Όπως ακριβώς συμβαίνει στη γαστρονομία, συμβαίνει και σε κάθε έκφανση της ανθρώπινης δημιουργίας: τα καλά συστατικά δεν αρκούν για να πετύχει το τελικό δημιούργημα. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μια παράσταση όπου συναντιούνται δύο διαφορετικοί κόσμοι, ο χορός –και δη το φλαμένκο– και η όπερα.

Η αλήθεια βέβαια είναι πως το μενού της Κυριακής ήταν καταπληκτικής κατάρτισης και γεμάτο ίντριγκα: πώς άραγε θα δέσουν μαζί η Carmen του Μπιζέ και το Bolero του Ραβέλ; Αδημονούσαμε κι εμείς μαζί με το κατάμεστο Ηρώδειο (η βραδιά έγινε sold-out), από τη στιγμή ειδικά που είχαμε μια παράσταση σκηνοθετημένη από τον Carlos Saura και συν-χορογραφημένη από τον περίφημο Antonio Gades, το συγκρότημα του οποίου και ανέλαβε την ενσάρκωσή της στην Αθήνα, 30 χρόνια μετά την παγκόσμια πρώτη στο Παρίσι, ενισχυμένο μάλιστα από τον Sergio Bernal –βραβευμένος με Positano ως ο καλύτερος νέος χορευτής για το 2012.  

Carmenn_2

Αλλά η ψυχρολουσία καραδοκούσε με το που έμπαινες στον χώρο, μιας και το Ηρώδειο δεν είχε χρησιμοποιηθεί καθόλου από τους συντελεστές. Αντιθέτως, είχε εξαφανιστεί πίσω από δύο τεράστιους –κυριολεκτικά– σιδερένιους πύργους ηχητικών, οι οποίοι, συν τοις άλλοις, πρόσφεραν (όπως απεδείχθη) μια λαθεμένη οπτική πάνω στον ήχο. Το λιτό κατά τα άλλα σκηνικό θα μπορούσε κάλλιστα να είχε στηθεί είτε στο Βεάκειο, είτε στο θέατρο Βράχων: γιατί να γίνει ο κόπος για το Ηρώδειο, αν δεν υπήρχε πλάνο χρήσης της δικής του ιδιαιτερότητας;

Και η ψυχρολουσία διπλασιάστηκε μόλις χαμήλωσαν τα φώτα και ξεκίνησε η παράσταση –στην ώρα της, ας σημειωθεί. Γιατί καταλάβαμε τότε πως θα βλέπαμε το Bolero ως ηχητική κουρτίνα στο σόλο του πολύ καλού έως εντυπωσιακού Bernal. Και ερωτώ: επειδή πίσω από τον χορευτή (έστω και τον συγκεκριμένο χορευτή) πέφτει το Bolero, θεωρείται αυτό τοποθέτηση πάνω στο κλασικό πόνημα του Ραβέλ; Δεν νομίζω... Διαφορετικά δεν θα ακούγαμε ένα τόσο μικρό απόσπασμα, και μάλιστα δοσμένο με ήχο κουτσουρεμένο στις συχνότητες. Γιατί η performance του Bernal κράτησε μόλις 10 λεπτά. Κι ενώ το κοινό δικαίως χειροκροτούσε τις ικανότητες του λυγερόκορμου Ισπανού, αντίκρισε –θορυβημένο– τα φώτα να ανάβουν: αυτό ήταν το Bolero κι όποιος πρόλαβε, πρόλαβε. Και ο ρόλος του φοβερά προικισμένου και πολλά υποσχόμενου Bernal ήταν ουσιαστικά να αποτελέσει το παγώνι του θιάσου, έναν κράχτη της όλης υπόθεσης, παρά το κερασάκι μιας συνολικά εντυπωσιακής παράστασης.

Carmenn_3

Αλλάζει λοιπόν το σκηνικό και περιμένουμε το σχήμα του Antonio Gades και την Carmen. Αντί όμως για τους γνώριμους από την όπερα του Μπιζέ δρόμους και τα εργοστάσια, εμείς αντικρίσαμε το εσωτερικό μιας σχολής χορού φλαμένκο: μερικοί καθρέπτες μετακινούμενοι και τραπέζια/καρέκλες δεξιά κι αριστερά της σκηνής συνέθεταν το σκηνικό. Είδαμε φυσικά κατόπιν χορό γεμάτο μπρίο, καμία αμφιβολία: εξάλλου το σχήμα που φέρει το όνομα του θρυλικού Gades δεν θα μπορούσε να στέκει σε χαμηλότερο ύψος. Αλλά αν εξαιρέσουμε την καλοδεχούμενη έκφανση της Carmen, η οποία απομακρύνεται από την παραδοσιακή femme fatale ιδιότητά της και διεκδικεί τη θέση της στην κοινωνία μαζί με την ισότητα στον έρωτα (όπως πολύ σωστά επεσήμανε και το πρόγραμμα της παράστασης), το πράγμα σταματούσε κάπου εκεί. Κι έτσι, κάτω από τα τακούνια των χορευτών του θιάσου Gades, χάθηκε τελικά ο μύθος της Carmen όπως τον ανέδειξε το λιμπρέτο που βασίστηκε στο ομότιτλο βιβλίο του πραγματικά υπέροχου (και μη ευρέως γνωστού στην ημεδαπή) Prosper Mérimée –ψάξτε τα διηγήματά του, έχουν εκδοθεί σε πολύ καλή μετάφραση– το οποίο απηχούσε τις κοινωνικές ανακατατάξεις του 18ου αιώνα. Από εκεί και πέρα, η Monica Iglesias ήταν μια φινετσάτη Carmen με άγρια ομορφιά, ενώ, αντίθετα, ο Don Jose του Angel Gil μόνο στη σκηνή της αντιπαράθεσης με τον ταυρομάχο αναδείχθηκε στα μάτια μας ως ισάξιος του έρωτα της πρωταγωνίστριας.

Carmenn_4
 
Ο ηχολήπτης, επίσης, έκανε τα πάντα για μας εκνευρίσει: όταν βάζεις ήχο ξαφνικά ενώ πριν ακούγονταν μονάχα ανάσες και γδούποι στο πάτωμα, πρέπει να είσαι προσεκτικός και με το fade-in, αλλά και με την έντασή του. Ακουγόταν όμως λες και απλώς πάταγε ένα πλήκτρο play, αμολώντας τον ήχο στα αυτιά μας.

Τα χειροκροτήματα στο τέλος της βραδιάς ήταν πυκνά, κάτι όμως που οφειλόταν αποκλειστικά στους χορευτές και στις δυνατότητές τους. Κατά τα λοιπά, το ότι η συγκεκριμένη παράσταση φέρει την υπογραφή του Carlos Saura απογοητεύει, μιας και ο Ισπανός κινηματογραφιστής έχει αφήσει στη μνήμη μας πολλές και δυνατές παρακαταθήκες αναφορικά με το τάνγκο και το φλαμένκο.

{youtube}vbsy8KB6t3c{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured