πρωτότυπη ήταν: η PJ Harvey ανακοίνωσε, μέσω της προσωπικής της σελίδας, την έναρξη της ηχογράφησης του νέου –9ου κατά σειρά– δίσκου της. Όμως κι αυτήν τη φορά, το κορίτσι μας θα το έκανε «her way»!
Η ηχογράφηση θα γινόταν λοιπόν live ενώπιον κοινού, σε έναν ειδικό χώρο-installation στις εγκαταστάσεις του ιστορικού Somerset House στο Λονδίνο. Εκεί, από τα μέσα Γενάρη και για 20 περίπου μέρες, το κοινό θα είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει την όλη διαδικασία μέσα από one-way glass (ναι, σαν αυτό που βλέπεις στις αστυνομικές ταινίες!), στην οποία δόθηκε ο τίτλος «Recording in Progress».
Φυσικά η ανάρτηση κυκλοφόρησε (σας τη μετέφεραν τότε, εγκαίρως, και τα νέα του Avopolis) και σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως από τους μουσικόφιλους, με τους απαραίτητους ευσεβείς πόθους τύπου «α ρε και να παίρναμε τώρα ένα αεροπλανάκι να πεταγόμασταν να το δούμε όλο αυτό από κοντά». Για να μην σας αρχίσω όμως τις παροιμίες και τα τσιτάτα για τους Κοέλιους, την τύχη που δουλεύει όσο κοιμάσαι και τα σχετικά, εντός λίγων ωρών εξαντλήθηκαν όλα τα διαθέσιμα εισιτήρια, για όλες τις ημέρες που θα κρατούσε το Recording in Progress. Εμείς όμως είχαμε πια στο χέρι το πολύτιμο χαρτάκι που έγραφε «booked for February 10, 3 p.m.».
Έτσι, εν μέσω εθνικών εξελίξεων που όλοι γνωρίζετε, μπήκαμε σε μια πτήση για «London, baby!» και –μετά το πέρας μιας πρωινής βόλτας στην πολύ λιγότερο κρύα σε σύγκριση με την Αθήνα βρετανική πρωτεύουσα– καταλήξαμε στην όχθη απέναντι από το Somerset House. Ένα ιστορικό κτίριο, μακρόστενο, χτισμένο κατά μήκος της όχθης του Τάμεση, το οποίο επιβίωσε του Αγγλικού Εμφυλίου και έχει στεγάσει, εδώ και 3 αιώνες, υπηρεσίες κρατικές και στρατιωτικές, αλλά και την υψηλή κοινωνία.
Σήμερα το Somerset House στεγάζει κυρίως καλλιτεχνικά δρώμενα (λίγες μέρες μετά την επίσκεψή μας θα ξεκινούσε εκεί η Εβδομάδα Μόδας του Λονδίνου), αλλά και καλλιτεχνικά στούντιο, καθώς και αρχιτεκτονικά γραφεία σαν το Something & Son, το οποίο κι επιμελήθηκε το event της PJ. Σύμφωνα δε με την ίδια, σε μια επεξηγηματική «συνέντευξη» που μοιράστηκε στους παρευρισκόμενους σε μορφή φυλλαδίου από τη διοργανώτρια πολιτιστική εταιρεία Artangel, η «αντήχηση όλης αυτής της ιστορίας, όλης αυτής της ατμόσφαιρας» αποτέλεσε βασικό λόγο επιλογής του συγκεκριμένου χώρου, όταν πλέον σιγουρεύτηκε πως θέλει να μεταφέρει τη νέα ηχογράφηση εκτός συμβατικού στούντιο.
«Μπορείς ν' ακούσεις τον χώρο ηχογράφησης, το δωμάτιο το ίδιο, σε κάθε δίσκο· είναι εκεί, με τη μαγεία του, την ατμόσφαιρά του... Όταν διέσχισα το Σόμερσετ, στην καρδιά της πόλης κι επάνω στην αρτηρία του ποταμού, η ατμόσφαιρά του, ακόμη και η αίσθηση που έπαιρνες στη διαδρομή μέχρι τον χώρο της ηχογράφησης, μ' έκαναν να αισθανθώ όλη αυτήν την ιστορία να με γεμίζει, υποστηρίζοντας την έμπνευσή μου σε ένα άλλο επίπεδο συνειδητότητας. Όλες αυτές οι ιστορίες για τη ζωή και τον θάνατο, για το υγρό στοιχείο, για την κοινωνική καταπίεση... είναι στοιχέια τα οποία με απασχόλησαν και προσωπικά στη δημιουργία του δίσκου».
