Θριαμβευτικά κορυφώθηκε το φετινό Plissken το Σάββατο, στην κυρίως μέρα του, με τους Fucked Up να δίνουν ένα αξέχαστο σόου στον Ελληνικό Κόσμο και τους Death Grips να αποδεικνύονται σαρωτικοί, δείχνοντας ότι δικαίως είναι τόσο συζητημένοι τελευταία. Τάσος Μαγιόπουλος και Γιώργος Μιχαλόπουλος περιφέρθηκαν από νωρίς σε club και main stage για λογαριασμό μας...
The Boy / Dream Koala
του Τάσου Μαγιόπουλου
Η ζέστη είχε χτυπήσει κόκκινο το απόγευμα του Σαββάτου κι εμείς προσπαθούσαμε να βρούμε τα πατήματά μας εντός Ελληνικού Κόσμου. Η Oy κήρυξε την έναρξη της τρίτης Plissken μέρας ντυμένη σε παραδοσιακή γκανέζικη στολή και την είχαν ήδη ακολουθήσει οι Dope Body, αλλά τα δύο πρώτα ονόματα που παρακολουθήσαμε εμείς –έστω και μοιρασμένοι ανάμεσα στα δυο stages συν τους εξωτερικούς χώρους για κάτι φαγώσιμο και πόσιμο– ήταν ο The Boy και ο Dream Koala. Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης βρισκόταν στο κεντρικό stage εξαπολύοντας τα λεκτικά μανιφέστα του συντροφιά πιανιστικών μελωδιών και κρότων από τα τύμπανα που ο ίδιος χειριζόταν. Έστω κι αν η ώρα ήταν πρώιμη, ο κόσμος που βρισκόταν στον χώρο του αφιέρωσε τη προσοχή του –κάποιοι άλλωστε φάνηκε ότι είχαν έρθει τόσο νωρίς (και) γι' αυτόν. Στο club stage, από την άλλη, ο Γάλλος Dream Koala έμπλεκε τις μελωδίες του στο στυλ του Weeknd με κιθαριστικά ακόρντα, samples και με μια γενικότερη chillwave αισθητική, η οποία ταίριαξε περισσότερο με τα γούστα μου εκείνη την απογευματινή ακόμα στιγμή.
Larry Gus
του Τάσου Μαγιόπουλου
Ο Βολιώτης Larry Gus έχει συγκεντρώσει αρκετά βλέμματα πάνω του μετά την ένταξή του στο roster της DFA, κάτι που πιστοποίησε και η εμφάνισή του στο Plissken. Οι περισσότεροι από όσους είχαν ήδη έρθει εκείνη την ώρα στο φεστιβάλ μαζεύτηκαν στο club stage για να τον δουν, σε ένα σετ αν μη τι άλλο ικανοποιητικό. Τα samples του κατέκλυσαν τον χώρο, η ενέργειά του υπήρξε επαρκέστατη (ίσως και λίγο παραπάνω από όσο θα χρειαζόταν σε μερικές στιγμές), η δε κίνησή του ασταμάτητη. Θα μπορούσαμε βέβαια να ζήσουμε και χωρίς τα φωνητικά του, τα οποία πλαισιώνανε τα instrumentals του, πάντως ο ήχος του είναι σίγουρα πολυεπίπεδος και πληθωρικός, οδηγούμενος σε ορισμένες περιπτώσεις σε έναν οργασμό από beats και πετσοκομμένα ηχητικά δείγματα. Δεν κατέπληξε ο Larry Gus, σίγουρα πάντως ικανοποίησε.
Girls Names
του Γιώργου Μιχαλόπουλου
Ίσως το πιο indie όνομα της βασικής μέρας του φεστιβάλ, το συγκρότημα από το Μπέλφαστ βρίσκεται μάλλον στην καλύτερη φάση της μικρής του καριέρας. Ο καινούργιος δίσκος έχει αντιμετωπιστεί θετικά από τα περισσότερα μουσικά έντυπα, ενώ το τραγούδι που του δίνει το όνομά του (“The New Life”) είναι μία απ’ τις κιθαριστικές επιτυχίες του 2013. Τυπικό post-punk σχήμα από τη Μεγάλη Βρετανία, με τις γνωστές κιθάρες μπροστά, τα φωνητικά λίγο πιο πίσω και με πολύ αγάπη προς τους Cure και τους Echo & The Bunnymen, οι Girls Names πραγματοποίησαν αξιοπρεπέστατη εμφάνιση για απογευματινό ζέσταμα, αλλά και λίγο επίπεδη στο σύνολό της. Προφανώς το “The New Life” στάθηκε η κορυφαία στιγμή του σετ, όντας και το τραγούδι που ολοκλήρωσε την παρουσία τους. Όπως και στον δίσκο, έτσι και επί σκηνής οι Βορειοϊρλανδοί βαθμολογούνται μ' ένα ολοστρόγγυλο εξάρι.
Pyramid
του Τάσου Μαγιόπουλου
Σε φεστιβάλ με τόσο μεγάλο line-up πάντα συναντάς κι έναν καλλιτέχνη που θα σε εκπλήξει ενώ δεν το περιμένεις. Στην κυρίως ημέρα του φετινού Plissken αυτός ήταν για μένα ο Γάλλος Pyramid. Το σετ του δεν διεκδικούσε βέβαια τίποτα δάφνες ηχητικού νεωτερισμού ή μουσικής πρωτοπορίας. Παριζιάνικο house και nu-disco ήρθε να παίξει ο άνθρωπος, φτάνοντας μέχρι τα funky breaks στα πιο ενεργητικά του. Όμως ήταν τόσο καλοβαλμένη και σωστά κλιμακούμενη η εμφάνισή του, ώστε δεν γινόταν να μην ακολουθήσεις τον ρυθμό που επέβαλε. Κάπως έτσι, όλοι οδηγηθήκαμε σύντομα σε ασταμάτητο χορό, κλίμα που βοήθησε και τις επιτόπιες γνωριμίες ανάμεσα στο κοινό. Όταν μάλιστα ακούστηκαν και πιο γνωστά πράγματα –τύπου Boys Noize ή Junior Senior– η ζωή φάνταζε ακόμα πιο ωραία. Από τις εμφανίσεις που κατάφερε να κρατήσει όσο κόσμο πέρασε με περιέργεια από το club stage εκείνη την ώρα.
King Krule
του Γιώργου Μιχαλόπουλου
Απ’ τις ωραίες εκπλήξεις του Plissken 2013. Μπορεί να είχα πετύχει το όνομά του σε διάφορα βρετανικά έντυπα, δεν είχα όμως κάτσει ποτέ να τον ακούσω. Δεν ξέρω πώς γίνεται ένα πιτσιρίκι ούτε 20 χρονών να έχει τέτοιο γρέζι στη φωνή του, πάντως το έχει και είναι εντυπωσιακό το θέαμα να βλέπεις ένα αμούστακο τυπάκι να τραγουδάει λες και έχει περάσει 15 χρόνια στα μπλουζ κλαμπ της Νέας Ορλεάνης. Όπως είναι φυσιολογικό, ο King Krule δεν έχει ακόμα αποκτήσει σαφή ταυτότητα, οπότε μια ακούγεται σαν μπλουζ τροβαδούρος (μου ερχόταν συνέχεια στο μυαλό ο Ben Harper) και μια σαν καινούργια εκδοχή του Mike Skinner aka Streets. Όλα καλά δηλαδή, όπως ακριβώς ήταν και η παρουσία του. Η οποία μπορεί να μην τρέλανε, αλλά τράβηξε με ευκολία την προσοχή μας.
Kidnap Kid
του Τάσου Μαγιόπουλου
Ο Kidnap Kid, από την άλλη, ήταν ο χαμένος από την έκπληξη που πραγματοποίησε ο Pyramid. Γιατί όταν το κοινό έχει φτιάξει τέτοια διάθεση και οι ρυθμοί –καθώς και το κέφι– έχουν ανέβει σε υψηλότατα επίπεδα, την πατάς από χέρι αν πας να ρίξεις το κλίμα, επενδύοντας στη mid-tempo ατμοσφαιρικότητα. Μπορεί να υπήρχε ζωή στο deep και tech house που επέλεξε να παίξει ο Kidnap Kid, ψυχολογικά ωστόσο το σετ δεν κατάφερε να κερδίσει σχεδόν κανέναν από τους θεατές που παρέμειναν στο club stage μετά την οργιαστική εμφάνιση του Pyramid: πολύ σύντομα, ο χώρος άδειασε αποκαρδιωτικά... Από τους καλλιτέχνες που σίγουρα αδικήθηκαν λόγω της σειράς εμφάνισης. Κρίνοντας εκ των υστέρων, έπρεπε να έχει προηγηθεί του funky τυφώνα εκ Γαλλίας.
FM Belfast
του Γιώργου Μιχαλόπουλου
Οι Ισλανδοί είναι σαφέστατα μία απ' τις εμμονές των διοργανωτών του Plissken, αφού εμφανίζονται για δεύτερη φορά στα πλαίσιά του. Είναι προφανές νομίζω πως οι FM Belfast δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα «have fun»συγκρότημα, το οποίο ταιριάζει πολύ σε φεστιβάλ τέτοιου τύπου. Όπως και την προηγούμενη φορά, έτσι και το Σάββατο ο κόσμος στο main stage φάνηκε να διασκεδάζει πάρα πολύ μαζί τους, το ίδιο και το συγκρότημα. Υπερβολικά trash για τα δικά μου γούστα, πάντως τη Γιουροβίζιον θα την έπαιρναν περίπατο.
Moullinex
του Τάσου Μαγιόπουλου
Ο DJ με το όνομα που θυμίζει... μπλέντερ κατάφερε να πλησιάσει τη δυναμική της εμφάνισης του Pyramid, συνεχίζοντας ακριβώς από εκεί όπου τελείωσε ο Γάλλος: ζέσταμα του κοινού νωρίς-νωρίς με το "Giorgio By Moroder" από το πρόσφατο άλμπουμ των Daft Punk και σταθερά ανεβασμένη διάθεση από εκεί και πέρα. Το σετ του αποδείχθηκε λιγότερο funky συγκριτικά με του Πυραμίδα και περισσότερο επικεντρωμένο στα beats, ενώ το (δικό του) “Take My Pain Away” οδήγησε τα πράγματα και σε πιο ντίσκο μονοπάτια. Συνολικά μια καλή παρουσία, η οποία όμως αναπόφευκτα έμοιαζε με κατώτερη εκδοχή ή με αχρείαστη επανάληψη των όσων είχε πράξει προ ολίγου ο Pyramid στο club stage, δίχως βέβαια να φταίει ο ίδιος ο Moullinex γι' αυτό.
EboTaylor
του Γιώργου Μιχαλόπουλου
Και ξαφνικά βρίσκομαι στην άβολη θέση να πρέπει να γράψω δύο αράδες για ένα afro beat συγκρότημα –όπως και να το κάνουμε δεν ειδικεύομαι στον ήχο. Οι 20-25 δίσκοι του είδους που υπάρχουν στη δισκοθήκη μου έχουν επιλεχθεί κατόπιν προσεκτικών προτάσεων ασχολούμενων φίλων κι εγώ μόνο τους Antibalas θυμάμαι καλά (έξω τουλάχιστον απ’ τα κλασικά ονόματα). Ο Ebo Taylor είναι πάντως βετεράνος στον χώρο, γενόμενος γνωστός και εκτός σιναφιού μέσω της Strut Records. Εμφανίστηκε στο Plissken με πολυμελές συγκρότημα και μια καλοκουρδισμένη μηχανή να αλωνίζει επί σκηνής. Ίσως πάντως να ήταν λάθος η επιλογή της ώρας (βγήκε λίγο πριν τα μεσάνυχτα).
Eliphino
του Τάσου Μαγιόπουλου
Μετά το breakthrough του "More Than Me", ο Eliphino έχει ακουστεί αρκετά στους κύκλους όπου απευθύνεται η μουσική του –ήταν και για μένα μια εμφάνιση που περίμενα. Και αποδείχθηκε αρκετά ενδιαφέρουσα, ισορροπώντας (ενίοτε εντυπωσιακά) ανάμεσα στο vocal house και σ' έναν ήχο πιο «πριονωτό». Ακούσαμε από το "Mercy" των Boddika & Joy Orbison και το "The Giver" του Duke Dumont μέχρι τους urban ρυθμούς του "Dollar Sign" (από Sticky) και το trap του Hudson Mohawke ("Thunder Bay"), ενώ ο Eliphino έδεσε το γλυκό ρίχνοντας στο pit κι ένα classic από Crystal Waters. Είχαμε μόλις παρακολουθήσει ένα ακόμα ανεβαστικό σετ, το οποίο συνδύασε ηχητική απόλαυση και μουσική ποικιλομορφία, κρατώντας τόσο τον clubber που ήρθε για να αφήσει τον ιδρώτα του στην πίστα, μέχρι τον σκεπτόμενο μουσικόφιλο που έψαχνε και κάποια πρόταση εκ μέρους του DJ.
Fucked Up
του Τάσου Μαγιόπουλου
Ή αλλιώς το σόου του Pink Eyes! Με τέτοιον βλέπετε ψυχαγωγό (διότι περί αυτού ακριβώς πρόκειται) ό,τι και να έκανε η υπόλοιπη μπάντα από πίσω, είχε αναπόφευκτα μικρή σημασία. Ο frontman λοιπόν των Fucked Up τα έκανε εν ολίγοις... όλα! Βγήκε με τη μάσκα του Plissken στο πρόσωπό του, κατέβηκε από τη σκηνή για να κάνει τις βόλτες του, έβγαλε τη μπλούζα του, χάρισε το καπέλο του σε έναν θεατή, τύλιξε το καλώδιο του μικροφώνου γύρω από το κεφάλι του και τραγούδησε με brutal φωνητικά όσο οι υπόλοιποι του σχήματος λυσσομανούσαν πάνω στα όργανα τους. Και όλα αυτά γίνανε απλά και μόνο στη διάρκεια του πρώτου κομματιού!
Στη συνέχεια το μενού περιλάμβανε αγκαλιές με τους θεατές, high fives, φωτογραφίες με ορισμένους εξ αυτών και βέβαια χορό με τον κόσμο, με τον οποίο όπως καταλάβατε ο Pink Eyes είχε γίνει ένα. Και το κοινό βέβαια του επιφύλαξε ένα μεγαλοπρεπές sing-a-long στον στίχο «dying on the inside» από το “The Other Shoe”, που φάνηκε να ευχαριστεί τόσο τον... τρελό του χωριού όσο και το λοιπό γκρουπ. Ναι, ήταν ένα πραγματικό πανκ πάρτι αυτό που παρακολουθήσαμε από τους Fucked Up. Λεπτομέρειες όπως ο μέτριος ήχος κατά τα πρώτα τραγούδια μονάχα ως μικρής σημασίας παράμετροι μπορούν λοιπόν να χαρακτηριστούν όταν μιλάμε για ένα συγκρότημα που έκανε τέτοια κατάθεση ψυχής μπροστά σου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι μετά το τέλος της μεγαλοπρεπούς εμφάνισής τους ο Pink Eyes έμεινε ανάμεσά μας για να ευχαριστήσει προσωπικά πολλούς από όσους ήρθαν να τους παρακολουθήσουν. Πιθανότατα η καλύτερη στιγμή ολόκληρου του φεστιβάλ, σίγουρα η κορυφαία από όσες παρακολούθησα προσωπικά.
Death Grips
του Γιώργου Μιχαλόπουλου
Ίσως το πλέον αναμενόμενο όνομα του φετινού Plissken. Δυστυχώς οι Death Grips εμφανίστηκαν χωρίς τον ντράμερ τους Zach Hill, και πάλι όμως υπήρξαν σαρωτικοί. Μέσα απ' το μπλε σκοτάδι το οποίο διάλεξαν ως οπτικό πλαίσιο, η φιγούρα του Stefan "MC Ride" Burnett αναδύθηκε ως τουλάχιστον καθηλωτική, με έναν τρόπο που ίσως να θύμισε σε πολλούς τις παλιές καλές μέρες του Tricky. Ο ήχος τους έβγαινε όσο επιθετικός ακούγεται και στους δίσκους, με τα beat και τη φωνή να ισορροπούν ιδανικά –κάτι που δεν πετυχαίνεις εύκολα σε hip hop συναυλίες. Αυτή τη στιγμή οι Death Grips σπρώχνονται από παντού και ήμασταν τυχεροί που είδαμε το γιατί στην Αθήνα. Αν η Δευτέρα Παρουσία θα έχει soundtrack, τους Swans ξέρουμε πλέον κι αυτό της επανάστασης.
Brandt Brauer Frick
του Γιώργου Μιχαλόπουλου
Προσωπική μου καψούρα το συγκεκριμένο σχήμα, που προσεγγίζει το techno με έναν πιο ακαδημαϊκό τρόπο, σαν π.χ. τους Moritz Von Oswald Trio (εντάξει, λίγο ιεροσυλία, αλλά κάπως έτσι είναι...). Δυστυχώς, ελάχιστοι είχαν μείνει να παρακολουθήσουν τη συναυλία τους γύρω στις 3.30 το πρωί, όταν και ανέβηκαν στη σκηνή. Παρ' όλο που φοβήθηκα ότι θα αδιαφορήσουν βλέποντας τόσο λίγο κόσμο από κάτω, το τρίο παρέδωσε σεμινάριο ζωντανής παρουσίασης του υλικού του, ενώ το ακαδημαϊλίκι που προανέφερα εξαφανίστηκε, δίνοντας τη θέση του σε οργιαστικές εντάσεις, οι οποίες μας ενθουσίασαν. Ας τους ξαναδούμε κι ας είμαστε περισσότεροι την επόμενη φορά.
{youtube}2_AZexI0j4I{/youtube}