Από τις πλέον αγαπημένες μπάντες του ελληνικού κοινού, οι Calexico έκαναν δύο στάσεις στη χώρα μας με αφορμή το φετινό τους άλμπουμ Algiers. Κατάμεστο λοιπόν το Principal της Θεσσαλονίκης την Παρασκευή, κατάμεστο και το αθηναϊκό Fuzz το Σάββατο, με τους Αμερικανούς να δίνουν ρέστα όπως μας περιγράφουν, αντίστοιχα, ο Στέργιος Κοράνας και ο Χρήστος Νύχτης...
Παρασκευή 30/11, Θεσσαλονίκη
του Στέργιου Κοράνα
Οι Calexico, κυρίως στα 4 πρώτα τους άλμπουμ, είναι ένας από τους μεγαλύτερούς μου «έρωτες» μουσικά, μιας και συνέπεσαν με την εποχή του τέλους της εφηβείας και των πρώτων χρόνων της ενηλικίωσής μου. Θα προσπαθήσω όμως να βάλω στην άκρη τους συναισθηματισμούς και να είμαι όσο πιο αντικειμενικός γίνεται όσον αφορά στη συναυλία της Παρασκευής στο Principal. Μια πολλά υποσχόμενη συναυλία που αποδείχθηκε αντάξια των προσδοκιών.
Η καθυστέρηση στην εμφάνιση του support σχήματος ήταν στα όρια του ανεκτού: οι Αμερικανοί Blind Pilot βγήκαν επί σκηνής στις 22.10 κι έπαιξαν ένα πολύ μικρό σετ –περίπου ένα ημίωρο σε διάρκεια– το οποίο θα χαρακτήριζα και υποτονικό, λόγω ύφους. Ηχούσαν πάντως αρκετά ταιριαστοί στους Calexico, οι οποίοι ούτως ή άλλως τους επέλεξαν μόνοι τους για support. Ναι μεν δεν έχω να τους ψέξω με κάτι πιο συγκεκριμένο, αλλά δεν μου έκαναν και ιδιαίτερη εντύπωση.
Υποδεχτήκαμε τους Calexico πέντε λεπτά μετά τις 23.00, οι οποίοι έδωσαν αρκετή έμφαση στο Algiers, είχαν όμως «σκορπίσει» τα τραγούδια του κατά τη διάρκεια του σετ, ούτως ώστε να μην κουράσουν. Κατά τ' άλλα έδωσαν μια ισορροπημένη συναυλία, χωρίς ν' αφήσουν κάποιο άλμπουμ παραπονεμένο. Γενικότερα παρατηρώ ότι στα live τους οι Αμερικανοί απομακρύνονται αισθητά από τον στουντιακό τους εαυτό, κρατώντας μεν κάποια βασικά στοιχεία, αλλά ξεφεύγοντας με σόλο και τραβώντας τη χρονική διάρκεια των τραγουδιών τους. Κάτι που είναι λίγο ρίσκο, αφού μπορεί και να ξενίσει τον κόσμο –αν δουλευτεί ωστόσο σωστά θα απογειώσει τη συναυλία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση έδειξε να πηγαίνει πολύ καλά, αν εξαιρέσουμε κάποια σημεία όπου υπερέβαλλαν λίγο.
Το αποκορύφωμα της βραδιάς σημειώθηκε στο κλείσιμο του βασικού σετ και στο πρώτο encore –με κενό μόλις ενός λεπτού!– όπου έπαιξαν διαδοχικά τα "Crystal Frontier", "Look At Miss Ohio" και "Güero Canelo". Ειδικά στο "Crystal Frontier" τα έδωσαν όλα κατά την ταπεινή μου γνώμη. Αξιοσημείωτο, επίσης, ότι το "Look At Miss Ohio" το έπαιξαν παρέα με τους Blind Pilot. Έκλεισαν με το "Vanishing Mind", τελευταίο κομμάτι του Algiers, συμπληρώνοντας δύο ώρες στη σκηνή του Principal.
Το οποίο Principal ήταν κατάμεστο, ίσως ένα κλικ πριν αρχίσουμε να νιώθουμε σαν σαρδέλες. Πράγμα που θεώρησα ευχάριστη έκπληξη, δεδομένου ότι την ίδια μέρα έπαιζαν στο Ιβανώφειο και οι Buena Vista Social Club. Επίσης ευχάριστο θεωρώ το γεγονός ότι παραβρέθηκε και πολύς κόσμος μικρότερης ηλικίας. Εδώ βέβαια θα βγάλω και λίγη γκρίνια, μιας και έχει παραγίνει το κακό με τα smartphones: ο κάθε επίδοξος φωτογράφος βγάζει με το κινητό του κάτι το οποίο είναι (στην καλύτερη περίπτωση) τραγικό. Ειδικά από τότε που τα κινητά απέκτησαν και φλας η κατάσταση έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο: χρησιμοποιούνται και από πολλούς και αλόγιστα. Κι έτσι όχι μόνο δεν απολαμβάνουν οι ίδιοι τη μουσική –μιας και έχουν τον νου τους συνέχεια στο να βγάλουν φωτογραφίες– καταστρέφουν και τη διάθεση των υπολοίπων, όσων τρώνε συνέχεια φλασαρίσματα από κάθε κατεύθυνση. Έλεος...
Συγκριτικά επίσης με τον προηγούμενο ερχομό των Calexico, ο ήχος της Παρασκευής φάνηκε αρκετά κατώτερος. Αλλά μάλλον αυτό ήταν θέμα χώρου, μιας και το παλιό Principal ήταν φοβερά καλοστημένο. Έλα όμως που το πλεονέκτημα της απόστασης είναι πολύ μεγάλο και ίσως ικανό να παραβλέψουμε την όποια έκπτωση στον ήχο! Πέρα από τα λίγα αυτά παρατράγουδα, οι Calexico μας απογείωσαν τη διάθεση και, παρά την εξάντληση μιας δύσκολης μέρας, μας έκαναν να συνεχίσουμε τη βραδιά μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Εξυπακούεται ότι και την επόμενη φορά που θα έρθουν, θα είμαι εκεί.
Σάββατο 1/12, Αθήνα
του Χρήστου Νύχτη
Από τη στιγμή που οι Calexico έγιναν γνωστοί στο ελληνικό κοινό, μπορεί να ειπωθεί πως έχει εξ αρχής δημιουργηθεί μια ιδιαίτερη σχέση εμπιστοσύνης. Εμπιστοσύνη για τις κυκλοφορίες της μπάντας και ακόμα περισσότερο για τις live εμφανίσεις τους, οι οποίες πάντα έφταναν στο όριο του sold-out ανεξαρτήτως της συχνότητάς τους, πράγμα που καταμαρτυρά το μεγάλο και ετερόκλητο κοινό στο οποίο απευθύνεται το συγκρότημα.
Η συναυλία του Σαββάτου στο Fuzz δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση, ειδικά μετά την κυκλοφορία ενός τόσο δυνατού τίτλου σαν το Algiers : το live έγινε sold-out από νωρίς. Σε ένα κατάμεστο λοιπόν Fuzz η πολυεθνική παρέα των Burns & Convertino εμφανίστηκε λίγο μετά τις 10 ως επταμελής μπάντα. Η οποία, πέρα από το σετ των κιθάρων (ακουστικών, ηλεκτρικών και pedal steel ανάλογα με την περίπτωση), μπάσο/κόντρα μπάσο και ντραμς, είχε και τα απαραίτητα πνευστά –τρομπέτες μόνο αυτή τη φορά– πλήκτρα και ξυλόφωνο.
Το "Epic", ως εναρκτήριο κομμάτι όχι μόνο του Algiers αλλά και της συναυλίας, έθεσε από την αρχή το πλαίσιο του τι θα παρακολουθούσαμε για τις επόμενες δύο περίπου (κάτι λιγότερο) ώρες. Τα κομμάτια του Algiers είχαν την τιμητική τους, αφού παίχτηκαν 8 (αν δεν ξεχνάω κάτι) από τα 11 του άλμπουμ, διαμορφώνοντας κατά πολύ τη setlist αλλά περιέργως όχι και το ύφος της συναυλίας. Γιατί μπορεί η φετινή δουλειά των Calexico να είναι κομματάκι διαφορετική από τις προηγούμενες –καθώς έχει μια πιο αστική, μια πιο σκοτεινή χροιά που συνάδει στα μπλουζ και όχι στο mariachi– παρόλα αυτά η μπάντα επέλεξε να προσαρμόσει την εκτέλεση των τραγουδιών της κοντά στα επίπεδα του γνωστού τους southern desert στιλ. Αφαιρώντας τους έτσι κάπως αυτή τη διαφορετική, πιο άμεση και πιο blues-like ατμόσφαιρα που τα διακατέχει στη στουντιακή τους εκδοχή.
Σε αυτή μου την εντύπωση μπορεί να συνέβαλε και η πληθωρική και κάπως υπερβολική –για τα γούστα μου και για εκείνο που άκουγα τη δεδομένη στιγμή– σκηνική παρουσία του Joey Burns. Ο οποίος κουνιόταν πιο πολύ κι απ’ ότι οι βάρκες στον Πειραιά σε κάθε κομμάτι και ήταν ιδιαίτερα «χαρούμενος» με τα πάντα (ίσως διότι επρόκειτο για την τελευταία συναυλία του τουρνέ;), σε αντίθεση με το γεγονός πως οι στίχοι των κομματιών που ερμήνευε –ειδικά μάλιστα αυτών του Algiers– παραπέμπουν σε άλλα συναισθήματα.
Ξεπερνώντας πάντως το γεγονός πως άκουγα στο "Para" τα λόγια «The shove takes hold, and there's no where to go....» με κάπως χαριτωμενίστικο τρόπο, τα υπόλοιπα ήταν, χωρίς καμία υπερβολή, τέλεια. Απολαύσαμε, όλοι μας, υψηλού επίπεδου desert rock με έναν απίστευτο John Convertino να παραδίδει μαθήματα ρυθμού, τον έτερο απίστευτο Jairo Javala να δένει με τις κιθάρες του κάθε μελωδία και τον Jacob Valenzuela να τρομπετάρει γεμίζοντας τον ήχο –με ή χωρίς τη συνοδεία των πλήκτρων. Από τη στιγμή λοιπόν που υιοθετήθηκε ένα τέτοιο εκτελεστικό στιλ, ήταν επόμενο ότι εκεί που τα κομμάτια του Algiers έχαναν λίγο από την ατμόσφαιρά τους, αυτό να κερδίζεται εις διπλούν στις εντελώς λάτιν στιγμές όπως το "Minas De Cobre", το "Inspiracion" και φυσικά το καταπληκτικό "Victor Jara's Hands", όπου όλο το Fuzz χόρευε στον ρυθμό που υπαγόρευε το «He ole…ole…ole…. Bearing the fruit from Jara's hands».
Δεν έλειψαν βέβαια και οι «διασκευές-έκπληξη», όσο έκπληξη κι αν θεωρείται το "Alone Again Or" των Love από τη στιγμή που υπήρχε στο EP Convict Pool (2004), με πιο σημαντική την εκτέλεση-χορωδιακό παραλήρημα στο “Look At Miss Ohio” του Gillian Welch μαζί με τη support μπάντα των Blind Pilot (οι οποίοι έχουν διασκευάσει το κομμάτι και, παρεμπιπτόντως, έχασα το σετ τους όντας στην ουρά για τις προσκλήσεις). Διασκευάστηκε επίσης το "For Your Love" των Yardbirds για να ακολουθήσει μια «εορταστική εκτέλεση» του "Güero Canelo", με μπαλόνια στη σκηνή και λοιπά χαρούμενα μιας και ο μπασίστας είχε γενέθλια: για άλλη μία φορά είχαμε το κοινό να ακολουθεί στα συνεχόμενα «Oh, oh… Oh, oh Güero Canelo» και να ανταποκρίνεται ενθουσιωδώς στα κλιμακωτά strings του Jairo Javala.
Οι Calexico έκλεισαν με το "Vanishing Mind" όπου, έστω και αργά, μου μετέφεραν κάτι από όσα εκφράζουν στο συγκεκριμένο τραγούδι: «Here we are, here we sit, the light turning grey, your smile brings me back to the longest day, the vanishing mind»...
{youtube}PR31JrpVLWw{/youtube}