Όταν οι Propagandhi πρωτοήρθαν στην Αθήνα, εκείνον τον Σεπτέμβριο του 2002 (στο An Club), είχαν ήδη αρκετούς φίλους ανάμεσα στο ελληνικό κοινό, κυρίως υποψιασμένους πάνκηδες που παρακολουθούσαν τις κυκλοφορίες της Fat Wreck Chords. Αρκετοί από αυτούς έδωσαν και προχθές το παρών, σε ένα ραντεβού με την προσωπική τους ιστορία 11 χρόνια μετά• ο δυναμικός όμως νεαρόκοσμος που παραβρέθηκε στο Κύτταρο πιστοποιούσε πέραν πάσης αμφιβολίας το κοινό το οποίο κέρδισαν οι Καναδοί με τα τρία τελευταία τους άλμπουμ –κυρίως το Supporting Caste του 2009.
Η βραδιά ξεκίνησε αρκετά νωρίς, στις 20.30 (ακριβώς όπως είχε ανακοινώσει η διοργάνωση) με τους δικούς μας Flipstar, οι οποίοι λάνσαραν κι ένα καινούριο EP. Το κουαρτέτο μπήκε με πολλά γκάζια –παρότι εκείνη την ώρα δεν βρίσκονταν και πολλοί στο Κύτταρο– και την ίδρωσε τη φανέλα, δίνοντάς τα όλα. Αυτά τα «όλα», ωστόσο, δεν τα βρήκα προσωπικά και «πολλά». Γιατί το σχήμα στάθηκε κυρίως λόγω της ενέργειάς του και του δεσίματός του και όχι χάρη στα τραγούδια του: όσο κι αν το πανκ το σηκώνει, νιώθεις κάπως όταν στήνεις αυτί κι όμως δεν μπορείς τελικά να πιάσεις παρά ελάχιστους στίχους λόγω της άρθρωσης του τραγουδιστή. Μου άρεσαν πάντως τα ομαδικά τους φωνητικά, κατά σημεία μου θύμισαν τους Stomper 98.
Αντιθέτως, οι 10 To Go αποδείχθηκαν αρκετές σκάλες ανώτεροι κι έπαιξαν ένα υποδειγματικό support σετ, το οποίο μας έβαλε για τα καλά στο κλίμα για τους Propagandhi. Το στήσιμό τους πανομοιότυπο με των Flipstar –κουαρτέτο με ημίγυμνο (από τη μέση και πάνω ντράμερ)– στη δική τους ωστόσο περίπτωση δεν υπήρχε μόνο η ενέργεια, αλλά και τραγούδια πιο καλοσχηματισμένα και με περισσότερη προσωπικότητα, καθώς κι ένας δεύτερος τραγουδιστής ο οποίος συχνά έκλεβε την παράσταση από τον βασικό frontman. Τους κατευχαριστήθηκα, όπως και η πλειονότητα του κοινού, που πλέον είχε αρχίσει να γεμίζει για τα καλά το Κύτταρο.
Με δεδομένο το πόσο γρήγορα έστηναν και ξέστηναν τα εγχώρια support σχήματα, περίμενα να δω τους Propagandhi ένα τέταρτο νωρίτερα από ότι τελικά βγήκαν –στο μεταξύ ο χώρος είχε τιγκάρει. Στο τέλος πάντως της βραδιάς, κάπου μιάμιση ώρα μετά, κανείς δεν νοιαζόταν για εκείνο το δώδεκα παρά που έδειχνε το ρολόι: ακόμα κι αν χάναμε τις τελευταίες συγκοινωνίες ή είχαμε κατά νου τη δουλειά το επόμενο πρωινό, άνετα βλέπαμε τους Καναδούς για άλλο τόσο. Οι άνθρωποι ήταν απλά καταπληκτικοί• κατέφτασαν στην Αθήνα με όρεξη να τινάξουν το Κύτταρο στον αέρα κι αυτό ακριβώς έκαναν, συνεπικουρούμενοι από ένα κοινό απολύτως συντονισμένο στους ρυθμούς και στις διαθέσεις τους.
Όπως ίσως υποψιάζονταν όσοι είχαν κάνει τον κόπο να τσεκάρουν τι περίπου παίζει η μπάντα στη νυν ευρωπαϊκή της τουρνέ, οι Propagandhi δεν ήρθαν για να προμοτάρουν το περσινό Failed States. Έπαιξαν αντίθετα ένα best of σετ που κάλυψε το μεγαλύτερο κομμάτι της (LP) δισκογραφίας τους, δείχνοντας επίγνωση για το τι ανέμενε ο κόσμος από εκείνους. Πράγματι, τα πρώτα 15 λεπτά της συναυλίας επικράτησε πανζουρλισμός και ανελέητο ξύλο στις μπροστινές σειρές, μια ενθουσιώδης σχιζοφρένεια, από το συμπούρμπουλο της οποίας ξεπετάγονταν εκστασιασμένα πρόσωπα που ξελαρυγγιάζονταν να τραγουδούν τους στίχους. Και λίγο-πολύ αυτή ήταν (με μικρά διαλείμματα ηρεμίας και ανάσας) η εικόνα όλου του λάιβ, καθώς αλλεπάλληλες υπήρξαν οι κορυφώσεις και πολλά τα highlights.
Ψυχή του πάρτυ, ο μπασίστας Todd Kowalski. Φρενιασμένος και ασταμάτητος, διαρκώς στο όριο να πετάξει το μπάσο και να βουτήξει κάτω απ' τη σκηνή, έμοιαζε με τελετάρχη της κλωτσοπατινάδας έτσι όπως προκαλούσε τον κόσμο για ακόμα περισσότερη ένταση και ορμή. Στα σημεία δε που ανέλαβε τα φωνητικά, ειδικά στα "Fuck The Border" και "Night Letters", προξένησε πανικό ακόμα και στις πιο νηφάλιες πίσω σειρές, επισκιάζοντας προσωρινά τον κατά τα άλλα εξαιρετικό Chris Hannah: θαύμασα πώς σε τόσο ορυμαγδό που παρήγαγαν γύρω του οι υπόλοιποι Propagandhi μπορούσε να σταθεί στο μικρόφωνο με διαύγεια, χωρίς να σκεπάζεται από τη rhythm section μα και χωρίς να χρειάζεται να φωνάζει για να ξεχωρίσει. Ήταν επίσης εξαιρετικά ομιλητικός και επικοινωνιακός, αν και από ένα σημείο κι έπειτα βαρέθηκα να τον ακούω να λέει «ευκάριστω» και «γεια μας». Ο ντράμερ Jord Samolesky, πάλι, δεν είπε πολλά, ανέλαβε όμως το αντικαπιταλιστικό/αντιτραπεζικό κήρυγμα εκ μέρους των Καναδών. Όσο για τον David Guillas, υπήρξε ένας ακούραστος και πολύ ουσιώδης εργάτης της κιθάρας.
Φυσικά και είχε encore η συναυλία –ήταν άλλωστε στο πρόγραμμα. Τα τρία τραγούδια του (και ιδίως το "Back To The Motor League") αποτέλεσαν ένα ακόμα κάλεσμα για ενθουσιώδεις αντιδράσεις και χαμό στις μπροστινές σειρές, κλείνοντας κατά τον ιδανικότερο τρόπο μια από τις πιο βαρβάτες ροκ εν ρολ βραδιές που ζήσαμε φέτος στην πόλη.
{youtube}wIkt4zhiYME{/youtube}