Θριάμβευσαν οι Σουηδοί rockers με τον νοσταλγικό, vintage ήχο τους, γεμίζοντας τόσο το Principal στη Θεσσαλονίκη, όσο και το Gagarin στην Αθήνα. Στέργιος Κοράνας & Στυλιανός Τζιρίτας ήταν οι αντίστοιχοι ανταποκριτές μας –και αμφότεροι συμφωνούν ότι είδαν μια μπάντα σε άνοδο, η οποία κέρδισε άνετα εντυπώσεις και ενθουσιώδη χειροκροτήματα...
Θεσσαλονίκη (Principal), 23/1
του Στέργιου Κοράνα
Παρά τη μικρή διάρκεια ύπαρξής τους σαν συγκρότημα, οι Blues Pills έχουν δημιουργήσει ηχηρό ντόρο γύρω από το όνομά τους. Και όχι άδικα, όπως απέδειξαν το βράδυ της Παρασκευής, σε ένα κατάμεστο παρά την κακοκαιρία Principal. Μικρό μεν σε διάρκεια το λάιβ, αλλά ουσιαστικό –και με ένα support που στάθηκε ισάξια με τους πρωταγωνιστές της βραδιάς.
Η πρώτη ανταπόκριση της χρονιάς (για μένα) έμελλε λοιπόν να αποδειχτεί πολύ δυνατή, τόσο που ανέβασε αρκετά τον πήχη για τις επερχόμενες συναυλίες του 2015. Μάλιστα, παραλίγο να μην πάω κιόλας στους Blues Pills: την απόφαση την πήρα όταν διάβασα τη συνέντευξη που έδωσε η τραγουδίστριά τους Elin Larsson στον συναβοπολίτη Παναγιώτη Λουκά, εδώ.
Support εμφανίστηκαν οι Θεσσαλονικείς Million Hollers, ένα τρίο που αυτοχαρακτηρίζεται ως «blues 'n' roll». Τους είχα ξαναδεί ανά περιστάσεις, αλλά για διάφορους λόγους ποτέ παραπάνω από 10 λεπτά. Αυτή τη φορά, όμως, είδα ολοκληρωμένο 45λεπτο σετ. Έδειχναν καλά προβαρισμένοι, δεν κόλλησαν πουθενά και δεν είχαν σταματημό. Και οι τρεις ήταν υπέροχοι και φάνηκε πάρα πολύ και στον κόσμο, αφού εισέπραξαν ενθουσιώδη χειροκροτήματα –πράγμα που συμβαίνει πολύ λίγες φορές σε support σχήματα. Λίγο πριν τις 11 άφησαν τη σκηνή, ώστε να ετοιμαστεί ο χώρος για τους Blues Pills.
Οι Σουηδοί έχουν φτιάξει πολύ καλό όνομα όσον αφορά τις συναυλίες τους κι αυτό φάνηκε όταν, με το που βγήκαν, ο κόσμος τους αποθέωσε. Ειδικά όταν εμφανίστηκε η Elin Larsson, ανέβηκε αρκετά η ένταση από τα «ζήτω!» (είναι και ωραία γυναίκα, εδώ που τα λέμε). Ξεκίνησαν με το (μάλλον) διασημότερο τραγούδι τους –το “High Class Woman”– και συνέχισαν στον ίδιο ρυθμό, χωρίς να χαμηλώσουν καθόλου τόνους, με μόνο μερικές κουβέντες προς το κοινό ανάμεσα στα κομμάτια, ως είθισται.
Το βασικό σετ ήταν λίγο μικρότερο από 1 ώρα, με ένα 10λεπτο (περίπου) encore. Πρακτικά, μας έπαιξαν ό,τι είχαν και δεν είχαν και τράβηξαν μάλιστα αρκετά παραπάνω κάποια από τα κομμάτια τους, αλλιώς θα ήταν ακόμα μικρότερη η συναυλία. Η όλη αίσθηση που μου άφησαν, ήταν σαν να έβλεπα κάτι στις αρχές της δεκαετίας του 1970: ο ήχος τους, καθώς και η ατμόσφαιρα, έφερνε σε Led Zeppelin και Black Sabbath. Σίγουρα επομένως κάποιοι θα τους αποκαλέσουν «δεινοσαυρικούς», προσωπικά όμως, από τη στιγμή που περνάω καλά σ' ένα λάιβ, ποσώς μ' ενδιαφέρει αν η μουσική δεν είναι και ό,τι πιο πρωτοποριακό υπάρχει. Το βασικό σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να ξέρει η μπάντα να δημιουργεί κλίμα και να ευχαριστεί το κοινό της. Κι αυτό το έκαναν πάρα πολύ καλά.
