Δεν πήγαν πολλά πράγματα καλά στη φετινή εμφάνιση των Death In June στη χώρα μας. Το κόλπο, μάλιστα, άρχισε να «στραβώνει» από νωρίς: παρότι ξέραμε από τα δελτία τύπου ως ώρα έναρξης την εννάτη βραδυνή, δεν μας επετράπη η είσοδος στον χώρο παρά μόνο στις 21:45, κι ενώ για αρκετή ώρα έπεφτε δυνατή βροχή. Με την προσέλευση να είναι αρκετά μεγάλη, ευτυχώς που υπήρχε απ’ έξω εκείνο το επιμήκες υπόστεγο...
 
Deatju14_2
 
Ο κόσμος γινόταν ολοένα και περισσότερος όσο πέρναγε η ώρα, δικαιώνοντας την επιλογή της εταιρείας παραγωγής να αλλάξει, λόγω της μεγάλης ζήτησης, τον χώρο διεξαγωγής της συναυλίας. Ενώ όμως πράγματι στη Death Disco δεν θα χωράγαμε με τίποτα, στον μεγάλο και κρύο χώρο του X-Battery Stage της Λεωφόρου Κηφισού φαινόμασταν πολύ λίγοι. Πάντως και την άνεσή μας είχαμε και υπερυψωμένους χώρους για να βλέπουμε ανεμπόδιστοι τη σκηνή.
 
Deatju14_3
 
Στις 22:15 ανέβηκαν στο σανίδι οι Glimmer Void, το εγχώριο neofolk σχήμα που είχε τον ρόλο του support της βραδιάς. Το εξαμελές γκρουπ έπαιξε μόλις 6 κομμάτια (το ένα ακυκλοφόρητο) και νομίζω στάθηκε αξιοπρεπώς. Τους αδίκησε κάπως ο ήχος –ο οποίος δεν ήταν ιδιαίτερα καλός, συνολικά– αλλά και το κοινό, που υπήρξε αγενώς αδιάφορο απέναντί τους. Βέβαια δεν είχαν και οι ίδιοι κάποιο δυνατό χαρτί να καταθέσουν ώστε να αποσπάσουν την προσοχή των παρευρισκομένων, ενώ για μπάντα με 10ετή πια εμπειρία τους ένιωσα αρκετά σφιγμένους. Σε κάθε περίπτωση, η εμφάνισή τους, για όσους την πρόσεξαν, και συνάφεια με το κλίμα της βραδιάς είχε και ως «ζέσταμα» λειτούργησε.
 
Deatju14_4
 
Η ώρα των Death In June ήρθε 10 λεπτά μετά τις 23:00, όταν στη σκηνή ανέβηκε ο πληκτράς τους και επιδόθηκε για αρκετή ώρα σε πιανιστικές εξορμήσεις, συνοδεία φωνητικών σαμπλ. Αργότερα σηκώθηκε, φόρεσε λευκή μάσκα και στρατιωτικό πηλίκιο κι έπιασε το ακορντεόν: ήταν σαφές ότι είχε έρθει η ώρα να σκάσει μύτη ο Douglas P. Εν μέσω αλλαλαγμών, με στρατιωτική περιβολή και επίσης λευκή μάσκα, ο γερόλυκος μουσικός κατέβηκε αργά και προσεκτικά τη σκάλα στο πλάι της σκηνής και πήρε θέση πίσω από το μικρόφωνο. Οι δυο τους άρχισαν έπειτα τα πρώτα τραγούδια (“Life Under Siege”, “Leper Lord” κ.ά.), ακορντεόν/φωνή συν κάποια κρουστά χειρός από τον Douglas Pearce, δημιουργώντας ατμόσφαιρα σκοτεινή.
 
Deatju14_5
 
Η πρώτη –και μάλλον μοναδική– πραγματικά υποβλητική στιγμή της βραδιάς ήρθε λίγο αργότερα, όταν προστέθηκε κι ένας ντράμερ στην παρέα: ξαφνικά ο ήχος απέκτησε φονικές διαστάσεις και ο χώρος σαν να μετατράπηκε αίφνης σε αίθουσα απόκρυφων τελετών. Σοκ και δέος ήταν τα συναισθήματα που ανάβλυσαν εκείνες τις στιγμές, επιβεβαιώνοντας προσωρινά τη φήμη του αμφιλεγόμενου που συνοδεύει τους Death In June. Όμως τα πράγματα δεν άργησαν να αλλάξουν ξανά τροπή: ο Pearce έβγαλε τη μάσκα, άρπαξε την ακουστική κιθάρα του και «έδιωξε» τον ακορντεονίστα.
 
Deatju14_6
 
Από εκεί και κάτω, ελάχιστα πράγματα κράτησαν ζωντανό το ενδιαφέρον. Οι ερμηνείες του Pearce υπήρξαν μάλλον διεκπεραιωτικές, ο συνδυασμός «κουτσή κιθάρα/τύμπανα του ξυλοκόπου» ελάχιστα βοήθησε στη διαφοροποίηση του εκάστοτε τραγουδιού από το προηγούμενο και το επόμενο (για την ιστορία ακούστηκαν μεταξύ άλλων τα “Cathedral Of Tears”, “All Pigs Must Die”, “Good Morning Sun”, “She Said Destroy”), ενώ και το κοινό –πέραν κάποιων φανατικών, που ήταν εμφανές ότι την είχαν καταβρεί– έμεινε αρκετά ψύχραιμο. 
 
Ο Pearce έδωσε πάντως περιθώρια για παραγγελιές, αν και ξενέρωσε όταν, μετά την πρώτη καληνύχτα του, το κοινό ζήτησε encore με όχι ιδιαίτερη ζέση. «Με κάνετε να θέλω να πάω για ύπνο», μάς έκανε. Η πλάκα ήταν ότι κι εγώ εκείνη την ώρα το κρεβάτι μου σκεφτόμουν...
 

{youtube}AJ9Y6Zl47Bg{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured