Στον τέταρτο Σεπτέμβριο διεξαγωγής του, το ένTechno απέδειξε και στους πιο καχύποπτους ότι έχει πλέον καθιερωθεί ως μια μεγάλη γιορτή της σύγχρονης dance κουλτούρας, η οποία δεν χρειάζεται (ντε και καλά) ηχηρά ονόματα προκειμένου να τραβήξει κόσμο. Ακόμα λοιπόν και την Παρασκευή –όπου υπήρχε σοβαρό αντίπαλο δέος στο Bios– το φεστιβάλ μάζεψε αρκετό κόσμο από νωρίς, το δε Σάββατο το gig space του 6 D.O.G.S. ξεχείλισε από ανθρώπους οι οποίοι εμφανώς το γλέντησαν με την ψυχή τους, χορεύοντας ως τα ξημερώματα. Κάλλια Κακαλέτρη, Τάσος Μαγιόπουλος & Χάρης Συμβουλίδης έδωσαν το παρών...
1η ΜΕΡΑ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21/9)
Mr. Static & Runner
της Κάλλιας Κακαλέτρη
Επιφορτισμένοι με το ζέσταμα της πρώτης βραδιάς του φετινού ένTechno, οι Mr. Statik και Runner έλαβαν θέσεις πίσω από τα ειδικά διαμορφωμένα για την περίσταση decks του 6 D.O.G.S. περίπου τα μεσάνυχτα της Παρασκευής, όταν στο εσωτερικό του πολυχώρου ο κόσμος ήταν ακόμα ελάχιστος. Παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος παρέμεινε λίγος μέχρι περίπου τα μισά του σετ τους, οι δύο Έλληνες DJs δεν φάνηκαν να επηρεάζονται ιδιαίτερα. Εκμεταλλεύτηκαν τη back-to-back περίσταση για να εμπλέξουν house (κατά κύριο λόγο) επιλογές, κινούμενες άλλοτε σε πιο σκοτεινά, μινιμαλιστικά μοτίβα κι άλλοτε σε περισσότερο εύθυμα με στόχο να προετοιμάσουν επαρκώς το χορευτικό έδαφος για τον Kenneth Christiansen, ο οποίος θα ακολουθούσε. Στην πορεία ο κόσμος πλήθυνε, άρχισε να κινείται διακριτικά στους ετερόκλητους ρυθμούς που πρόεκυπταν από τη διάδραση των δύο κυρίων και πέρασε με ευκολία στους ακόμα πιο εντατικούς ρυθμούς του Δανού, όταν άνευ διακοπής οι Statik και Runner του παρέδωσαν τη σκυτάλη.
Kenneth Christiansen
του Τάσου Μαγιόπουλου
Το αφεντικό της Echocord Records ήταν το πρώτο μη ελληνικό όνομα που θα παρακολουθούσαμε στο ένTechno. Και αν η αρχή είναι πράγματι το ήμισυ του παντός, τότε καταλάβαινες ότι το φετινό φεστιβάλ θα πήγαινε πολύ καλά. Γιατί ο Kenneth Christiansen έθεσε από την αρχή την ταυτότητα του σετ του: σκοτεινό techno. Ευτυχώς όμως για μας, όχι το μονοκόμματο, επικεντρωμένο στον ρυθμό και ομογενοποιημένο techno. Αντίθετα, το σετ του διανθιζόταν συνεχώς από διαφορετικά στοιχεία έτσι ώστε να διατηρεί έναν βασικό μουσικό κορμό αλλά να εναλλάσσει τις διαθέσεις του ώστε να μας κρατάει το ενδιαφέρον. Έτσι, εκεί που διέκρινες κάποιες Detroit αναφορές, σου έστελνε μετά ένα μελωδικό πέρασμα και από εκεί σε μετέφερε στη μελαγχολική –σχεδόν ψυχεδελική– πλευρά του techno ιδιώματος. Σαν περφόρμερ βέβαια δεν τον λες κι εκφραστικό τον Δανό, ενώ τα προβλήματα που είχε με τα βινύλια (ή μήπως με τα μηχανήματα;) προς το τέλος χτυπάγανε λίγο άσχημα στα αυτιά. Αλλά η τακτική που ακολούθησε για τον επίλογο του σετ του, να έχει δηλαδή μια παρεμφερή βάση beat/μπασογραμμής ανάμεσα στα κομμάτια ενώ από πάνω ακουγόντουσαν μηχανικές μελωδίες, αποδείχτηκε ιδανικό κλείσιμο της εμφάνισής του. Δυστυχώς, το γεγονός ότι η πρώτη ένTechno μέρα ήταν καθημερινή (και άρα εργάσιμη) είχε τις συνέπειες στις αντοχές μας, μην επιτρέποντάς μας να παρακολουθήσουμε τους Jichael Mackson και Delta Funkionen.
