Δεν προλάβαμε την έναρξη της βραδιάς στον Βοτανικό με τους En Route Project, παρότι βρισκόμασταν στην ώρα μας στον χώρο: όσοι περιμένανε μαζί μας στη μακρουλή σειρά έξω από την είσοδο, θα καταλάβουν το γιατί... Όταν τελικά μπήκαμε στο μαγαζί, ξεκινούσε μόλις την εμφάνισή του το δεύτερο support act, ο Kill Emil. Μέλος των Pad Trio (και της γενικότερης παρέας της Beatquick), ξεκίνησε να «χρωματίζει» το κλίμα με τα γνωστά του instrumental hip hop και downbeat άσματα, ενώ μας δόθηκε και η ευκαιρία να ακούσουμε ένα δείγμα από την τελευταία του δουλειά, το Broken EP, στο οποίο τα beats αναμιγνύονται με δάνεια από τη σφαίρα του post-rock. Το ηχογραφημένο αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα απολαυστικό και μεταφέρθηκε ωραιότατα και στη συνθήκη της ζωντανής εμφάνισης.
Όσο ο ωροδείκτης πλησίαζε τις 11, τόσο πλησίαζε και η έναρξη του σετ του Βρετανού πρωταγωνιστή της Παρασκευής. Με ηχητικό εξοπλισμό που μαρτυρούσε ότι θα παρακολουθούσαμε μια full-band εμπειρία, ο Simon Green βγήκε στη σκηνή παρέα με τον ντράμερ του, ενώ σιγά-σιγά έκαναν την εμφάνισή τους και οι υπόλοιποι της παρέας: τουτέστιν ένας κιθαρίστας, ο πληκτράς, ο υπεύθυνος των πνευστών, καθώς και η εντυπωσιακή τραγουδίστρια του σχήματος. Αναλόγως δε με τα τραγούδια, το τελευταίο άλλαζε σύνθεση συνεχώς, με τα μέλη να πηγαινοέρχονται ανά τακτά διαστήματα. Μέχρι και ο ίδιος ο Bonobo μας άφησε κάποια στιγμή, δίνοντας χώρο στον ντράμερ και στον πνευστό της παρέας να δείξουν μερικές από τις παικτικές τους ικανότητες.
Το μεγαλύτερο τμήμα της setlist επικεντρώθηκε στο φετινό Northern Borders, με εννιά συνολικά τραγούδια του να ακούγονται από τα ηχεία του χώρου, ενώ σημαντική παρουσία είχε και το Black Sands του 2010 (έξι επιλογές). Αναμενόμενη επομένως μέχρι ενός σημείου η γκρίνια των παλαιότερων οπαδών του Bonobo, μιας και τελικά χώρεσαν μόλις τρεις συνθέσεις από το απολαυστικό Days To Come (2006), ενώ απουσίασαν παντελώς τα δύο πρώτα άλμπουμ του.
Πάντως, περιθώριο για περισσότερα παράπονα δεν δόθηκε. Ο γεμάτος, πολυεπίπεδος και θελκτικός ήχος δεν άργησε να παρασύρει το κοινό, μαζί βέβαια με το σέξι κλίμα των συνθέσεων του Bonobo, το οποίο συμπληρωνόταν από τη γενικότερη upbeat διάθεση του λάιβ, αλλά και από μια χαμηλών συχνοτήτων επίθεση, που σε σημεία τη χαρακτήριζες και ως «μπασοθεραπεία» (αν και ο στουντιακός ήχος του Bonobo δεν φημίζεται για κάτι τέτοιο). Τα εύσημα αξίζουν επομένως κυρίως στη μπάντα, η οποία κατάφερε και προσάρμοσε τον χαρακτήρα της μουσικής του Green σε έναν συναυλιακό χώρο, οδηγώντας τον κόσμο στον Βοτανικό σε χαλαρό κούνημα του κορμιού παύλα χορευτικό mood. Όταν δε ακούστηκαν οι πιο χαρακτηριστικές στιγμές της δισκογραφίας του Βρετανού, τα χαμόγελα πλημμύριζαν τον χώρο, όπως συνέβη για παράδειγμα στα "Kiara", "Kong" και "Nitelight".
Κάπως έτσι, ο Bonobo επιβεβαίωσε ότι είναι από τις προεξέχουσες φιγούρες της μελωδικής πλευράς της μουσικής που αποκαλούμε «beat driven», δίνοντας ένα λάιβ σόου το οποίο όχι μόνο δεν συμβίβαζε αλλά αντιθέτως επέκτεινε τα στουντιακά του κατορθώματα.
Setlist
Cirrus
Sapphire
Towers
Stay the Same
Kiara
Ten Tigers
Kong
Ketto
Emkay
First Fires
Nitelight
Recurring
We Could Forever
El Toro
Transits
Know You
Encore
The Keeper
Pieces
{youtube}A1hj64V3HcE{/youtube}