Κοιλιές δεν έκανε πουθενά το σετ και δεν νομίζω να βαρέθηκε κανείς, αν κρίνω από τον ενθουσιασμό του κοινού. Αντίστοιχα, το ίδιο ευχαριστημένοι έδειχναν κι οι ίδιοι οι Blues Pills, κάτι που φάνηκε κυρίως στη Larsson –η οποία θα έπαιρνα όρκο ότι χαμογελούσε όλο και περισσότερο καθώς περνούσε η ώρα. Στο τέλος μάλιστα, έμεινε για κανένα 10λεπτο και αντάλλασσε χειραψίες με τον κόσμο στις πρώτες σειρές! Προφανώς όσο μας άρεσαν εμάς, άλλο τόσο τους αρέσαμε κι εμείς. Μας υποσχέθηκαν δε πως θα έρθουν ξανά, πολύ σύντομα.
Ο κόσμος ανταποκρίθηκε και με το παραπάνω στο κάλεσμα των Σουηδών. Το Principal γέμισε εντελώς, κάτι που δεν περίμενα για τόσο νεοσύστατο γκρουπ, ειδικά με τις καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στην πόλη την Παρασκευή. Απ' ό,τι φάνηκε, όμως, ο συναυλιακός πυρήνας της Θεσσαλονίκης δεν σταματά σε τίποτα σε ορισμένες περιπτώσεις: είναι η δεύτερη φορά φέτος που, παρά την κακοκαιρία, έγινε χαμός.
Αθήνα (Gagarin), 24/1
του Στυλιανού Τζιρίτα
Είθισται –και έτσι είναι το σωστό– οι ανταποκρίσεις συναυλιών να αποτιμούν μια μπάντα πάνω στο σανίδι και όχι να κάνουν σημειολογία της ίδιας της μουσικής: αυτό γίνεται στις κριτικές δίσκων. Ασχέτως λοιπόν αν καλείσαι να καλύψεις τους Cradle Οf Filth, τις Μέλισσες η τους Lush (πού τους θυμήθηκα τώρα αυτούς;), το ζητούμενο είναι αν έπαιξαν καλά όσα αποτελούν το ηχητικό τους ίχνος. Δεν είναι λοιπόν εδώ ο τόπος για να καταθέσω ότι δεν καταλαβαίνω για ποιον λόγο έχουν κάνει τέτοια επιτυχία οι Blues Pills. Καλή μπάντα, αλλά μπορώ να βάλω και τους Mountain ή τους Humble Pie στα πικάπ και να τη βρούμε όλοι μαζί παρέα. Σημασία πάντως έχει ότι το κοινό ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό (τα ίδια άκουσα και για τη Θεσσαλονίκη) και ότι το διαφαινόμενο sold-out έγινε, χωρίς ευτυχώς να πήξουμε στο Gagarin.
Οι δικοί μας Big Nose Attack, αντιθέτως (οι οποίοι βγήκαν δεύτεροι μετά τους Soundtruck), ναι μεν αφιονίζονται γύρω από τη φωνή του Jack Bruce και ανάβουν καντήλια στον John Lee Hooker, αλλά θες ο Jack White, θες οι Black Keys, τη μυρίζεσαι την πατίνα του καινούργιου στον ήχο τους. Εμφανώς πιο δυναμικοί από την τελευταία φορά που τους είχα δει, με πολύ γεμάτο ήχο, σχεδόν ξεχνούσες αν δεν τους έβλεπες ότι πρόκειται για ντουέτο. Δικαίως καταχειροκροτήθηκαν, αν και κατά τη γνώμη μου το κρεσέντο στο τέλος ήταν πραγματικά αχρείαστο: κόβω το κεφάλι μου ότι αν τελείωναν με μια παράθεση από τα groove ακόρντα με τα οποία φιλοδώρησαν την αίθουσα του Gagarin σε όλη τη διάρκεια του σετ τους, θα έφταναν σε ένα πιο ευθύβολο φινάλε.
Ήταν μια old-time πινελιά που περισσότερο θα ταίριαζε στους προαναφερθέντες Soundtruck, οι οποίοι έτσι κι αλλιώς φέρουν αυτήν την πατίνα, περιφέροντάς την τόσο σε ηχογραφήσεις, όσο και σε συναυλίες –γι' αυτό π.χ. και υπήρξαν απόλυτα επιτυχημένο support act στην εδώ συναυλία των Lynyrd Skynyrd. Ο hard south ήχος τους δεν αντέχει επομένως σε καμία άλλη κριτική, παρά μόνο σε αυτήν που θα διεξαχθεί κάτω από το πρίσμα του fan. Έχω την εντύπωση πως και οι ίδιοι έτσι λειτουργούν σε επίπεδο οράματος, κάτι που φάνηκε και με το απολαυστικό τους βίντεο. Τουτέστιν μπύρα, (hard) rock και σόλα. Και μπορεί να υπερέβαλλαν λίγο στην πόζα, αλλά, πιστέψτε με, κανείς δεν χαλάστηκε.
Το κοινό που είχε κατακλύσει το Gagarin ήθελε έτσι κι άλλως σολίδια. Περίμεναν έτσι με μεσσιανικό σύνδρομο τους Blues Pills και ήξεραν μάλιστα τους στίχους των τραγουδιών απέξω κι ανακατωτά. Οι Σουηδοί, αν και είχαν μάλλον μουντό ήχο (ειδικότερα στις χαμηλές), ανταπεξήλθαν στο κάλεσμα των οπαδών τους με χαρακτηριστική άνεση, αλλά και όρεξη. Ο ντράμερ André Kvarnström είναι λίρα 100, όπως λέμε, και κρατάει ίσως τα πιο σύγχρονα ηνία εκεί μέσα. Το λέω αυτό διότι ο κιθαρίστας Dorian Sorriaux μάλλον θέλει –σε παίξιμο και στυλ– να ανεβεί στη μηχανή του χρόνου και να χαθεί κάπου στο 1969 (άντε '71…). Είναι όμως παίκτης μετρημένος: ακόμα και όταν σολάρει για 64 μέτρα (αληθές) έχει ουσία στο παίξιμό του.
Η δε Elin Larsson άλωσε εντυπώσεις με την Janis Joplin (και ολίγον Stevie Nicks) τοποθέτηση της φωνής της, η οποία, παρ' όλη τη μαζικότητα της κάπνας (δεν ξέρω αν με εννοείτε), δεν πτοήθηκε καθόλου. Η δε στιλπνή ομορφιά της έκλεψε τις καρδιές των μεσόγειων αγοριών, τα οποία μιλούσαν για την ξανθιά αοιδό με πάμπολλους επιθετικούς προσδιορισμούς (δεν ξέρω αν με εννοείτε #2). Το κοινό, αρκετά ετερόκλητο σε επίπεδο ηλικίας αλλά με κοινό παρανομαστή το ροκ και όχι το rawk, διασκέδασε τα μάλα το Σάββατο στο Gagarin: έγινε φανερό, όχι μόνο από τα χειροκροτήματα και τα επιφωνήματα, μα και από τα χαμόγελα στα πρόσωπα που έβλεπες.
Αν και προσωπικά ένιωσα μια αισθητική φορμόλη σε επίπεδο ήχου, αποτελεί γεγονός ότι οι Blues Pills ήρθαν κι έπαιξαν τίμια μπάλα και κέρδησαν τις εντυπώσεις με τα γεμάτα χαρά «geias sas» και «efxaristo Athens», ακριβώς επειδή ζούνε τη στιγμή που βρίσκονται στην άνοδο, άρα –και τηρουμένων των αναλογιών– δαγκώνουν. Αυτό τους το αναγνωρίζω.
{youtube}pz-WBWg04Mg{/youtube}