2Η ΜΕΡΑ (ΣΑΒΒΑΤΟ 22/9)
Pan & Slydex
του Χάρη Συμβουλίδη
23.04 ακριβώς, ο Chevy πήρε θέση στο μπαρ του 6 D.O.G.S., μουρμούρισε «όχι άλλο Red Hot Chili Peppers», το “By The Way” κόπηκε στη μέση και στη θέση του μπήκε το “Feeling Like A Woman”. Κήρυξη εργασιών δεύτερης ένTechno μέρας, λοιπόν, με το ψιλοβαλεαριδικό track του DJ Nature να δίνει τον ευφορικό τόνο σε ένα σετ με πιο ενδιαφέροντα underground χαουζάκια από όσα ακούς συνήθως. Τα οποία κι έφεραν κάμποσο κόσμο προς το μπαρ, καλύπτοντας τη μισάωρη και κάτι καθυστέρηση των Pan & Slydex στον κυρίως χώρο, εξ αιτίας ενός χρονοβόρου soundcheck. Οι τελευταίοι είδαν την πρώτη σεβαστή ποσότητα κοινού να καταφτάνει προς τα decks τους κατά τη 01.00 –όταν στο μπαρ τη σκυτάλη έπαιρνε ο Tolis Q, ο οποίος κράτησε επάξια το κεφάτο αίσθημα ως τις 03.00. Πραγματοποίησαν δε ένα ζέσταμα για σεμινάριο: κινούμενοι σε deep house διαθέσεις μα με πινελιές που ανά διαστήματα τους έφερναν στις παρυφές του techno, έπαιξαν όσο χαλαρά και ρυθμικά απαιτούσε η περίσταση. Ωστόσο επέμειναν να καλύψουν εκείνο το μισάωρο+ καθυστέρησης μένοντας στα decks ως τις 3 παρά είκοσι, κάτι που εκτιμώ ως λάθος τους. Όχι τόσο γιατί καθυστέρησαν έτσι όλες τις υπόλοιπες εμφανίσεις (Σάββατο ήταν στο κάτω-κάτω), μα γιατί κατά τις 2 το gig space είχε ήδη πια γεμίσει από κόσμο που αδημονούσε για κάτι σε «κυρίως πιάτο». Δεν χρειαζόταν ούτε άλλο ζέσταμα, ούτε περισσότερο deep house.
Avatism
του Τάσου Μαγιόπουλου
Ο Ιταλός Avatism μας μπέρδεψε στην αρχή. Το ξεκίνημα του σετ του ήταν μελωδικό και ιδιαίτερα μουσικό, δεν απέφευγες όμως τη σκέψη ότι –αν και ποιοτικό– θα ταίριαζε περισσότερο να το ακούς στο σαλόνι σου από μια μιξαρισμένη συλλογή, παρά να το παρακολουθείς ζωντανά στα πλαίσια ενός dance φεστιβάλ. Ο ρυθμός είχε πάρει περισσότερο συνοδευτική θέση και ο κόσμος άκουγε μουδιασμένος, κουνώντας το κορμί του από συνήθεια παρά από έμπνευση. Και όμως! Αυτός ο ίδιος κόσμος θα αποθέωνε τον Avatism λίγο αργότερα. Γιατί ο Ιταλός, καθώς φάνηκε, δρούσε βάσει σχεδίου. Έτσι, μας έπαιξε στην αρχή ό,τι πιο μελωδικό είχε για να μας «ρίξει» και σε κάποιο σημείο αποφάσισε να σηκώσει το λάβαρο των bpms, με αποτέλεσμα η διαφορά μεταξύ του πριν και του νυν να γίνει τόσο εμφανής, ώστε να σε αναγκάζει να κουνηθείς στον ρυθμό του. Ιδιοφυές σετ, το οποίο τελικά κατάφερε να συνδυάσει την έντονη μουσικότητά του με τον πηγαίο χορό των παρευρισκομένων.
Anthony Collins
του Χάρη Συμβουλίδη
Μετά το καταπληκτικό σετ του Avatism, πέρασα μια βόλτα από το μπαρ για να δω τι έκανε εκεί ο Bodj. Τα φώτα προς τα μέσα είχαν αισθητά χαμηλώσει, ενώ η δίοδος προς το DJ booth στο βάθος είχε σχεδόν φράξει: αρκετός κόσμος παρέμενε στο μπαρ χορεύοντας, με τον Bodj να παρέχει την κατάλληλη house τροφή σε μέση και γοφούς. Δεν επέμεινα περισσότερο, καθώς ήμουν αληθινά περίεργος να δω πώς θα διαχειριζόταν ο Anthony Collins τον θρίαμβο του Avatism. Παρότι μουσικά δεν έχει το ενδιαφέρον του Ιταλού συναδέλφου του –αλλά ούτε και τη δική του «έκτη αίσθηση» στην ισορρόπηση ατμόσφαιρας και ρυθμού– ο Γάλλος έβαλε μπροστά την πλούσια εμπειρία του από τα ευρωπαϊκά κλαμπ. Αντιλαμβανόμενος πλήρως τι αποζητούσε η στιγμή, έστησε λοιπόν ένα σετ που ικανοποίησε την ανάγκη του κοινού να μείνει στην πίστα και να συνεχίσει τον χορό. Ως και μετά τις 05.00, όταν πια με εγκατέλειψαν οι δυνάμεις μου (και η αντοχή μου στις παραφυάδες του house), το πλήθος στο gig space του 6 D.O.G.S. ήταν πυκνό και σε εξαιρετική διάθεση.
Λυπήθηκα φεύγοντας που δεν θα έβλεπα τον Conforce, καθώς είχα βρει το περσινό του Escapism μια πετυχημένη άσκηση μεταξύ minimal techno και deep house και πίστευα πως θα έπαιζε το πιο αμιγώς techno σετ της δεύτερης μέρας. Άντε και του χρόνου, με την ευχή να δούμε και κάτι σε Monolake ή/και Voices From The Lake...