Στη θεωρία, το ζήτημα είναι κάπως πολύπλοκο: φτάνει στο πώς τελικά ορίζουμε την ίδια μας την ταυτότητα, στους όρους και στις ιστορικές παραδοχές που κάνουμε για να καταλήξουμε σε αυτήν. Σε αυτή λοιπόν τη θεωρία, οι BaBa ZuLa τοποθετούνται με σαφήνεια: «Ανήκομεν εις την Ανατολή», όχι επειδή το προστάζουν οι όποιες (κούφιες) τυμπανοκρουσίες αυτοπαρουσίασης, μα επειδή έχουμε πραγματικά διάθεση να καταλάβουμε τι στο διάολο σημαίνει να ζεις στο συγκεκριμένο κομμάτι της Γης και όχι κάπου αλλού. Και ακριβώς επειδή υπάρχει αυτή η διάθεση, δεν είναι ένα κουφάρι νεκρών νοημάτων που περιφέρεται –«δεν αναπαράγουμε ποτέ την παράδοση» είχε πει παλαιότερα ο Murat Ertel, «φτιάχνουμε κάτι καινούργιο με βάση αυτήν». Είναι ένας ζωντανός οργανισμός ο οποίος, γνωρίζοντας καλά πως η διεύρυνση οριζόντων και η ανταλλαγή πολιτισμικών στοιχείων είναι κάτι πολύ διαφορετικό από την άνευ όρων αφομοίωση, επιχειρεί να συμφιλιώσει το χθες με το σήμερα, τη Δύση με την Ανατολή. Σε αυτή τη θεωρία, οι BaBa ZuLa εμφανίζονται ως γνήσια τέκνα μιας πόλης όπως η Κωνσταντινούπολη και ενός πολιτισμικού χωνευτηρίου όπως για αιώνες υπήρξε η εδώ πλευρά της Μεσογείου.

Στην πράξη, τα πράγματα μοιάζουν πιο απλά. Όχι γιατί τους λείπει η ουσία (τουναντίον), μα γιατί το παραπάνω πάντρεμα γίνεται τόσο αβίαστα και φυσικά, ώστε δημιουργεί ένα αδιαχώριστο όλον. Βάσει του οποίου μπορείς να κινηθείς σε όποιο μήκος και πλάτος αγαπάς: εθνοψυχεδέλεια, dub-oriental, fusion, world, τουρκικό avant-garde, ψυχεδελικός καρσιλαμάς, πέστε το όπως θέλετε. Το σημαντικό δεν βρίσκεται στην ονοματοδοσία. Βλέπετε, όταν η βάση είναι τόσο στέρεα και οι περί ου ο λόγος κατανοούν πως για να πραγματοποιήσεις κάτι παραπάνω από μία τυπική συναυλία του στυλ «περάστε, σκουπίστε, τελειώσατε», οφείλεις να ανέβεις στο σανίδι και να δώσεις ένα μέρος του εαυτού σου, τότε η ζωντανή επιτέλεση των παραπάνω μπορεί να λάβει διαστάσεις εκρηκτικές.

Zula_2

Όπερ και εγένετο το Σάββατο το βράδυ στο PassPort. Οι BaBa ZuLa άναψαν άμα τη εμφανίσει –εκεί γύρω στα μεσάνυχτα– μια φλόγα που μετέδιδε μία σχεδόν διονυσιακή έξαψη. Και δεν την άφησαν να σβήσει ούτε λεπτό για τις επόμενες τρεις περίπου ώρες. Φυσικά στόχος εδώ δεν ήταν η πιστή αναπαραγωγή των δισκογραφικών τους κατακτήσεων. Απ’ όσο είμαι σε θέση να θυμηθώ, μόνον η εκτέλεση του “Cecom” ομοίαζε δομικά με εκείνη του δίσκου (αν και, αντί της Brenna McCrimmon, εδώ τα φωνητικά ανέλαβε –φιλότιμα είναι η αλήθεια– ο Περικλής Τσουκαλάς σε μία ελληνοτουρκική version του κομματιού). Κατά τα λοιπά, η εκτέλεση του “Abdulcanbaz” έρχεται στον νου μου ως χαρακτηριστική του τι συνέβη επί σκηνής: μία σύνθεση η οποία στον δίσκο αποτυπώνεται περίπου σε ένα πεντάλεπτο, εδώ θα διαρκούσε κάνα εικοσάλεπτο· οι βασικές δομές της έδιναν τις κατευθυντήριες και έπειτα άνοιγαν διάπλατα, έτσι ώστε να φιλοξενηθούν εκτεταμένοι πειραματισμοί, ρυθμικά και μελωδικά σόλο ή για να αναπτυχθεί μια εκστατική, κυκλική επαναληπτικότητα. Το βασικό θέμα έκτοτε αποτελούσε απλώς τη γέφυρα μεταξύ των παραπάνω παρεκκλίσεων.

Zula_3

Τούτο, βεβαίως, σημαίνει ένα πρόσθετο βάρος στους επί σκηνής δρώντες. Πράγμα που επωμίστηκε παραπάνω από επιτυχώς ο Murat Ertel με το ηλεκτρικό του σάζι και τα φωνητικά, ομοίως και ο Cosar Kamci με τα παραδοσιακά του κρουστά. Από κοντά και ο Levent Akman, ο οποίος είχε υπό την αρμοδιότητά του τις λούπες και τις εν γένει ηλεκτρονικές παρεμβάσεις, προσθέτοντας και ρυθμικούς τονισμούς με τα πιατίνια ή τα κουτάλια του, ενώ ο «δικός μας» Περικλής Τσουκαλάς πρόσθετε τις δικές του πινελιές με το ηλεκτρικό του ούτι και τα δεύτερα φωνητικά. Σημαντικό κομμάτι της όλης παράστασης και οι δύο (ντόπιες) χορεύτριες, οι οποίες πρόσθεσαν μία επιπλέον νότα λαγνείας. 

Zula_4

Αποτέλεσμα όλων αυτών μια γκρούβα πηγαία και μεταδοτική, ικανή από μόνη της να μεταλαμπαδεύσει την ενέργεια από τη σκηνή στο ακροατήριο. Υπήρξανε βεβαίως και οι σχετικές υποβοηθήσεις, αφενός με τον Ertel να παροτρύνει τον κόσμο να επαναλαμβάνει κάποια μονολεκτικά ρεφρέν (στα “Pirasa” και “Hopce”) και αφετέρου με τις «βόλτες» ανάμεσα στο κοινό. Η αρχή αυτών έγινε στην διάρκεια του “Sipa”, με τα τρία τέταρτα της μπάντας να εκτελούν μέρος του από τις μπροστινές σειρές των θεατών και συνεχίστηκε με τον Ertel σε δύο-τρεις ακόμα περιπτώσεις. Πετυχημένα τρικάκια, ώστε να αναπτυχθεί περισσότερο ένα «μαζί», την ώρα που τούτη η γκρούβα η αρχέγονη διατηρούσε την ένταση σε υψηλά επίπεδα· κάνοντας την παράσταση των BaBa ZuLa να μοιάζει με ένα ηλεκτρικό πανηγύρι, έναν ιδανικό συγκερασμό ξεσηκωτικών ανατολίτικων τρόπων (βλέπε τα φλογισμένα 9/8 με τα οποία πυροδοτούσε τα κρουστά του ο Kamci) και ψυχεδελικών εγκεφαλικών παιγνίων. Νους και σώμα σε εκστατική ομοθυμία…

Zula_6_Super_Mario

Προτού συμβούν όλα τούτα, από τη σκηνή του PassPort πέρασαν τα δύο support σχήματα. Αρχικώς ο Σούπερ Μάριο, παίζοντας ένα όργανο που έμοιαζε με ηλεκτρικό μπουζούκι κι ένα moog συνθεσάιζερ, άφησε μάλλον θετικές εντυπώσεις. Κυρίως λόγω του ιδιαίτερου φαζαριστού ήχου του, γιατί κατά τα άλλα η συνολική του προσέγγιση στην παράδοση δεν έκρυβε πολλές πρωτοτυπίες.

Zula_5_ElectroBalkana

Ακολούθως τη σκυτάλη πήραν οι Elektrobalkana. Φανταστείτε κάτι μεταξύ hip πανηγυριού Ικαρίας και drum 'n' bass πάρτι της περασμένης δεκαετίας και μάλλον θα είστε μέσα. Δεν λέω, όταν διατηρούσαν το κόλπο σε μία σχετική ηρεμία τα πράγματα έβρισκαν τρόπο να ισορροπήσουν και το κουαρτέτο έμοιαζε να τραβά σε ενδιαφέροντες δρόμους. Όμως η νόρμα ήθελε τα παραδοσιακά θέματα να μπλέκονται με μία εκτραχυνόμενη drum 'n' bass, δημιουργώντας ένα μάλλον ασύνδετο σύνολο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το τελείωμα με το “Μπήκαν Τα Γίδια Στο Μαντρί” να μπλέκεται ακατάληπτα με μία σκληρή drum 'n' bass φόρμα. Χώρια η ακατάσχετη φλυαρία του βιολιστή/τραγουδιστή στα ενδιάμεσα των κομματιών…

Χρειάστηκε να περιμένουμε κάτι παραπάνω από μιάμιση ώρα από την έναρξη της συναυλίας, όταν και βγήκαν στη σκηνή οι BaBa ZuLa, για να καταλάβουμε τι είναι αυτό που ξεχωρίζει την ήρα από το στάρι. Και να λάβουμε μαθήματα για το πώς δύναται η παράδοση να συναντήσει τη συγχρονικότητα.

{youtube}NkbZPrI-cQM{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured