Από την επόμενη μέρα του 9ου Ejekt, οι διοργανωτές μας είχαν προετοιμάσει με την αφίσα ότι το επόμενο θα ήταν κάτι το ξεχωριστό, ως εορταστικό των 10 χρόνων του φεστιβάλ. Με την ευκολία που μας παρέχει το ίντερνετ, αρκετοί εξέφρασαν τις επιθυμίες τους για τα τυχόν συγκροτήματα που θα ήθελαν να έρθουν στο Φάληρο –με κάθε πιθανό και απίθανο όνομα να ακούγεται. Στις αρχές του χρόνου ανακοινώθηκαν οι Kasabian ως κύριο συγκρότημα, ενώ μετά ακολούθησαν οι προσθήκες των Editors και WhiteLies. Το πακετάκι Editors/WhiteLies υπήρχε βέβαια και πάλι στο Ejekt του 2009, ενώ οι Kasabian είχαν έρθει το 2012. Λίγη όμως σημασία είχαν όλα αυτά για τους περίπου 11.000 που βρέθηκαν προχθές στην Πλατεία Νερού...
Brightside
του Παναγιώτη Λουκά
Φέτος υπήρχε και μικρή σκηνή στην Πλατεία Νερού, δεξιά της μεγάλης, στην οποία θα εμφανίζονταν τα δύο ελληνικά συγκροτήματα που ξεχώρισαν στον διαγωνισμό του Red Bull Bedroom Jam: οι Brightside και οι Inconsistencies. Φτάνοντας λίγη ώρα πριν την εμφάνιση των πρώτων διαπίστωσα ότι, για εκείνη την ώρα (6 παρά), υπήρχε πολύς κόσμος. Αρκετοί είχαν πιάσει θέση κοντά στην κεντρική σκηνή, ενώ άλλοι έψαχναν μια σκιά για να προφυλαχθούν από τον ήλιο.
Θέλει λοιπόν «τρέλα» να εμφανιστείς τέτοια ώρα με μακρυμάνικα πουκάμισα, ορισμένα όμως μέλη των Brightside το τόλμησαν! Σε κάποια βέβαια στιγμή του ξέφυγε του ντράμερ ένα σχόλιο για τη ζέστη, πάντως αυτό δεν πτόησε τους Θεσσαλονικείς, οι οποίοι προχώρησαν συστήνοντάς μας το "Get Down" –το τραγούδι που τους έφερε ως το Ejekt– όπως και το πρώτο τους single, το post punk "Where Are The Mods?". Αφού ευχαρίστησαν τους φίλους που ήρθαν να τους δούνε, είχε έρθει η ώρα για να ανοίξει η μεγάλη σκηνή, με τους White Lies...
White Lies
του Παναγιώτη Λουκά
Κάποια στιγμή θα έρθει και η ώρα που θα τους δούμε και ψηλότερα σε ένα ελληνικό φεστιβάλ. Μέχρι τότε, οι White Lies είχαν και πάλι τον άχαρο ρόλο να παίξουν σχετικά νωρίς. Έχω την αίσθηση ότι τα τραγούδια τους είναι περισσότερο για κλειστό χώρο παρά για ανοιχτό φεστιβάλ, και πάλι όμως κατάφεραν να ξεσηκώσουν τον κόσμο. Καθώς μάλιστα τα περισσότερα είναι σύντομης διάρκειας, στη μία ώρα που τους αναλογούσε πρόλαβαν να μας παρουσιάσουν... 12!
Τα άλμπουμ BigTV και ToLooseMyLife… εκπροσωπήθηκαν από 5 τραγούδια το καθένα, ενώ το Ritual με 2. Πρέπει επίσης να ήταν οι White Lies, εάν δεν κάνω λάθος, που μας έκαναν κι ένα κομπλιμέντο για την ποδοσφαιρική μας ομάδα, πράγμα που αναμενόμενα οδήγησε στο ν' ακουσθούν και οι αντίστοιχες ποδοσφαιρικές ιαχές από το κοινό. Οι Βρετανοί μας αποχαιρέτησαν μετά από μία ώρα, πιστεύω ότι δεν θα περάσει πολύς καιρός μέχρι να τους δούμε ξανά.
Inconsistencies
του Παναγιώτη Λουκά
Συνέχεια στη μικρή σκηνή και πάλι, για τους Inconsistencies. Όταν είδα τον Ηλία Μπογδάνο με την ακουστική του κιθάρα να κάνει έναν τελευταίο έλεγχο στον ήχο, ήμουν περίεργος για να ακούσω το στυλ που παίζουν. Λίγο η ένταση ήταν πιο δυνατή από όσο έπρεπε, πάντως το “Sailed Away” μας κέντρισε το ενδιαφέρον, ανάμεσα σε άλλα τραγούδια τα οποία επιβεβαίωσαν τα λεγόμενα του Μπογδάνου σε πρόσφατη συνέντευξη, πως το γκρουπ παίζει ακουστικά με επιρροές από Rise Against, Architects και Underoath. Όσο πέρναγε η ώρα ο κόσμος αυξανόταν, αρκετοί μάλιστα έλεγαν ότι είχαν κολλήσει για αρκετή ώρα στην κίνηση –και εξέφραζαν τη δυσφορία τους για το γεγονός.
