Τα 'φερε έτσι η ζωή, ώστε έγινα fan όλων των Nirvana που πέρασαν από την αγγλοσαξονική δισκογραφία. Τη μπάντα βέβαια του Kurt Cobain και του Dave Grohl είχα την τύχη να τη ζήσω (ακόμα θυμάμαι τη μέρα που ενώσαμε χαρτζιλίκια με τον αδερφό μου έξω από το συνοικιακό δισκοπωλείο και συμφωνήσαμε ότι το NeverMind θα μας ανήκει από κοινού), ενώ τη μπάντα του Άλεξ Σπυρόπουλου και του Patrick Campbell-Lyons τη θαύμασα από χρονική απόσταση. Αποδείχθηκε πάντως κι αυτή σχέση διαρκείας· κι έτσι αναπήδησα με (ευχάριστη) έκπληξη βλέποντας ότι ο Campbell-Lyons κατέφτανε αθόρυβα για λάιβ στην Αθήνα, σε μια βραδιά που διοργάνωσε το ψυχεδελικό fanzine TimeMazine. Με εισιτήριο, ας σημειωθεί, το οποίο λάμβανε υπόψιν τους καιρούς (5 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης μπύρας), μα με χρονοδιάγραμμα στην αντίθετη πορεία: δεν γίνεται ρε παιδιά και καθημερινή και το λάιβ να ξεκινάει 23.30, για να τελειώσει 01.00...

Clyons_2

Το πώς φτάσαμε πάντως στις 23.30 δεν το πολυκατάλαβα, καθώς στα decks του After Dark βρισκόταν μια θρυλική μορφή του παλιού μουσικού τύπου, ο Νίκος Κοντογούρης· ο οποίος κι έπαιζε εξαιρετικά, φτιάχνοντας κλίμα εποχής ταιριαστό με τη συναυλία (συνέχισε μάλιστα και μετά το πέρας αυτής, δεχόμενος παραγγελιά Moby Grape από τον ίδιο τον Campbell-Lyons!). Όταν τελικά ξεκίνησαν τα επί σκηνής δρώμενα, συνειδητοποίησα ότι μάλλον δεν είχα καταλάβει καλά το +Friends δίπλα στο όνομα του πρωταγωνιστή της βραδιάς. Γιατί οι Κώστας Στεργίου (πλήκτρα), Σπύρος Βρυώνης (τσέλο) & Άγγελος Κραβαρίτης (κιθάρα) δεν ήταν απλά η μπάντα που θα συνόδευε τον Ιρλανδό, μα και το άτυπο support σχήμα. Επιτέλεσαν τον ρόλο τους στο ακέραιο, καταθέτοντας ενδιαφέρουσες διασκευές σε Doors, George Harrison και Love, ενώ προς το τέλος προστέθηκε στην παρέα τους και η Σοφία Σαρρή, για μια μικρή μα γερή δόση Jefferson Airplane. Ντυμένη με ένα πολύ κολακευτικό λευκό φόρεμα, παρέμεινε κατόπιν στη σκηνή ώστε να συντροφεύσει τον Campbell-Lyons στα δεύτερα φωνητικά. Κάτι που έκανε εξαιρετικά, παρά τη συχνά αμήχανη και ολίγον παράταιρη με τον χαρακτήρα της μουσικής κινησιολογία της.

Clyons_3

Όταν εμφανίστηκε το ιρλανδικό ήμισυ των Nirvana, το After Dark είχε πια γεμίσει όσο έπρεπε: τόσο, δηλαδή, ώστε να πεις πως ήρθε κόσμος –και αρκετός μάλιστα νεαρόκοσμος, ας σημειωθεί– αλλά όχι τόσος ώστε να στριμώχνεσαι και να δυσφορείς. Δημιουργήθηκε έτσι εξ αρχής μια ζεστή, «οικογενειακή» ατμόσφαιρα, στην οποία ο Patrick Campbell-Lyons κούμπωσε αμέσως, από την πρώτη στιγμή που στάθηκε έμπροσθεν του μικροφώνου κι άρχισε να τραγουδά, με τα μάτια κλειστά.

Clyons_4

Εντάξει, ο χρόνος κύλησε και γινόταν αισθητός στη φωνή του: το "Rainbow Chaser" είχε ας πούμε μια σκοτεινιά, δεν ήταν το ανέμελο κομμάτι που ξέρουμε. Όμως μέσα στο όλο παιχνίδι με τον πανδαμάτορα υπήρχε και κάμποση γοητεία. Και ο Campbell-Lyons τη χρησιμοποίησε υπέρ του, ως απόσταγμα που έκανε λ.χ. το "Life Ain't Easy" ένα πολύ πιο πλούσιο τραγούδι, που έδωσε εξτρά πτυχώσεις στο "Pentecost Hotel" και που έφερε μια διαφορετική ματιά (κομματάκι πιο νοσταλγική) στο "Girl In The Park". Αυτό βέβαια πριν τουμπάρει το κομμάτι σε heavy blues στροφές, διαδηλώνοντας την αγάπη του για τους πρώιμους Doors! Συνολικά, ο Campbell-Lyons πραγματοποίησε μια αξιοπρεπέστατη εμφάνιση, με το συγκινησιακό βαρόμετρο να φτάνει ουκ ολίγες φορές στο «κόκκινο»· η καθαρή του άρθρωση, ο γαλήνιος τρόπος με τον οποίον μας μιλούσε και η σπίθα στα μάτια του έπλασαν μια φιγούρα αντάξια αυτής που είχαμε κατά νου. Έστω κι αν στο τέλος του λάιβ αμάρτησε χοντρά, μιλώντας για τον Έλληνα συνοδοιπόρο του «George Spyropoulos»... Το κατάπιαμε μαζικά, σαν να είχαμε συνωμοτήσει από πριν. Αλλά ήταν απαράδεκτο, τι να λέμε τώρα...

Clyons_5

Δεν αρκούν τα λόγια για να περιγραφεί πόσο συνέβαλλαν οι Στεργίου, Βρυώνης, Κραβαρίτης & Σαρρή στο αποτέλεσμα που είδαμε στο After Dark. Στάθηκαν όλοι παραπάνω από θαυμάσια σε ενίοτε δύσκολα τραγούδια, τα οποία χρειάζονταν κι ένα «άγγιγμα εποχής», ώστε να διατηρηθεί ατόφιο το ψυχεδελικό πνεύμα των ύστερων 1960s που τα χαρακτήριζε. Τους αξίζουν λοιπόν θερμά συγχαρητήρια. Στο encore ξανακούσαμε το "Life Ain't Easy" σε μια αντάξια του κυρίως μέρους εκτέλεση, αλλά και το "Rainbow Chaser" να ξαναβρίσκει κάτι από τον παλιό του χαρακτήρα. Ίσως γιατί η δεύτερη εκδοχή του λάμβανε χώρα εν μέσω της ευφορίας μιας επιτυχημένης συναυλίας.   

 

{youtube}AhcFereURCQ{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured