Είναι ορισμένα live που θεωρείς σίγουρο πως δεν θα σε απογοητεύσουν. Θες το μικρό της ηλικίας τους, το εκρηκτικό της μουσικής τους, η μεγάλη προϋπηρεσία στις ζωντανές εμφανίσεις ή ο «δουλευταράδικος» χαρακτήρας τους, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οι Metz είχαν καταχωρηθεί στο μυαλό μου ως μπάντα που θα έδινε μια πολύ καλή συναυλία στην Αθήνα.
Οι προσδοκίες μου ήταν επομένως υψηλές και οι τρεις Καναδοί φρόντισαν να τις δικαιώσουν στο έπακρο. Η εμφάνισή τους κράτησε βέβαια λιγότερο από μία ώρα –δέκα λεπτά πριν τα μεσάνυχτα το live είχε τελειώσει. Όπως όμως είπαν χαρακτηριστικά και οι ίδιοι καθώς κατέβαιναν από τη σκηνή του 6 D.O.G.S., κι ενώ γύρω τους οι παρακλήσεις για επιπλέον κομμάτια πυκνώνανε, «that’s all the songs we got». Με έναν μόλις δίσκο στις αποσκευές τους, δεν είχαν άδικο... Κι εμείς δεν θα 'πρεπε να έχουμε παράπονο: αυτό που παρακολουθήσαμε το βράδυ της Παρασκευής μπορεί να χαρακτηριστεί μονάχα ως ατόφιο, βίαιο, πρόστυχο και αλήτικο punk rock. Άλλωστε μέχρι και καινούργιο τραγούδι ακούσαμε.
Όταν έσκασαν από τα ηχεία οι πρώτες παραμορφώσεις και ανοίξανε οι δυο λευκοί προβολείς που είχαν εγκατασταθεί στο πάτωμα, η στιγμή έμοιαζε με το άναμμα σπίρτου δίπλα σε μια ντουζίνα δυναμίτες. Τόσο ο κόσμος (που σημειωτέον είχε γεμίσει το 6 D.O.G.S.) όσο και οι ίδιοι οι Metz επιδόθηκαν σε έναν άτυπο διαγωνισμό για τη μεγαλύτερη έκρηξη αδρεναλίνης. Επάνω στη σκηνή είχαμε ενισχυτές να στριγκλίζουν, έναν ντράμερ να ιδρώνει σαν επαγγελματίας αθλητής, έναν cool, χαλαρό μπασίστα κι έναν κιθαρίστα με εμφάνιση geek από τα 1990s και με κινήσεις –αλλά και κραυγές– που φέρναν στο μυαλό άτομο με ψυχολογικά προβλήματα. Κάτω πάλι απ' τη σκηνή, είχες ένα κοινό το οποίο χτυπιόταν ασταμάτητα, με τα crowd surf και τα mosh pits να σουλατσάρουν αβέρτα.
Η βραδιά ήταν λοιπόν η προσωποποίηση του ρητού «If the music’s too loud, then you’re too old». Ο εκκωφαντικός θόρυβος, οι άναρχες κραυγές, το σπρωξίδι και το ακατάπαυστο σφυροκόπημα από τα ηχεία όχι μόνο δεν αποτελούν αρνητικά σημεία για ένα τέτοιο live, αλλά αντίθετα χαρακτηρίζονται ως προαπαιτούμενες συνθήκες για την περαιτέρω απόλαυσή του. Όχι πως τα παλικάρια απ' τον Καναδά χρειάζονταν βοήθεια: έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να δημιουργήσουν μια χαοτική κατάσταση από κιθαριστικό «βόθρο» και εφηβική ενέργεια.
Εν ολίγοις οι Metz ήρθαν, είδαν και κατάκτησαν το ελληνικό κοινό. Και το σίγουρο είναι ότι δικαίωσαν απόλυτα την αυθόρμητη πρόβλεψη που είχα πραγματοποιήσει κατηφορίζοντας την Κολοκοτρώνη, καθ’ οδόν προς τη συναυλία.
Υ.Γ.: Την οποία συναυλία άνοιξαν οι Balzac Diva, που μου φάνηκαν ως κάτι εντελώς κοινότοπο και δίχως ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι συνθέσεις δεν σε κέρδιζαν με τη γραφή τους ενώ και ο γενικότερος χαρακτήρας της μουσικής τους βρισκόταν τόσο μακριά από τον ήχο των Metz, ώστε τους έκανε να μοιάζουν σαν κάτι αταίριαστο στη συγκεκριμένη βραδιά. Ίσως σε κάποιο αποκλειστικά δικό τους live τα πράγματα να είναι καλύτερα.
{youtube}NoMRgBPoKYY{/youtube}