Μέσα στο Somerset House η βρετανίλα στην ατμόσφαιρα κοβόταν με το μαχαίρι, παρά τον μοντέρνο προσανατολισμό στα σωθικά του. Αυτή όμως η διττή ταυτότητα το έκανε συνάμα πολύ γοητευτικό. Και μιας και αναφέρθηκα στο ευδιάκριτο βρετανικό στοιχείο, από το λεπτό που κατευθυνθήκαμε προς τα εσώτερα, όλοι όσοι συναντήσαμε –σχετικοί και άσχετοι, ιδιαίτερα το προσωπικό που ήταν επιφορτισμένο με την υποδοχή και την τακτοποίησή μας– μπορούσαν να περιγραφούν με τις λέξεις: «ευγένεια», «εξυπηρέτηση», «χαμόγελο». Κυριαρχούσε δηλαδή μια ήρεμη, χαμηλών τόνων τάξη, μια λειτουργικότητα/διαθεσιμότητα που ομολογώ πολύ μου έχει λείψει στην Ελλάδα.
Κατευθυνθήκαμε λοιπόν στη Νέα Πτέρυγα, μέσα από διάφορα σκαλάκια και διαδρόμους, στην είσοδο της οποίας βρισκόταν ένα αρκετά ενδιαφέρον «γλυπτό» από νέον, που απεικόνιζε μια μισάνοιχτη πόρτα. Σε όλη τη διαδρομή, η αναγγελία μέσω αφισών, stands κτλ. του event ήταν παραπάνω από διακριτική –στερώντας έτσι τη χαρά μιας πετυχημένης selfie σε πολύ κόσμο! Προς μεγάλη μου δε απογοήτευση, το ευγενέστατο προσωπικό μας ξαλάφρωσε για τα επόμενα 45 λεπτά από οποιοδήποτε μέσο καταγραφής. Αποδέχθηκα αναγκαστικά τα δεδομένα, έχοντας μάτια ορθάνοιχτα και στυλό/σημειωματάριο στο χέρι. Αργότερα βέβαια, βλέποντας τον ίδιο τον Seamus Murphy μέσα στον χώρο της ηχογράφησης να αποτυπώνει σε κάμερα και σε φωτογραφική τα τεκταινόμενα, κατάλαβα ότι η όλη λογική οδηγούσε στην προετοιμασία κάποιας μορφής ντοκιμαντέρ.
Στη συνέχεια, οι καμιά 30αριά νοματαίοι που είχαμε βρεθεί στο Somerset House εκείνη τη μέρα, οδηγηθήκαμε κοπαδικώς και με ένα απροσδιόριστο αίσθημα απορίας (μα και ενθουσιασμού) σ' έναν σκοτεινό θάλαμο, τη μεγαλύτερη έκταση του οποίου καταλάμβανε ένας δεύτερος, λευκός, γεωμετρικός χώρος –ένα δωμάτιο μέσα σε δωμάτιο, στην κυριολεξία– οι δύο εκ των τεσσάρων πλευρών του οποίου ήταν από τζάμι (μίας όψης, μην ξεχνιόμαστε). Σ' αυτό λοιπόν το ιδιότυπο... ενυδρείο, μόλις τα μάτια μας συνήθισαν την αλλαγή του φωτός, έψαξαν (ολίγον πεινασμένα) για το αγαπημένο «έκθεμα»! Και είδαμε πράγματι, σε απόσταση αναπνοής, εκείνη τη φιγούρα που με έκανε προσωπικά να μπω σε ένα αεροπλάνο και να έρθω στο Λονδίνο να την παρακολουθήσω. Το πιάσαμε το συναίσθημα;
Για τα επόμενα 45 λεπτά, περάσαμε από διάφορα στάδια και από διαθέσεις κυματοειδούς μορφής. Τόσο, ώστε έχω την αίσθηση πως το κορίτσι μας πιο πολύ το έκανε για να παίξει η ίδια με τις έννοιες θεατής, έκθεμα, έκ-θεση, βιτρίνα, παρά για να χαρίσει σε μας μια παράξενη εμπειρία μαζί της. Εξάλλου, από την αρχή ακόμα των σπουδών της στην Καλών Τεχνών, υπήρξε performer –και ως ιδιότητα και από την άποψη του σκοπού. Από την κινητικότητα και από την επανάληψη σε ήχο και στίχους, καταλάβαμε γρήγορα πως μπροστά μας δουλευόταν ένα συγκεκριμένο κομμάτι. Η εξυπηρετικότατη υπεύθυνή μας Anna, με πληροφόρησε μάλιστα αργότερα πως σταθήκαμε πολύ τυχεροί, γιατί το συγκεκριμένο τραγούδι δουλευόταν επί 2-3 εβδομάδες ήδη κι εμείς πετύχαμε τη (σχεδόν) τελική σχηματοποίησή του.
Ναι, αλλά από ποιους;! Γιατί τα αχόρταγα μάτια δεν στάθηκαν μόνο στη μικροκαμωμένη, μαυροντυμένη PJ Harvey («the woman’s hope is dressed in black», τραγουδούσε, παρεμπιπτόντως), η οποία κινούνταν νωχελικά στον ολόλευκο χώρο (λευκοί τοίχοι, λευκό πάτωμα, λευκή μοκέτα, λευκοί καναπέδες). Μπορεί να είχαμε μείνει να χαζογελάμε με ύφος παιδιών που τους πήγες σε παιχνιδότοπο για πρώτη φορά, αναγνωρίσαμε όμως –αραχτό σχεδόν στον έναν καναπέ– τον Flood, καθώς και τον John Parish, που προσπαθούσε να... νουθετήσει την PJ στο ταίριασμα στίχων και μουσικής. Και δεν είναι ότι δεν το περίμενα πως θα τους βλέπαμε κι αυτούς εκεί, είναι πως η όλη εμπειρία ήταν πολύ... κανονική για να είναι αληθινή. Έβλεπες δηλαδή την παραγωγάρα τον Flood, μα συνάμα κι έναν άνθρωπο ύποπτα κανονικού και ήσυχου παρουσιαστικού, με το αγγλικό του πουλοβεράκι, τα γυαλάκια του και το... τσαγάκι του στο χέρι.
Βρίσκονταν όμως κι άλλοι εκεί μέσα, μουσικοί ένας κι ένας. Μπροστά μου για πολλή ώρα, ακριβώς στην πλάτη του Parish και μπροστά από ένα moog, είχα τον James Johnston των Gallon Drunk –όχι, δεν με χάλασε καθόλου! Στο κομμάτι που ακούσαμε έπαιζε βιολί. Κοντά του, ο πολυοργανίστας Terry Edwards (Peaches, Tom Waits, Nick Cave, Siouxsie, Julian Cope κ.ά.) στο σαξόφωνο και στον απέναντι τοίχο ο πιτσιρικάς στην εμφάνιση Alessandro Stefana, ο έτερος «Ιταλός» Enrico Gabrieli, ο Alain Johannes με ένα παράξενο κρουστό, φολκόρ καταγωγής, ανά χείρας (με συνεργασίες από Lanegan και Chris Cornell, μέχρι Dave Grohl και Josh Homme). Κι ανάμεσα στο δάσος των μικροφώνων, ο Kenrick Rowe με τα στιβαρά του ντραμς και τη συνδρομή μερικών ακόμα κρουστών/τυμπάνων. Τη συγκεκριμένη μέρα έλειπε όπως μάθαμε ο Mick Harvey, καθώς οι μουσικοί εναλλάσσονταν.
Όλα αυτά τα… βαριά μουσικά βιογραφικά, συνεργάζονταν εκεί μέσα σε τόνο που ποτέ δεν έχασε την ηπιότητά του· υπομονετικά, σταθερά, και με ό,τι λένε οι μανάδες μας για ευτυχείς συνδυασμούς ανθρώπων: συννενοούνταν με τα μάτια. Τόσο, που σύντομα ξεψαρώσαμε κι εμείς ακόμη περισσότερο και αρχίσαμε αρκετοί να κινούμαστε στον χώρο, ώστε να περιεργαστούμε περισσότερο, να «κλέψουμε» κάποια ακόμα οπτική πληροφορία.
Προσέχοντας λοιπόν περισσότερο τα στοιχεία που συνέθεταν το περιβάλλον, μπορώ να σας πω ότι, εκτός από τα κόκκινα ποτάμια καλωδίων τα οποία διέσχιζαν την ασπρίλα του πατώματος, υπήρχαν και «νησίδες» όπου βρίσκονταν προσεχτικά και πολύ τακτικά τοποθετημένα τα υπόλοιπα όργανα: ανάμεσά τους βέβαια ένας σωρός κιθάρες (μέχρι και μία ολόιδια με εκείνη του Mark Knopfler απ' το Brothers In Arms ξεχώρισα), ένα moog, πλήκτρα, και –σαν έκθεμα κομψό– το zither που μπορεί να θυμάσαι απ' το White Chalk, αλλά κι ένα υπέροχα διακοσμημένο hurdy gurdy και πολλά επιπλέον όργανα παραδοσιακής καταγωγής, που μας μαρτυρούσαν πράγματα για την κατεύθυνση του ήχου στον νέο δίσκο της PJ Harvey.
