Η ιδιάζουσα περίπτωση του David Eugene Edwards και της εναλλακτικής τραγουδοποιίας του είναι κάτι που ταιριάζει στο ελληνικό ακροατήριο. Δεν είναι τυχαίο πως με τους Wovenhand μας έχει ήδη επισκεφθεί τουλάχιστον 3 φορές στα τελευταία 5 χρόνια –χώρια την παλαιότερη εμφάνισή του με τους 16 Horsepower, των οποίων και ηγείτο από τα μέσα των 1990s έως τη διάλυσή τους (2005).
Το (σχετικά) ζεστό βράδυ της Τετάρτης δεν ήταν λοιπόν και λίγοι όσοι φιγουράρανε t-shirts με artwork από τα περασμένα μεγαλεία των 16 Horsepower. Όμως βρίσκονταν όλοι τους εκεί, από τις 8 ακριβώς όταν και άνοιξαν οι πόρτες του Fuzz, για να εισέλθουν πρώτοι· να «πιάσουν κάγκελο» όπως λέγαμε παλιά για όσους την έστηναν –ακόμα και από πρωίας!– έξω από τον χώρο όπου θα εμφανιζόταν ένα πολυαναμενόμενο γκρουπ. Παρ’ όλους πάντως τους σκληροπυρηνικούς fans της παρελθούσας φάσης του Edwards, τα νέα πρόσωπα ήταν πολλά, με μία ελαφρά προπόρευση των θηλυκών fans. Κάτι που θα μπορούσε και να αποδοθεί στο μυστηριώδες, σχεδόν απόκοσμο παρουσιαστικό του.
Μάθαμε από τα παιδιά της εκλεκτής εταιρείας παραγωγής Catch the Soap ότι το προηγούμενο βράδυ στη Θεσσαλονίκη οι Wovenhand μάζεψαν περί τα 500 άτομα, ενώ η προπώληση της Αθήνας είχε ξεπεράσει τα 1000 εισιτήρια. Πρόκειται άλλωστε για γκρουπ που έχει κερδίσει ακριβοδίκαια τον χώρο του στις καρδιές του εγχώριου κοινού, το οποίο –με τη σειρά του– δεν χάνει ποτέ την ευκαιρία να το αποδεικνύει, τιμώντας τους Αμερικανούς με την παρουσία του σε κάθε επίσκεψή τους στη χώρα μας.
20:45 και το Fuzz γεμίζει ολοένα και περισσότερο, μέχρι που στις 21:30 ακριβώς παίρνει τη θέση του στη σκηνή ο Moa Bones, το opening act της βραδιάς. Με εμφανώς εξωστρεφή διάθεση και με κρυστάλλινο ήχο τόσο στην ακουστική του κιθάρα όσο και στη φωνή, ο Δημήτρης Αρώνης «από τα Πατήσια» (όπως μας είπε) ξεκίνησε το μισάωρό του σετ, παρουσιάζοντας κυρίως καινούργια τραγούδια από το επερχόμενό του άλμπουμ. Με ένα αιχμηρό μείγμα φρέσκιας folk και διηγηματικής country, φαίνεται να έχει φτάσει πια στο επίπεδο ενός performer διεθνούς βεληνεκούς: τα σύνορα της χώρας μας μάλλον δεν τον χωράνε πια. Με αρτιότατη τεχνική στο παίξιμό του, με ερμηνεία γεμάτη ένταση και συναίσθημα, με σκηνική παρουσία η οποία γέμιζε το πάλκο παρότι στεκόταν μόνος του και μ' ένα eye-contact πρωτόγνωρο για εγχώριο καλλιτέχνη, ο Moa Bones ξεδίπλωσε τα τραγούδια του σαν να ήταν εκείνος «το όνομα» της βραδιάς.
Περνώντας μόλις από δύο διασκευές –το “Solitary Man” του Neil Diamond, φορτισμένο με αναμνήσεις από «οικογενειακές εκδρομές στην Ελλάδα», αλλά και το “Swimming Song” του Loudon Wainwright του 3ου– το σετ του Moa Bones περιορίστηκε στα νέα κομμάτια, με μοναδικό σταθμό στο ντεμπούτο του Aquarelles (2011) το “Fist Οf Love”· το οποίο και προλόγισε με τη φράση «Χωρίς την αγάπη, ο κόσμος που ζούμε θα ήταν ολέθριος». Τελείωσε ακριβώς στις 22:00, ευχαρίστησε τα παιδιά της CTS και υποκλίθηκε χαμογελώντας, ενώ το κοινό τον αντάμειψε καθ’ όλη τη διάρκεια της εμφάνισής του με φωνές και χειροκροτήματα.
Και αφού έγιναν ύστερα οι κατάλληλες αλλαγές στη σκηνή, καθώς και μερικοί έλεγχοι στο τεχνικό κομμάτι του ήχου, όλα ήταν πλέον έτοιμα για να ανέβουν στη σκηνή οι Wovenhand. Στις 22:30, εμφανίζεται λοιπόν στην τεράστια οθόνη το εικαστικό του φετινού άλμπουμ Refractory Obdurate και 5 λεπτά μετά τα φώτα σβήνουν, προκαλώντας τις επευφημίες των συγκεντρωμένων στο Fuzz.
Ο David Eugene Edwards και η παρέα του από το Ντένβερ του Κολοράντο ανεβαίνουν στη σκηνή υπό το «πέπλο» ενός απόκοσμου ηχητικού drone (συνεχόμενη τονική συχνότητα, συνοδευόμενη από εφέ και άλλους ήχους), και, χωρίς να χάνουν χρόνο, ξεκινούν το πρώτο τραγούδι. Με τον Edwards να ψάλει σε ακατανόητη διάλεκτο, τα πανίσχυρα τύμπανα να δίνουν τον ρυθμό με πολεμική διάθεση και τις κιθάρες να ηχούν τόσο επιβλητικές, ώστε να σε γραπώνουν από τον λαιμό, τούτη η εμφάνιση έμελλε να είναι καταιγιστική. Πομπώδες tempo, κινησιολογία σαγηνευτική εκ μέρους του Edwards, αλλά και ένταση που ξεπερνούσε τα ντεσιμπέλ μιας απλής συναυλίας: οι Wovenhand εισήλθαν δυναμικά –με θράσος, θα έλεγε κανείς– χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν.
Περνώντας χωρίς ούτε μία σχεδόν παύση από κομμάτι σε κομμάτι, οι Αμερικανοί απεδείχθησαν δεμένοι σαν γροθιά, δικαιολογώντας τόσο την προτίμηση του ελληνικού κοινού προς αυτούς, όσο και τις συγκρίσεις που γίνονται με τους έτερους αγαπημένους Swans και το προηγούμενο άλμπουμ τους, The Seer. Ο Edwards ειδικά έμοιαζε σαν δαιμονισμένος σαμάνος που συνομιλεί με αόρατες δυνάμεις, επικαλούμενος πνεύματα και οντότητες από άλλους, παράλληλους κόσμους. Τραγουδώντας κυρίως με εφέ στη φωνή του, και παραπέμποντας σε αλλόφρονα ιεροκήρυκα στην έρημο (σαν τα «μηνύματα [τα] μεταλλικά των μικροφώνων» που λέει κι ένα εγχώριο παλιό τραγούδι), η κύρια συνθετική δύναμη των Wovenhand τους οδηγούσε άλλοτε σε εκστατικά ξεσπάσματα γεμάτα ένταση και ηχητικά ποδοβολητά –με τις κιθάρες να θυμίζουν το ωμό χέβι μέταλ του παρελθόντος και τα τύμπανα να συνεχίζουν τον πολεμικό τους παλμό– κι άλλοτε σε μυστηριακές ατμόσφαιρες, που μόνο εκπλήξεις και περισσότερα ξεσπάσματα προμήνυαν.
Σε μια μόνο στιγμή, ο Edwards πήρε το ιδιότυπο μαντολινοειδές του μπάντζο και κήρυξε «ανακωχή» για μερικές από τις διηγήσεις του, οι οποίες περιλάμβαναν ηπιότερη μουσική συνοδεία. Τα ήσυχα σημεία του σετ δεν κράτησαν πάντως περισσότερο από όσο χρειαζόταν και οι Wovenhand οδηγήθηκαν και πάλι προς δυνατά τραγούδια στο τέλος της εμφάνισής τους, ανασύροντας μάλιστα και συνθέσεις από την περασμένη δισκογραφία τους –όπως τα “Long Horn” και “Kicking Bird”, μα και το αγαπημένο μας “As I Went Out One Morning” για encore (ο Edwards το ερμήνευσε μόνος). Το γκρουπ έδωσε λοιπόν μία πραγματικά μνημειώδη συναυλία διάρκειας περίπου μιάμισης ώρας, αποδεικνύοντας πως δεν εξελίσσεται μονάχα συνθετικά, αλλά και στις ζωντανές του εμφανίσεις.
Η μοναδική εξωστρεφής στιγμή του Edwards ήταν στο τέλος, όταν μας είπε «Ευχαριστώ και ο Θεός να σας ευλογεί». Ως όφειλε, έδωσε το εσώτερο στίγμα του καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς, χωρίς να παραλέιψει και κάτι αντίστοιχο για το κλείσιμο. Με την ψηλόλιγνη παρουσία του να χαιρετά το κοινό που χειροκροτούσε ζητώντας κι άλλο, και την υπόλοιπη μπάντα να γνέφει με ευγνωμοσύνη, το κουαρτέτο χάθηκε στα παρασκήνια· αφήνοντας τον ηχητικό ογκόλιθο που εξαπέλυσε προς το μέρος μας να αντηχεί για κάμποση ώρα στο Fuzz, αλλά και εντός μας.
Το σωτήριον έτος 2014, οι εμφανίσεις των Wovenhand δεν μπορούν μάλλον να περιγραφούν εύκολα ή να συγκριθούν με πολλά ακόμη μουσικά θεάματα. Είναι εμπειρίες ζωής. Είναι απαράμιλλης έντασης και ηχητικής αρτιότητας, μυσταγωγικής ατμόσφαιρας και ασύγκριτου δυναμισμού, και το μόνο που ζητάνε από εμάς είναι η παρουσία και η προσοχή μας. Όλα τα άλλα έρχονται μόνα τους, από κάπου πιο βαθιά. Από μέσα μας. Κι εμείς, το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να αφεθούμε και να ζήσουμε την εμπειρία απνευστί.
Setlist
Hiss
Closer
Maize
Horse Head Fiddle
King O King
Masonic Youth
El-bow
Cosricana Clip
The Refractory
Long Horn
Field Of Hedon
Salome
Good Shepherd
Kicking Bird
Glistening Black
encore
As I Went Out One Morning
{youtube}z3keHUM8-a0{/youtube}