Μαζεύτηκε αρκετός κόσμος στην Τεχνόπολη για την πρώτη μέρα του φετινού Εν Λευκώ Festival, το οποίο απειλήθηκε κάπως απρόσμενα από τη διπλή μπόρα της Παρασκευής. Όταν πάντως βγήκαν οι Simple Minds, ξεχάστηκε όλη η προγενέστερη αμηχανία: οι Σκοτσέζοι απέδειξαν επί σκηνής τους λόγους που για 6-7 χρόνια έπιασαν υψηλά επίπεδα, όταν μεσουρανούσε το new wave...
Karuan (main stage)
του Βαγγέλη Πούλιου
Πρώτη στάση στον Karuan, καθώς δεν κατάφερα δυστυχώς να προλάβω το σετ των Egg Hell στο 5/25 Stage, με το οποίο ξεκίνησε το φετινό φεστιβάλ του Εν Λευκώ την Παρασκευή. Στο πεδίο «genre» του πληροφοριακού σκέλους της σελίδας του Αυστριακού (κουρδικής καταγωγής) καλλιτέχνη στο Facebook, αναγράφεται: «everything that moves». Στη λογική λοιπόν του «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω», αρκεί μ’ αυτό να δίνεται η αφορμή για κίνηση. Λίγο από ροκ, λίγο από ποπ, από σόουλ, από φανκ, από χιπ-χοπ, με παραπομπές που δείχνουν ακόμα και προς Αραβία μεριά. Όλα καλογυαλισμένα, εκσυγχρονισμένα αρκετά ώστε να απηχούν σ’ έναν κάποιον μοντερνισμό· αλλά και επιμελώς συνδεδεμένα, με μια δεδομένη κεντροευρωπαϊκή ακρίβεια.
Λειτουργικό λοιπόν το όλο παζλ, χωρίς ωστόσο εξάψεις, χωρίς αιχμές ή εκπλήξεις. Και με μία μπάντα η οποία δύσκολα σου προσέφερε το κάτι παραπάνω σε επίπεδο επιτέλεσης –χώρια που ορισμένες φορές πρόθυμα παρέδιδε τα ηνία στα προηχογραφημένα. Υπήρξαν πάντως και κάποιες όμορφες στιγμές, όπως λ.χ. το “Nothing Is Over”, το οποίο ακούστηκε εν μέσω βροχής, με τον (λίγο ακόμα) κόσμο να στριμώχνεται κάτω από ομπρέλες και υπόστεγα. Δεν θα μπορούσαν βεβαίως να έλειπαν και τα δύο πιο αναγνωρίσιμα κομμάτια του Karuan, τα “Reflections Of A Poem” και “Chocolate Distance (Hypnotized)”, τα οποία ακούστηκαν στη σειρά εκεί προς το τέλος.
Wedding Singers (5/25 stage)
του Βαγγέλη Πούλιου
Με το πρόγραμμα να τηρείται απαρεγκλίτως και το τάιμινγκ να είναι ρυθμισμένο σε ακρίβεια λεπτών, σχεδόν μόλις σταμάτησε ο Karuan στην κεντρική σκηνή της Τεχνόπολης, ανέβηκαν οι Wedding Singers στην 5/25· εξηγώντας πως θα μας προσφέρουν ένα σόου που συνήθως διαρκεί 2 με 3 ώρες, συμπιεσμένο σ’ ένα 20λεπτο. Ήταν αν θέλετε ένα ζωντανό mash-up, με διάφορες επιτυχίες από τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 να παίζονται σε μια πολύ βασική εκδοχή (μία γέφυρα, ένα-δυο κουπλέ και ρεφραίν), δίνοντας γρήγορα τη θέση τους στην επόμενη επιλογή.
Υπήρχε επομένως ένα ζήτημα ομογενοποίησης διαφορετικών τραγουδιών, το οποίο οι Wedding Singers προσπέρασαν επιτυχώς. Ομολογουμένως έπαιζαν και τα κομμάτια με ικανή δόση ενέργειας –ενδεικτικά αναφέρω τα “Need You Tonight” από INXS, “Freed From Desire” από Gala ή το “White Horse” των Laid Back. Για ορισμένους τα παραπάνω στάθηκαν αρκετά, αποτελώντας μάλιστα αφορμή για να κουνήσουν ρυθμικά τους γοφούς· για άλλους, πάλι, ήταν αφορμή για διαδοχικά χασμουρητά. Καθείς και τα γούστα του…
Hooverphonic (main stage)
του Ανδρέα Κύρκου
Για λίγο, το ψιλόβροχο της Παρακευής κόντεψε να κρυώσει τη σχέση κόσμου και κεντρικής σκηνής στο Γκάζι, οπότε οι συμπαθέστατοι Hooverphonic επιφορτίστηκαν με το χρέος να ζεστάνουν ένα χλιαρό κοινό, σε έναν χώρο που δεν γέμισε και που είχε μεγάλα κενά. Το συγκρότημα που κάποτε συγκινούσε με τις ποπ ραδιοφωνικές μελωδίες και την trip hop ευαισθησία του παρέδωσε ένα επαγγελματικό, υπολογισμένο και –με άβολο τρόπο– προβλέψιμο σετ. Οι δυο/τρεις αναγνωρίσιμες επιτυχίες τους ήταν και τα εύκολα highlights της βραδιάς.
Το ατυχές είναι πως, πέρα από την ένθερμη συμμετοχή σε κομμάτια όπως το "Mad About You", κανείς απ’ το κοινό δεν πήρε μαζί του φεύγοντας κάποιο από τα τραγούδια του τελευταίου τους δίσκου ή κάτι έξω από τα 3-4 greatest hits των Βέλγων. Και ίσως αυτή να ήταν η λεπτομέρεια που θα έκρινε ως πετυχημένο το λάιβ. Ωστόσο η φιλότιμη Noemie Wolfs κατάφερε και κράτησε πάνω της τα βλέμματα με τον σέξι και κομψό τρόπο με τον οποίον χειρίστηκε τα χέρια και τη φωνή της. Επίπεδο σετ, αλλά χωρίς πουθενά να εκθέτει το σχήμα. Θέλαμε όμως κάτι παραπάνω…
Baby Guru (5/25 stage)
του Βαγγέλη Πούλιου
Ο κόσμος είχε πλέον πυκνώσει στην Τεχνόπολη, τόσο για την εμφάνιση των Hooverphonic που προηγήθηκε των Baby Guru, όσο και για αυτήν των Simple Minds που θα ακολουθούσε. Μπορεί βεβαίως ο ήχος, το ύφος ή το κοινό στο οποίο δυνητικά απευθύνεται το κάθε γκρουπ να έδειχναν (και εν μέρει να ήταν) ασύμβατα, αλλά δεν νομίζω ότι πτοήθηκε κανείς. Σίγουρα όχι το αθηναϊκό τρίο, το οποίο πραγματοποίησε μια πολύ καλή εμφάνιση. Έχοντας κι ένα φρέσκο άλμπουμ στις αποσκευές τους (το Marginalia), οι Baby Guru έδειξαν πως βρίσκονται σε μια αρκετά ενδιαφέρουσα φάση διεύρυνσης των εκφραστικών τους οριζόντων.
Εισάγοντας νέες επιρροές, κοιτώντας προς πιο «τραγουδιστικές» φόρμες κι έχοντας την τάση να αναπτύσσουν περισσότερο τα θέματά τους –αντί απλώς να διαχειρίζονται τις εντάσεις τους– μου φάνηκαν πολύ πιο πλήρεις συγκριτικά με την προηγούμενη φορά που τους τράκαρα (το περσινό καλοκαίρι). Βεβαίως σταθερά, αν και εμπλουτισμένα, τα στοιχεία που διεκδικούν χαρακτήρα «μονιμότητας» στην ιδιοσυγκρασία τους: ο δυναμισμός στα τύμπανα του King Elephant, το διφυές παίξιμο του Sir Kosmische, που συχνά οδηγούσε το πριμαριστό μπάσο του σε «κιθαριστικούς» δρόμους, όπως και ο γενικός ενθουσιασμός στη διαχυτική παρουσία του Prins Obi (πλήκτρα, φωνή). Αν δεν μας τα χαλούσε κι η δεύτερη μπόρα της ημέρας (λίγο μετά την έναρξη του σετ), τα πράγματα θα ήταν σαφώς καλύτερα…
Simple Minds (main stage)
του Ανδρέα Κύρκου
Ο ήχος του ιστορικού συγκροτήματος από τη Σκοτία είναι φτιαγμένος για μεγάλα στάδια και πολυπληθείς αρένες. Φάνηκε άλλωστε ήδη από το εναρκτήριο "Waterfront" το εκτόπισμα που είχαν στoυς καιρούς της δόξας. Τα χρόνια όμως πέρασαν για τη μπάντα του Jim Kerr. Και πέρασαν χωρίς να αφήσουν ένα αστραφτερό μεγαλείο να τους συνοδεύει, απλά προσδίδοντάς τους αξιοπρέπεια. Με την τιμιότητα λοιπόν και με τις καλές τους προθέσεις, οι Simple Minds απέδειξαν την Παρασκευή επί σκηνής τους λόγους που για 6-7 χρόνια έπιασαν υψηλά επίπεδα, όταν μεσουρανούσε το new wave.
Η κατακλείδα; Λίγο αβίαστη ράδιο νοσταλγία για ένα κοινό που άφησε το τρένο του ροκ κάπου στα τέλη του 1990, απολαυστικό sing-a-long κάτω από μια (νέα) απειλητική μπόρα που ποτέ δεν ήρθε, γοητευτικώς αναλλοίωτα φωνητικά τα οποία αγκάλιασαν την Τεχνόπολη και φυσικά τα υπέροχα απλωμένα και ομόκεντρα κιθαριστικά riff, καθώς και οι ηλεκτρονικές γραμμές με τις οποίες διακρίθηκαν οι Σκοτσέζοι. Μαζί όμως και η πικρή διαπίστωση ότι ο στίχος «Someone, somewhere in summertime» μιλάει για άλλα καλοκαίρια, μιας διαφορετικής εποχής· η οποία έχει πλέον φύγει ανεπιστρεπτί.
Όπως και η μουσική γενιά που ανέδειξε τους Simple Minds. Όπως κι εκείνη η αείμνηστη παρέα του Breakfast Club, που χόρευε ανέμελα τα ίδια τα «Λα-λαλαλαλααα-λαλαλαλααα…» του "Don’t You Forget About Me", τα οποία απογείωσαν την πρώτη μέρα ενός αμήχανου φεστιβάλ.
{youtube}PwIKJoKMpG0{/youtube}