Ως επιβεβαίωση μάλιστα αυτών των εντυπώσεων, σε ένα μεγάλο άσπρο χειρόγραφο χαρτί στον τοίχο –ανάμεσα σε άλλα σκίτσα και σκαριφήματα της ίδιας της Harvey– διακρίνονταν με κόκκινα γράμματα οι τίτλοι των καινούργιων τραγουδιών. Τους παραθέτω με κάθε επιφύλαξη ότι θα διατηρηθούν έτσι ως το τέλος της ηχογράφησης:
River Anacostia
Medicinals
Chain Οf Keys
Near Τhe Memorials Οf Vietnam Αnd Linkoln
Α Dog Called Money
The Ministry Of Social Affairs
The Age Of The Dollar
The Community Of Hope
Homo Shappy Blues
Ministry Of Defence
A Line In The Sand
Dollar Dollar
I'll Be Waiting
The Orange Monkey
Guilty
Το κορίτσι προφανώς ταξίδεψε, έφτασε μέχρι Αφγανιστάν, και είναι φανερό πως το πάει ακόμη πιο πέρα μετά το Let England Shake. Πιο πέρα και πιο «μέσα», αν μου επιτρέπετε την εντύπωση –περνώντας στις απέναντι ακτές. Το κορίτσι δεν ασχολείται πλέον με τον αλητήριο άντρα που πήρε με κάποιον τρόπο το μάθημά του (όχι ότι ήταν και ποτέ μόνο αυτό το θέμα της): «σοβάρεψε» τις κουβέντες της, βάρυνε τη ματιά της και άφησε τα μαλλιά της να μεγαλώσουν. Σαν νεαρή χήρα αγοριού που πήγε στον πόλεμο και δεν ξαναγύρισε· σαν μια γυναικα που έμεινε πίσω να υπομείνει τις καταστροφές.
Όταν μετά από δοκιμές, επαναλήψεις και μια στιχομυθία σαν υπνωτιστικό spoken word της ίδιας της PJ –ενώ ο ντράμερ «συνομιλούσε» με τον Parish– ακούσαμε τελικά το κομμάτι ολοκληρωμένο, η συγκίνηση ξαφνικά κορυφώθηκε. Ήταν το "Chain Of Keys", συνειδητοποιήσαμε. Και οι στίχοι του, έτσι όπως τους είδα στα αναρτημένα στον ευρύτερο χώρο χειρόγραφα, πάνε κάπως έτσι:
«15 gardens overgrown, 15 houses falling down
Numbers painted on the doors
Posters on the locked church
A circle is broken she said
A key is so simple and so small
How can it mean no hope at all?
A key a promise? Or a wish?
How can it mean such hopelessness»
Eγκατάλειψη; Συμφορά; Πόλεμος; Θα μπορούσε να είναι μια οποιαδήποτε πόλη της Αμερικής ή του υπόλοιπου κόσμου. Θύμιζε από ινδιάνικο ψαλμό μέχρι και στρατιωτικό εμβατήριο, με το αιθέριο παράπονο της PJ Harvey να το διαπερνά. Ένα κομμάτι που σίγουρα δεν ξεχνάς και συνειδητοποιείς πως «μεγαλώνει» μέσα σου.
Στην τελική, θα περιέγραφα τη διαδικασία που παρακολούθησα στο Λονδίνο ως ένα masterclass... γλυπτικής! Διόλου τυχαία, γλυπτική σπούδασε στην Καλών Τεχνών η PJ Harvey. Ίσως λοιπόν γι' αυτό μπορούσε να δώσει μορφή στη δημιουργία της έτσι σιγά-σιγά, νότα τη νότα και στίχο τον στίχο.
Η όλη συγκίνηση άφησε πάντως χώρο και στην παρατήρηση της άψογης εμπορικής οργάνωσης του Recording in Progress event, μιας και υπήρχε ικανό merchandise στην έξοδο, από υπογεγραμμένες αφίσες (σε περιορισμένο αριθμό) μέχρι αντίτυπα των χειρόγραφων σημειώσεων, σε αρκετά τσιμπημένες βέβαια τιμές. Αλλά έτσι δεν είναι αν, σε επίπεδο ανανωρισιμότητας, είσαι για τους χορηγούς σου μια κατηγορία από μόνη σου;
Φωτογραφίες
1,5,7,8: Seamus Murphy
2,3,4,6,9: Σμαρώ Μπότσα
{youtube}u75Qtit-lng{/youtube}