Λιτός μα ουσιαστικότατος, ο Σουηδός τραγουδοποιός κέρδισε αβίαστα το χειροκρότημα σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, δείχνοντας ότι το κοινό που έχει κερδίσει στη χώρα μας το διατηρεί στο πέρασμα των χρόνων. Στέργιος Κοράνας από τη Gaia και Τάσος Μαγιόπουλος από το Tiki μας τα λένε πιο λεπτομερώς...
Gaia, Θεσσαλονίκη - Σάββατο 24/11
του Στέργιου Κοράνα
H συναυλία του Σαββάτου επιβεβαιώνει πανηγυρικά τον νόμο του Μέρφυ για τις συναυλίες στην Ελλάδα: όποτε πας στην ώρα σου, θ' αργήσουν να βγουν ακόμα και πάνω από μία ώρα οι καλλιτέχνες• κι όποτε πεις «εντάξει μωρέ, αφού πάντα αργούν», θα χάσεις το μισό support. Προτιμώ βέβαια να μου συμβαίνει το πρώτο (όπως κι έγινε), ειδικά όταν παίζουν τέτοια support...
Όπως θα καταλάβατε, μας άνοιξαν τις πόρτες κάπου στις 10 παρά είκοσι (το δελτίο τύπου έλεγε στις 9) και περιμέναμε περίπου 50 λεπτά ακόμα για να βγουν οι Gravitysays_i, στην πρώτη τους εμφάνιση στην πόλη μας. Οι οποίοι έχουν εμφανείς επιρροές από πολλά μεγάλα ονόματα, έχουν όμως προσθέσει και αρκετές δικές τους πινελιές, οπότε έβγαλαν ένα σύνολο μακριά από το «μια από τα ίδια», όπου ξεχώριζε η χρήση τσέλου και του (γνωστού πια) σαντουριού. Πολλά μπράβο στα παιδιά, το αξίζουν πραγματικά και το μίας ώρας σετ τους θα το χαρακτήριζα μικρό κιόλας σε διάρκεια. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι ο χώρος αραίωσε αισθητά όταν βγήκε ο Johanson, πράγμα πρωτοφανές! Ήταν φανερό ότι αρκετός κόσμος ήρθε στη Gaia κυρίως για το support. Ας ελπίσουμε λοιπόν να λάβουν το μήνυμα οι Θεσσαλονικείς διοργανωτές και να μας φέρουν τους Gravitysays_i σε δικό τους live, ίσως με κάποια τοπική μπάντα για support.
Κάτι ακόμα που θα ήθελα να σημειώσω εδώ είναι ότι επρόκειτο ίσως για τον πιο ετερόκλητο συνδυασμό support/main act που έχω δει. Αυτό πιθανόν να αδικεί τον πρωταγωνιστή της βραδιάς, μιας και, μετά από μια πενταμελή μπάντα η οποία στην πορεία έγινε επταμελής, είδαμε ένα μινιμαλιστικό σετ δυο ατόμων, που βασιζόταν στο συνθεσάιζερ και στα samples. Δέκα λεπτά πριν τα μεσάνυχτα, λοιπόν, εμφανίστηκε επί σκηνής ο Jay-Jay. Με μόνη παρέα τον Eric, με το synthesizer, την κονσόλα και το λάπτοπ του, έφτιαξε μια ατμόσφαιρα τύπου πιάνο μπαρ του 21ου αιώνα: μινιμαλιστικός μεν, καθηλωτικός δε.
Οφείλω να ομολογήσω ότι αρχικά είχα αμφιβολίες για το αποτέλεσμα, θεώρησα δηλαδή πως θα βαρεθώ σύντομα. Αλλά τελικά κάτι ο μελαγχολικός Jay-Jay με την ωραία φωνή, κάτι οι μουσικές –παρόλο που τα περισσότερα ήταν «κονσέρβα», με εξαίρεση το πιάνο– μ' έκαναν να μείνω και να χαζεύω. Έπιασα μάλιστα τον εαυτό μου να αφαιρείται ουκ ολίγες φορές. Άλλωστε ένας από τους βασικούς στόχους ενός μουσικού δεν είναι να σε ταξιδέψει με την τέχνη του; Όσον δε αφορά στη διάρκεια, ο Σουηδός κράτησε τα στερεότυπα: 1 ώρα και 10 λεπτά κυρίως σετ, 20 λεπτά ανκόρ. Έτσι κι αλλιώς δεν μπορείς να τραβήξεις πάρα πολύ ένα τόσο μινιμάλ σετ, κάπου θα κουράσει κιόλας.
Μπορεί βέβαια να μην ταίριαζε ακριβώς σε Σαββατόβραδο ένα τέτοιο live, αλλά πιο πολύ σε μια Τετάρτη ή Πέμπτη, αλλά, όπως και να 'χει, αποδείχθηκε απολαυστικό.
Tiki, Αθήνα - Κυριακή 25/11
του Τάσου Μαγιόπουλου
Κατά κάποιον περίεργο τρόπο, είχα καταφέρει να μην παρακολουθήσω τον Jay-Jay Johanson σε κάποια από τις μέχρι τώρα στάσεις του στη χώρα μας. Επομένως δεν μπορώ να ξέρω πώς παρουσιάζει τη μουσική του σε μεγαλύτερους συναυλιακούς χώρους. Κρίνοντας πάντως από όσα είδα το βράδυ της Κυριακής στο Tiki, μπορώ να πω ότι τέτοιοι μικροί και ζεστοί χώροι ταιριάζουν γάντι στη συναισθηματική πλευρά της μουσικής του, αλλά και στην ίδια την προσέγγισή του προς το κοινό, η οποία περιείχε σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της οικειότητας και της αίσθησης του προσιτού. Γι' αυτό εξάλλου και δεν σε ένοιαζε το πόσο στριμωγμένα ήσουν, αν καθόσουν στο κάτω μέρος του μαγαζιού: παρ' όλη την ταλαιπωρία, η αίσθηση που σου έβγαζε το συγκεκριμένο live ήταν αυτό της οικογενειακής ατμόσφαιρας, της παρέας, των όμορφων στιγμών γενικότερα.
Το έβλεπες άλλωστε και στα πρόσωπα όσων θεατών τραβήχτηκαν ως το Tiki, αν και βράδυ Κυριακής, για να παρακολουθήσουν τον Johanson. Κι όταν μάλιστα ο ίδιος ο καλλιτέχνης ρώτησε από μικροφώνου αν πρέπει να κατέβει από τη σκηνή λόγω περασμένης ώρας (και επερχόμενης Δευτέρας), έλαβε την απάντηση «We want more!». Ήταν η επιβράβευση για την άνεση με την οποία μας δημιουργούσε εικόνες, συναισθήματα και σκέψεις κατά τη διάρκεια της εμφάνισης που είχε προηγηθεί.
Επιτυχίες αρκετές στο παλμαρέ του Johanson, στις οποίες ήταν δεδομένη η ανταπόκριση του κόσμου. Όμως αυτό που εντυπωσίαζε ήταν η θέρμη με την οποία υποδέχονταν όχι μόνο τα «χιτάκια» του, μα και το κάθε τραγούδι που εκείνος πετούσε προς το μέρος μας: το απορροφούσαν, το περιεργάζονταν, τραγουδούσαν τα λόγια του (ειδικά εκείνη η τριπλέτα μπροστά μου πρέπει να ήξερε τον κάθε στίχο απ' έξω), λικνιζόντουσαν στους ρυθμούς του, το ζούσαν από όλες του τις πλευρές. Ο ορισμός της ατμοσφαιρικής αίσθησης, ο Jay-Jay Johanson κατάφερε με ένα λαπτοπ, ένα σύνθι και τη φωνή του να μας μεταφέρει νοητά σε κάποιο φιλμ νουάρ, με την ομίχλη να θολώνει την εικόνα.
Επίσης, παρ' όλο που ο Σουηδός τραγουδοποιός δεν διεκδικεί δάφνες σκηνικής παρουσίας, ενσάρκωσε με επιτυχία τον ρόλο του crooner, εξιστορώντας τις ιστορίες του για χαμένους έρωτες, σχέσεις ζωής και στιγμές που σημαδεύουν τη ζωή ενός ανθρώπου. Αυτό εξάλλου φαίνεται πως έχει γίνει και με τον ίδιο, καθώς μας έλεγε ότι έχει την Αθήνα να ευχαριστήσει για το τραγούδι "Escape", γραμμένο εν έτει 1998 στη χώρα μας, όταν είχε έρθει για μία ακόμα ζωντανή εμφάνιση. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ήταν ο συγκεκριμένος συνδυασμός γήινης προσέγγισης και συναισθηματικών vibes που καθιστούσε αυτή τη λιτή και προσωπική στάση την οποία τηρούσε στο σανίδι πέρα για πέρα κατάλληλη για μια τέτοια συναυλία. Ρίξτε τώρα στο μίξερ και τη ζεστασιά του χώρου καθώς και τον κόσμο που είχε γίνει μια παρέα –τόσο λόγω διάθεσης, όσο και λόγω έλλειψης διαθέσιμου χώρου– και έχετε μια συνταγή για (συναυλιακή) επιτυχία.
Όταν μάλιστα ακούς από τα ηχεία –εκτός από αυτά που ούτως ή άλλως περίμενες να ακουστούν– και τη διασκευή του στο κεντρικό θέμα της 1970s σειράς M*A*S*H ("Suicide Is Painless", κατά κόσμον) τότε ξέρεις πως αυτό που παρακολουθήσαμε την Κυριακή έμοιαζε να έχει ξεπηδήσει από άλλη εποχή. Απλά δεν ξέρεις αν αυτή είναι 20 χρόνια πριν λόγω trip hop (λέγε με 1990s) ή 40 χρόνια πριν, με τους μεγάλους κινηματογραφικούς συνθέτες. Ιδανικός πάντως τρόπος να κλείσεις τη βδομάδα σου μια τέτοια συναυλία...
{youtube}0P99uEczmF4{/youtube}