Editors
του Παναγιώτη Λουκά
Είχα δει τους Editors πριν από μερικά χρόνια, headliners σε ένα φεστιβάλ. Εάν και γενικά τους περισσότερους headliners τους θυμάμαι μετά από καιρό, θα την πω την αμαρτία μου: από τους Editors δεν μου έμειναν και πολλά, παρότι εκτιμώ τις στούντιο δουλειές τους... Στο Φάληρο άρχισαν με το “Nothing” (που δεν είναι όμως ιδανικό για ξεκίνημα συναυλίας) για να έχουμε λίγο αργότερα ένα τεχνικό θέμα στο “All Sparks”, το οποίο τους ανάγκασε να το παίξουν ακουστικά. Το πρόβλημα διορθώθηκε γρήγορα για να περάσουμε κατόπιν κατά τρόπο δυναμικό στο “An End Has A Start”, σημείο όπου η συναυλία άρχισε να παίρνει τα πάνω της.
Και πάλι, όμως: όταν έχεις τη μαγιά, δηλαδή τραγούδια όπως το “Sugar” για παράδειγμα, θα πρέπει να μπορείς και να τα μετατρέψεις σε ένα sing-a-long κομμάτι που θα ξεσηκώσει μέχρι και τον τελευταίο θεατή. Το “Ten Of Love” στα χέρια των Pearl Jam ή των U2, ας πούμε, θα ήταν το απόλυτο τραγούδι· στη ζωντανή του εκτέλεση προχθές, ακούστηκε ως απλώς καλό. Έκλεισαν με το “Papillon” –με τι άλλο;– το οποίο το τράβηξαν κανένα οκτάλεπτο. Για να είμαι δίκαιος, μου άρεσε η εμφάνιση των Editors στο φετινό Ejekt. Δεν μου έδωσε όμως το κάτι παραπάνω. Κρίνοντας εντούτοις από τις γύρω μου αντιδράσεις, μάλλον βρίσκομαι στη μειοψηφία...
Darkside
του Μιχάλη Τσαντίλα
Μετά τους Editors, οι οποίοι με άφησαν κομματάκι αδιάφορο (ναι, ξέρω, έχω πρόβλημα), οι Darkside ήταν ό,τι έπρεπε. Το ντουέτο των Nicolas Jaar & Dave Harrington εμφανίστηκε στη μικρή σκηνή του φεστιβάλ κι έπαιξε το σετ του σχεδόν κρυμμένο πίσω από παραπετάσματα καπνού, φωτισμένου από λευκά και κόκκινα φώτα. Η μουσική τους διέπεται από μακρόσυρτα ψυχεδελικά «λιμνάσματα», που στήνονται από Pink Floyd-ικές κιθάρες και σύνθια, με ντανσάδικα ξεσπάσματα να δίνουν συνήθως τη λύση.
Σίγουρα αυτό που έκαναν επί σκηνής για 50 περίπου λεπτά ήταν μακριά από το εξωστρεφές κλίμα των ονομάτων που τους περιέβαλλαν στο πρόγραμμα του φετινού Ejekt, όσοι όμως (σχετικά λίγοι) τους παρακολουθήσαμε, ανταμειφθήκαμε, εντοπίζοντας μάλιστα κάμποσες υπερβατικές στιγμές στο σετ. Οι περισσότεροι, πάντως, προτίμησαν να μείνουν στις θέσεις τους μπροστά στη μεγάλη σκηνή· ή να πάνε για ανεφοδιασμό στο μπαρ. Αυτό που θα ακολουθούσε, άλλωστε, απαιτούσε κάτι τέτοιο...
Kasabian
του Μιχάλη Τσαντίλα
Η είσοδος των Kasabian έγινε δεκτή με μεγάλο ενθουσιασμό. Ήταν άλλωστε το όνομα που περίμεναν οι περισσότεροι να δουν προχθές στο Φάληρο. Η προηγούμενη εμφάνισή τους 2 χρόνια πριν (στον ίδιο χώρο) είχε αφήσει τις καλύτερες των εντυπώσεων, οπότε το στοίχημα ήταν να τις επαληθεύσουν. Νομίζω πάντως ότι αυτό δεν συνέβη τελικά, τουλάχιστον όχι απόλυτα...
Δεν είναι ότι δεν έπαιξαν καλά οι Βρετανοί, κάθε άλλο· απλά υπήρχε κάτι αδιόρατο που έμοιαζε να τους κρατάει πίσω. Σίγουρα ο Tom Meighan δεν έδειχνε ιδιαίτερα ορεξάτος, ενώ σε κάποιες στιγμές η φωνή του έμοιαζε να έχει... κόφτη. Αντιθέτως, ο Sergio Pizzorno ήταν αεικίνητος και έκανε ό,τι μπορούσε για να αναπληρώνει τις ελλείψεις του συνεργάτη του. Πέρα από τις διακριτικές παρουσίες των Chris Edwards (μπάσο) και Ian Matthews (τύμπανα), οι οποίοι συμπληρώνουν την επίσημη σύνθεσή τους, οι Kasabian είχαν μαζί τους και τους τρεις έξτρα μουσικούς –σε κιθάρα, πλήκτρα, τρομπέτα– που τους συνοδεύουν στις ζωντανές τους εμφανίσεις τα τελευταία χρόνια, προσθέτοντας πολλά στον ήχο τους. Και φυσικά υπήρχε ένα εντυπωσιακό φωτιστικό σόου, ως κερασάκι στην τούρτα...
Τα γνωστά τραγούδια τους (“Underdog”, “Shoot The Runner”, “The Doberman”, “Where Did All The Love Go?” κλπ.) έγιναν δεκτά με δυνατό τραγούδι και χορό από το κοινό, ενώ οι λίγες επιλογές από τον ολοκαίνουριο δίσκο (“Stevie” και Eez-eh” μεταξύ αυτών) πέρασαν μάλλον στο ντούκου... Λίγο πριν την πρώτη αποχώρησή τους, έκαναν, με το “Fire”, τις χιλιάδες ανθρώπων στην Πλατεία Νερού να πιλαλάνε σαν τα κατσίκια, ενώ το encore με “Switchblade”, “Vlad” και “L.S.F.” δεν κατάφερε να αποκρύψει το γεγονός ότι το σετ τους διήρκεσε 20 ολόκληρα λεπτά λιγότερο από το προγραμματισμένο –άραγε για εξοικονόμηση ενέργειας, ενόψει της εμφάνισής τους στο Glastonbury;
Δύσκολα θα έμεινε κανείς ανικανοποίητος από την εμφάνιση των Kasabian, ωστόσο. Ακόμα και κάποιος –καλή ώρα– που δεν συγκινείται ιδιαίτερα από τη μουσική τους (είπαμε, ξέρω...).
Paul Kalkbrenner
του Μιχάλη Τσαντίλα
Με το που την έκαναν οι Kasabian, ένα τέταρτο μετά τα μεσάνυχτα, ντρέπομαι που θα το πω αλλά ευχαρίστως θα έφευγα χωρίς να δω τον Paul Kalkbrenner... Γιατί ήταν αρκετή η ζέστη παρά τα περασμένα μεσάνυχτα, ενώ η κούραση ξέφευγε πια από τα διαχειρίσιμα όρια. Ευτυχώς, η αρκετή ώρα που χρειάστηκε για να στηθεί ο εξοπλισμός του Γερμανού ηλετρονικάριου έδωσε ευκαιρία για μερικές ανάσες. Οπότε, όταν τελικά ανέβηκε στη σκηνή στη 1 ακριβώς, έγινε δεκτός με έναν σαματά δυσανάλογο του μικρού αριθμού ανθρώπων που παρέμειναν στο Φάληρο.
Για να μας ευχαριστήσει, ο τύπος έκανε αυτό που ξέρει καλά: μάς έβαλε στο... μπλέντερ και μάς χτύπησε αλύπητα! Με house και techno ρυθμούς και με συμμάχους τον ρυθμικό φωτισμό και τις κινούμενες ψηφιακές εικόνες στη γιγαντο-οθόνη πίσω του, ο Kalkbrenner μετέτρεψε την Πλατεία Νερού σε βερολινέζικο κλαμπ· παρά τα τεχνικά προβλήματα που αντιμετώπισε με κάποια τμήματα του εξοπλισμού του, θριάμβευσε. Μάλιστα, αν και ο χορός ήταν ασταμάτητος για μία ώρα και είκοσι λεπτά (με αφορμή, ανάμεσα στα υπόλοιπα, και την τεράστια επιτυχία “Sky And Sand”), ο κόσμος ήθελε κι άλλο –αναγκάζοντάς τον έτσι να παίξει ένα ακόμα κομμάτι. Όμως για τον ταλαίπωρο ανταποκριτή του Avopolis είχε φτάσει πια κάπου εκεί η ώρα της επιστροφής...
{youtube}Er4AuPwzy6w {/youtube}