Στο μικρό διάλειμμα που έκανε την Τρίτη η Fujiko Hemming ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος του ρεσιτάλ της, κρυφάκουσα έναν άλλον θεατή εκεί στο Ίδρυμα Κακογιάννη, ο οποίος διαμαρτυρόταν στην κοπέλα που τον συνόδευε για τα όσα είχαμε μόλις ακούσει –αν μάλιστα δεν κάνω λάθος, έφυγαν πριν την ολοκλήρωση της συναυλίας. Φαίνεται ότι ορισμένοι ακροατές κλασικής μουσικής τρέφουν αντιπάθεια προς τους σολίστες εκείνους που δεν συμπεριφέρονται φρόνιμα και σεβάσμια στα πλήκτρα τους.
Η Hemming, βέβαια, δεν είναι καμιά θεατρίνα. Δεν είναι ας πούμε καθόλου επικοινωνιακή (φάνηκε και από τις αμήχανες ευχαριστίες της στο τέλος, σε ένα μίγμα ιαπωνικών, γερμανικών και ακαταλαβίστικων αγγλικών), ενώ το ντύσιμό της απέχει παρασάγγες από το γνώριμο ατσαλάκωτα επίσημο στιλ των δεξιοτεχνών του κλαβιέ. Κι αν το εκθαμβωτικό κόκκινο κιμονό του πρώτου μέρους έγινε δεκτό ως αναφορά στις ρίζες ή/και ως ένδειξη ευχαρίστησης προς την ιαπωνική πρεσβεία στην Ελλάδα (ήρθε ως προσκεκλημένη της), το ντύσιμο του δεύτερου μέρους σίγουρα σήκωσε αρκετά απορημένα φρύδια, με όλη εκείνη την παρέλαση των ποστίς μαλλιών και των τσιγγάνικων φουλαριών και ριχτών ρούχων. Εν πάση περιπτώσει, δεν πρόκειται να κερδίσεις έτσι τη συμπάθεια του παραδοσιακού κοινού κλασικής μουσικής, με την κάπως πουριτανική αίσθηση της ευπρέπειας που το διακρίνει. Και οπωσδήποτε κάνεις τη ζωή σου ακόμα πιο δύσκολη αν αρχίσεις να παίζεις Ραχμάνινοφ, Ραβέλ και Σοπέν έτσι «ακατάστατα».
Αλλά η δική μου γνώμη είναι ότι η 74χρονη μουσικός με την περιορισμένη ακοή (μόλις 40% της έχει απομείνει, ύστερα από δοκιμασίες με σοβαρές μολύνσεις στα αυτιά) ξέρει πάρα πολύ καλά τι κάνει• ότι συνειδητά σπάει τους τύπους, κάνοντας μια ηχηρή δήλωση για το πώς αντιλαμβάνεται τον πιανίστα. Έτσι δηλαδή όπως επιτίθεται (και το εννοώ μισο-κυριολεκτικά) στα πλήκτρα, όπως αντιστρατεύεται την απαλότητα στις συνθέσεις του Σοπέν και του Λιστ –προτιμώντας ένα πνεύμα πιο διονυσιακό– ή όπως ανοιχτά περιφρονεί τις πιο μακροσκελείς μελωδικές φράσεις, η Hemming μπορεί να οδηγήσει σε εγκεφαλικό τον τυπικό, λεπτολόγο επαγγελματία σολίστ ή όποιον τέλος πάντων ακροατή δίνει βάση στην ακρίβεια των παραδεδομένων και γενικά στα τακτοποιημένα πράγματα.
Είναι όμως ακριβώς αυτή η προσέγγιση που έκανε το σαγόνι πολλών από μας να πέσει την Τρίτη το βράδυ στο Ίδρυμα Κακογιάννη. Στο πιο απίθανο "Nocturne in B flat minor op. 9-1" του Σοπέν που έχω ακούσει• σε έναν θριαμβικό, απόλυτα προσωπικό Λιστ, όπως εκφράστηκε κυρίως στο "La Campanella (Études D' Exécution Transcendante D' Après Paganini S. 141-3)"• σ' ένα εξαιρετικό "Pavane Pour Une Infante Défunte" του Ραβέλ• και πάνω απ' όλα, σε εκείνη την απίστευτη μινιμάλ ανάγνωση στο "Prelude in G major Op. 32-5" του Ραχμάνινοφ. Σε κάθε μία από τις εν λόγω περιπτώσεις, η Hemming μου θύμισε τον Δημήτρη Μητροπάνο: εκείνη δηλαδή την έμφαση που έδινε στον συναισθηματικό χρωματισμό των λέξεων, χάριν της οποίας δεν δίσταζε να μετακινηθεί εκτός παρτιτούρας και δεδομένων μελωδικών γραμμών, ακόμα και να ολισθήσει στην τονική αστάθεια. Με τον ίδιο τρόπο, η Hemming εφορμά στο συναίσθημα, αντιλαμβανόμενη τον πιανίστα όχι ως άρτιο μηχανικό εκτελεστή, μα ως τον μεσάζοντα που πρέπει να επικοινωνήσει το απίθανο, όσα στοιχεία καθιστούν τα (όποια) έργα διαχρονικό αντικείμενο πάθους. Ακόμα κι αν στην πορεία καταστρατηγήσει ό,τι μπορεί να θεωρείται ωδειακώς «σωστό».
Η βραδιά της Τρίτης είχε κόσμο, αλλά όχι τόσο ώστε να γεμίσει το Ίδρυμα Κακογιάννη –παρότι η είσοδος ήταν ελεύθερη (είχε βέβαια και Στραβίνσκι στο Μέγαρο). Το βρήκα κρίμα, γιατί η ιαπωνική πρεσβεία μας έκανε ένα αληθινά ακριβό δώρο. Η αξία του, ωστόσο, ίσως τελικά να κρίνεται ανάλογα με το πόσο μη τυπολατρικά μπορείς να σταθείς απέναντι στη μουσική. Στη δική μου πάντως συνείδηση, μετά τα όσα βίωσα, δεν χωρούν αμφιβολίες: η Fujiko Hemming είναι μια καταπληκτική πιανίστρια.
{youtube}xNzzF0M5hB0{/youtube}