Αναρωτιέμαι, πόσα κουαρτέτα εγχόρδων στον κόσμο αντιμετωπίζονται σαν τις δημοφιλείς ροκ μπάντες; Ή πόσων το ρεπερτόριο είναι μόνιμα γεμάτο από συνθέσεις γραμμένες ειδικά γι' αυτά; Πόσοι μουσικοί καταφέρνουν να μεταπηδούν με τέτοια ευκολία από είδος σε είδος, υποστηρίζοντάς το με τόση δεξιοτεχνία; Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλο από τους Kronos Quartet, με τις περισσότερες από 50 ηχογραφήσεις και τις 800 περίπου αναθέσεις (όπως οι ίδιοι μας είπαν) νέων έργων ή ενορχηστρώσεων. Οι οποίοι, δικαίως, έκλεισαν φέτος 40 χρόνια επιτυχημένης σταδιοδρομίας και το γιόρτασαν δεόντως την περασμένη Πέμπτη στο Gazarte, με ένα εντυπωσιακό πρόγραμμα.
Παρά τις 7 επισκέψεις τους στην Ελλάδα, ο δημιουργός του κουαρτέτου και βιολονίστας David Harrington –με τη σύμπραξη του John Serba στο βιολί, του Hank Dutt στη βιόλα και της Sunny Yang στο βιολοντσέλο– κατόρθωσε να αποφύγει τη σιγουριά της παρουσίασης ενός πρόγραμματος δομημένου πάνω στις κινηματογραφικές τους επιτυχίες (ομολογώ βέβαια, ως μανιώδης των σάουντρακ, πως μου έλειψε αφόρητα η ζωντανή εκτέλεση αποσπασμάτων από το Requiem For A Dream, από το Dracula και από το Heat) ή στις συνθέσεις του Philip Glass (που έχει συνυφάνει το όνομά του μαζί τους). Αντίθετα, παρουσίασαν ένα πολυσυλλεκτικό σετ, αποδεικνύοντας ότι αυτό που τους κάνει μοναδικούς είναι η ασίγαστη αγάπη και η ατρόμητη διάθεση για μουσικούς πειραματισμούς.
Η μυσταγωγία ξεκίνησε με το γραμμένο ειδικά για εκείνους “Death To Kosmische”, της Καναδής παραγωγού ηλεκτρονικής μουσικής Nicole Lizée· για το οποίο επιστρατεύτηκαν επί σκηνής κονσόλες ηλεκτρονικών παιχνιδιών και αναλογικά συνθεσάιζερ όπως το στυλόφωνο και το omnichord. Θεματικά βασισμένο –όπως μας εξήγησε ο Harrington– στη φιλοσοφία του Ζακ Ντεριντά, το κομμάτι προσπάθησε να περιγράψει μουσικά μια θεωρία της Οντολογίας που αναφέρεται σε όσες ιδέες του μέλλοντος έχουν κολλήσει στα φαντάσματα του παρελθόντος. Πειραματισμός που μου θύμισε Γιάννη Ξενάκη, τόσο ενορχηστρωτικά, όσο και συνθετικά.
Στη συνέχεια, ακούστηκε –σε παγκόσμια πρώτη εκτέλεση– η “Χρυσάϊδω”, ένας φόρος τιμής στη Μαρίκα Παπαγκίκα, μία από τις σπουδαιότερες ελληνικές φωνές στην Αμερική κατά τις αρχές του 20ού αιώνα: «the golden voice singer», όπως τη χαρακτήρισε ο Harrington. Η σχεδόν ψυχεδελική διασκευή του Danny Clay θύμιζε σε στιγμές τους Kaleidoscope και μας παρέσυρε μαζί της σε ένα αργόσυρτο σμυρνέικο, άψογα εκτελεσμένο. Κατόπιν, ο θρυλικός τζαζίστας Jelly Roll Morton έγινε για λίγο το πέμπτο μέλος των Kronos, συμπράττοντας με το προηχογραφημένο του πιάνο στο υπέροχα αρχειακό ragtime “Dead Man Blues”, ενώ σε παρόμοιο ύφος αλλά με πιο φρενήρη διάθεση (χάρη στα σολιστικά περάσματα του τσέλου της Yang) κινήθηκε και το “Children’s Hour Of Dream” του Charles Mingus, σε ενορχήστρωση Sy Johnson.
Μία από τις δυνατότερες στιγμές της βραδιάς, αν κρίνω κι από το πώς ξαφνικά πάγωσαν οι ψίθυροι και το κοινό αφέθηκε να ακούει πλήρως υπνωτισμένο, ήταν η εκτέλεση του “The Gift From Salome Dances For Peace”· ένα ακόμη έργο ειδικά για τους Kronos Quartet, αυτή τη φορά από τον μέγα μινιμαλιστή και τακτικό συνθέτη του κουαρτέτου, Terry Riley. Και εδώ οι Kronos κατάφεραν να ισορροπήσουν μέσω απίστευτου συγχρονισμού σε ένα άκρως απαιτητικό κομμάτι γεμάτο υπόκωφα θρηνητικούς, αντιστικτικούς βόμβους και μιμητικά γκλισάντι. Το πρώτο μέρος έκλεισε εξίσου μυσταγωγικά, σε ανατολίτικο ύφος, με το κομμάτι της Ιρανής Sahba Aminikia “Tar O Pood” (“Warp And Weft”) –μια σύνθεση βασισμένη στις αραβικές τεχνικές ύφανσης των χαλιών. Κι έτσι ακριβώς, περίτεχνα και μαγικά, υφάνθηκε και ο ήχος του κουαρτέτου με τον προηχογραφημένο γυναικείο θρήνο στα αραβικά.
Μετά το διάλειμμα, ανακαλύψαμε πως ήμασταν οι τυχεροί που θ' ακούγαμε το νέο κουαρτέτο (No. 7) του Philip Glass σε πρώτη εκτέλεση: εκείνοι, ιδανικοί αποτυπωτές της μουσικής του επιφανούς Αμερικανού συνθέτη· κι εμείς, οι πανευτυχείς ακροατές –αν έλειπαν δε οι ενοχλητικότατοι ήχοι των μπουκαλιών και του πάγου από τα τραπέζια, θα ήμασταν ακόμα πιο ευτυχείς. Στη συνέχεια, επιβεβαιώθηκε και πάλι η ικανότητα των Kronos να μεταπηδούν από το ένα είδος στο άλλο, υποστηρίζοντας με εκπληκτικό τρόπο τις μουσικές παραδόσεις του πλανήτη, όταν ακούσαμε την εμπνευσμένη τους ενορχήστρωση στο παραδοσιακό βιετναμέζικο “Luu Thuy Truong” της Kim Sinh. Πραγματικά, δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι, χρησιμοποιώντας αντί δοξαριού ένα μικρό ξυλάκι (όπως έκανε ο Serba), θα μπορούσες να ξεγελάσεις τόσο το ακροατήριο, ώστε να έχει την αίσθηση πως ακούει ένα παραδοσιακό βιετναμέζικο σχήμα. Εντυπωσιακό!
Ανατολής συνέχεια κατόπιν με το “Groung” του Αρμένιου μοναχού, συνθέτη και μουσικολόγου –τι συνδυασμός!– Komitas, σε διασκευή Mary Kouyoumdjian· κι από εκεί στη Γουϊνέα και στη μίμηση του παραδοσιακού ξυλόφωνου της Fodé Lassana Diabaté στο “Samuel” (σε διασκευή Jacob Garchik). Kλείνοντας, ο Harrington μας κάλεσε να ακούσουμε μαζί το παρελθόν του Dan Becker μέσα από το “Carrying The Past”, ακόμα μία ευρηματικότατη σύνθεση ειδικά γραμμένη για τους Kronos, όπου το παρελθόν του Becker ακούστηκε μέσω προηχoγραφημένων ragtime, τρομπετών των big bands της δεκαετίας του 1920 και περίεργων sci-fi θορύβων, ενώ το κουαρτέτο βρισκόταν σε διαρκή, αντιστικτικό διάλογο μαζί τους, συναγωνιζόμενο τα ρυθμικά σχήματα και τους vintage ήχους. Σίγουρα ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια της βραδιάς.
Το “Pinched” του Ryan Brown –ένα γρήγορο, γεμάτο pizzicati κομμάτι– έφερε και λίγο αέρα από τα calypso της Καραϊβικής, με τον οποίον και οι Kronos επιτέλεσαν το encore της βραδιάς. Παρά τα παρατεταμένα χειροκροτήματα του κοινού, μας καληνύχτισαν οριστικά σ' εκείνο το σημείο, αφήνοντας τις καλύτερες εντυπώσεις.
Κρίμα που το τσουχτερό εισιτήριο –δικαιολογημένο βέβαια με βάση το κασέ ενός τέτοιου σχήματος και τη μικρή χωρητικότητα του γεμάτου Gazarte– εμπόδισε αρκετό κόσμο να απολαύσει ένα από τα λάιβ της χρονιάς. Είμαι όμως σίγουρη πως σύντομα θα ξαναδούμε τους Kronos Quartet στη χώρα μας.
{youtube}1VKn1gtpHHA{/youtube}