Αναφέρει ορθά το δελτίο τύπου του Borderline Festival πως «οι οριογραμμές του τίτλου παραπέμπουν όχι σε διαχωρισμούς, αλλά σε σημεία συνάντησης διαφόρων κόσμων». Και τούτο όχι μόνον γιατί φιλοξενούνται υπό την ίδια σκέπη καλλιτέχνες με διαφορετικές προσεγγίσεις στα ζητήματα του ήχου ή της αισθητικής του οργάνωσης (της μουσικής), αλλά και επειδή αυτές καθ’ αυτές οι προσεγγίσεις εμπεριέχουν από μόνες τους συγκλίσεις, ζυμώσεις και συναντήσεις.

Οδηγούμαστε λοιπόν στη δύναμη της διάδρασης· στο πώς ένα μέσο μπορεί να λειτουργήσει ερχόμενο σε αντιπαραβολή με ένα άλλο. Ή, καλύτερα, στο πώς μια ιδέα μπορεί να εμπεριέχει τον ήχο και ταυτόχρονα την οπτικοποίησή του. Ίσως κάπως έτσι θα μπορούσαμε (χοντρικά) να βρούμε το κοινό νήμα το οποίο συνέδεε τις τρεις performances της 2ης μέρας του φετινού Borderline. Και αν η τρίτη πρόσθεσε στην εξίσωση την παράμετρο της κίνησης του ανθρώπινου σώματος, οι δύο πρώτες βασίζονταν ακριβώς στο πώς ο ήχος μπορεί να εκφραστεί και ως εικόνα.

Borderline142_2_Marinos_Koutsomixalis1

Εκκίνηση λίγα λεπτά μετά τις 9, με τον Μαρίνο Κουτσομιχάλη. Εδώ, ο ήχος οπτικοποιήθηκε ως κυματομορφή και η οθόνη χωρίστηκε νοητά στη μέση. Στο επάνω μέρος περνούσε η κυματομορφή των μεσαίων και υψηλών συχνοτήτων, στο κάτω εκείνη των μεσαίων και χαμηλών. Μιλάμε βεβαίως για την πιο άμεση (αν όχι και την πιο προφανή) «μετάφραση» ενός ήχου (ή ορθότερα μιας συχνότητας) σε εικόνα, η διάταξη όμως δημιουργούσε από μόνη της ένα ενδιαφέρον παιχνίδι: δύο κυματομορφές, η μία αντικριστά με την άλλη, έτρεχαν με ταχύτητα μετατρεπόμενες σε περιγράμματα φευγαλέων μορφών ή ελλειπτικών σχημάτων. Μορφές και σχήματα δηλαδή που υφίσταντο στα κενά μεταξύ των κυματομορφών (δηλαδή των οπτικοποιήσεων των ηχητικών συχνοτήτων), ίσως ως το πιο χειροπιαστό αποτέλεσμα της σύγκλισης του ηχητικού με το οπτικό.

Borderline142_3_Marinos_Koutsomixalis2

Θα ήταν ενδιαφέρον να γνωρίζαμε σε ποιον βαθμό έφθανε η διάδραση ήχου και εικόνας –το κατά πόσο δηλαδή οι μορφές και τα σχήματα ήταν μέσα στα «προσδοκώμενα» ή απλώς στα «παράπλευρα» οφέλη της απεικόνισης της σύνθεσης. Όποια κι αν ήταν πάντως η αφορμή των δράσεων (ο ήχος ή η εικόνα), η συγκεκριμένη διάταξη της οθόνης σχεδόν προϋπόθετε τη διαχείριση των δύο ομάδων συχνοτήτων ως δύο διακριτές οντότητες. Και νομίζω πως η δουλειά του Κουτσομιχάλη σε αυτό το επίπεδο υπήρξε εξαιρετική. Το πώς άφηνε δηλαδή την καθεμιά από τις συχνοτικές ομάδες να δρα με βάση τη δική της εσωτερική λογική και έπειτα στο πώς διαμόρφωνε τον μεταξύ τους διάλογο. 

Borderline142_4_Theo_Burt1

Γύρω στις 10, ο λόγος πέρασε στην απέναντι πλευρά της σκηνής, όπου βρισκόταν στημένη η «επιφάνεια εργασίας» του Βρετανού TheoBurt. Το σκεπτικό ήταν παρόμοιο, υπό την έννοια ότι και εδώ η ηχητική επιτέλεση εξελισσόταν παράλληλα (ή εξ αιτίας;) της οπτικής απεικόνισης. Η ομοιότητα, βέβαια, σταματάει σε αυτό το γενικό πλάνο, καθώς τόσο η απεικόνιση του ήχου όσο και η υφή ή η λειτουργία του ήταν αρκετά διαφορετικά.

Ο Burt εμφάνιζε τους ήχους ως χρωματιστά μικρά σχήματα, δίνοντας σε κάθε απόχρωση ένα συγκεκριμένο τονικό ύψος (το φωτεινότερο κίτρινο λ.χ. αντιπροσώπευε το πιο έντονο μπάσο). Κι όπως οι ήχοι εμφανίζονταν διαδοχικά ο ένας μετά τον άλλον, έτσι και στην οθόνη σχηματιζόταν σε συνέχειες μια πολύχρωμη παρτιτούρα, τα μέρη της οποίας διαφοροποιούνταν μεταξύ τους σε σχέση με τη διάταξη των αποχρώσεων ή τη διάρκειά τους. Η δε ατάκα των ήχων ήταν αυστηρή, σύντομη και σαφής, ενώ η υφή παρέπεμπε στα πρώτα ευρείας χρήσεως συνθεσάιζερ.

Borderline142_5_Theo_Burt2

Η αλήθεια είναι πως η λογική του Theo Burt έμοιαζε κάπως περιοριστική –συγκεκριμένη η χροιά του ήχου, πεπερασμένοι και οι τρόποι με τους οποίους μπορείς να συνδέσεις όμοια πράγματα κάτω από το ίδιο σκεπτικό. Έβρισκε όμως ειρμό και ένταση, με τις εναλλαγές των χρωματικών αποχρώσεων να είναι γρήγορες και να φτάνουν σε σχεδόν κατακλυσμιαίες κορυφώσεις. Η σιωπή που ακολούθησε έπειτα από μια τέτοια θα ήταν ίσως το ενδεδειγμένο σημείο για τον Burt να κατεβάσει την οθόνη του λάπτοπ του. Ωστόσο συνέχισε, επαναλαμβάνοντας εαυτόν για περίπου 10 με 15 λεπτά.

Borderline142_6_Kasper_T._Toeplitz__Myriam_Gourfink1

Όταν επιστρέψαμε στη μικρή σκηνή της Στέγης μετά από ένα σύντομο διάλειμμα, αντικρίσαμε τον KasperT. Toeplitz και τη χορογράφο MyriamGourfinkνα μας περιμένουν ακίνητοι και ντυμένοι στα μαύρ,α μπροστά από δύο (επίσης μαύρα) τραπέζια. Ο Γαλλοπολωνός συνθέτης είχε μπροστά του δύο λάπτοπ, η Γαλλίδα μια άδεια επιφάνεια πάνω στην οποία θα επιτελούσε τη χορογραφία της. Η σύνθεση που παρακολουθήσαμε λεγόταν “Data_Noise” και το ζήτημα εμπεριείχε κάτι παραπάνω από την παράλληλη ανάπτυξη μιας ηχητικής σύνθεσης και μιας χορογραφίας. H Gourfink είχε πάνω της αισθητήρες οι οποίοι ανίχνευαν την κίνηση και αναλόγως μετέβαλλαν το μέρος του ήχου που μπορούσαν να επηρεάσουν. Η χορογραφία δηλαδή έπαιρνε θέση παρτιτούρας και τα άκρα της Gourfink γίνονταν το όργανο που αναλάμβανε να την ερμηνεύσει. Το είχε θέσει ωραία ο Toeplitz στην πρόσφατη συνέντευξη που μας παραχώρησε, ότι [το "Data_Noise"] «εκτελείται από δύο μουσικούς, απλώς ο ένας από αυτούς συμβαίνει να είναι χορευτής» (ολόκληρο το κείμενο εδώ).

Borderline142_7_Kasper_T._Toeplitz__Myriam_Gourfink2

Ήχος και κίνηση λοιπόν, αλλά και ήχος μέσω της κίνησης. Κάπου εδώ έχει εμφυτευτεί ένα ευφυές οξύμωρο, διότι αυτή η κίνηση ήταν ελάχιστα πιο «κινητική» από την ακινησία. Ομοίως και στη σωματική καταπόνηση που (φαντάζομαι πως) επιβάλλει το τσίτωμα ολόκληρου του σώματος για να παραμείνει «απλώς» σε κατάσταση αδράνειας. Τέτοιες όμως αργές ανάσες, σε συνδυασμό βεβαίως με την υφή των ήχων (αποκλειστική ευθύνη του Toeplitz), προσέδιδαν στο “Data_Noise” μια επιβλητική δυναμική –σαν το εκκωφαντικό που πολλές φορές έχει η σιωπή. Διαγράφηκε έτσι ένας κύκλος με κοινό σημείο έναρξης και τερματισμού (τους δύο να στέκονται ακίνητοι μπροστά στα τραπέζια), μέσα στον οποίον υπήρχε μια εξαιρετική διαχείριση της εσωτερικευμένης αυτής έντασης –με προσεκτικά και καλά ζυγισμένα τα διάφορα στάδια της διοχέτευσής της.

 

{youtube}uFWTn3g0mbU{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured