Συναυλιακό γεγονός η νέα επίσκεψη των dEUS σε μια Ελλάδα που αποδεδειγμένα πια τους λατρεύει. Για τις προσδοκίες του Στέργιου Κοράνα οι Βέλγοι φάνηκαν αντάξιοι και με το παραπάνω την Παρασκευή στη Θεσσαλονίκη. Αλλά ο Μάνος Μπούρας, που τους παρακολούθησε το Σάββατο στην Αθήνα, έφυγε με ανάμεικτες εντυπώσεις και συναισθήματα –έστω κι αν η γενική αίσθηση υπήρξε σίγουρα θετική...
Θεσσαλονίκη, Παρασκευή 16/3
του Στέργιου Κοράνα
Μ’ ένα (σχετικά) νέο άλμπουμ στις αποσκευές τους, οι dEUS έκαναν την τιμή και σ’ εμάς εδώ στη Θεσσαλονίκη, στον καινούργιο χώρο του Principal, την παλιά Αποθήκη του Μύλου. Παραδόξως, δεν είχε τύχει να τους ξαναδώ ζωντανά, παρ’ όλο που είναι από τα συγκροτήματα τα οποία ανήκουν στη γενιά μου. Ήταν ευκαιρία λοιπόν η εμφάνιση της Παρασκευής, ακόμα κι αν –ομολογουμένως– το Keep You Close δεν το βάζεις και στα κορυφαία της καριέρας των Βέλγων...
Τους Βei The Fish από τη γειτονική FYROM, που κλήθηκαν να ανοίξουν τη συναυλία, δεν τους γνώριζα. Κακώς, όπως αποδείχτηκε. Με setlist περίπου μιας ώρας, με τη μουσική τους να κινείται γενικά στο alternative αλλά με πολλά electro-pop στοιχεία, με ωραία σκηνική παρουσία και με πολλή όρεξη (έγινε πολύ φανερό στο κοινό αυτό), μας εξέπληξαν ευχάριστα. Από τα καλύτερα support συγκροτήματα που είδα τελευταία και με ήχο ο οποίος ταίριαζε στους dEUS μεν, διατηρώντας όμως κι ένα ύφος τελείως δικό του.
Περίπου ένα τέταρτο μετά, υποδεχτήκαμε τους Βέλγους. Από την αρχή φάνηκε η διάθεσή τους να παρουσιάσουν το νέο τους άλμπουμ, αλλά ευτυχώς «σκόρπισαν» τα τραγούδια του Keep You Close στη setlist με τέτοιον τρόπο, ώστε να μη μας κουράσουν ούτε στιγμή.
Τι ακούσαμε; Πρακτικά, λίγο απ’ όλα. Οι dEUS έπαιξαν υλικό και από τους 6 δίσκους τους, οπότε δεν άφησαν σχεδόν κανέναν παραπονεμένο. Οι δυο ίσως κορυφαίες φάσεις της συναυλίας ήταν το “Bad Timing” στο τελείωμα του κυρίως σετ και φυσικά το επικό κλείσιμο με “Suds & Soda”, όπου έγινε και ο κακός χαμός στο ακροατήριο. Το συγκρότημα έπαιξε πολύ καλά και οι ανταποκρίσεις του κόσμου ήταν πολύ θετικές, ήδη από το ξεκίνημα του live. Μάλιστα, με το που είδαν τι υποδοχή τους επιφύλαξαν οι Θεσσαλονικείς, οι dEUS φάνηκε ότι προσπάθησαν ακόμα περισσότερο. Γενικά, το κοινό που είχε έρθει στο Principal έδειχνε καλά ενημερωμένο, δεν έλειψε δε και το κλασικό «πόγκο» στο τελείωμα της βραδιάς.
Πέρα λοιπόν από ένα μικρό θεματάκι στον ήχο που μας καθυστέρησε στην αρχή, δεν είχαμε κανένα άλλο παρατράγουδο –μάλιστα το αποτέλεσμα δικαίωσε τους τεχνικούς, αφού δεν περίμενα ν’ ακούσω κάτι τέτοιο στην Αποθήκη του Μύλου. Προφανώς, η τεχνική ομάδα του Principal προσαρμόστηκε άμεσα στα δεδομένα του νέου χώρου και επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά τη φήμη της. Και γενικότερα όμως, οι άνθρωποι του Principal έκαναν μία από τις καλύτερες δυνατές κινήσεις, όσον αφορά στην τοποθεσία. Η παλιά αποθήκη του Μύλου ήταν ίσως ο μεγαλύτερος κλειστός συναυλιακός χώρος εντός της πόλης, πράγμα που σημαίνει ότι, ενώ ως τώρα για να δεις μια συναυλία στο Principal έπρεπε να τρέχεις ως το Ρύσιο (20 χιλιόμετρα εκτός Θεσσαλονίκης), τώρα θα έρχεσαι στην ευρύτερη περιοχή του λιμανιού. Πιθανολογώ έτσι ότι στο εξής θα δούμε το Principal να κονταροχτυπιέται στα ίσα με το Block33.
Το χάρηκα πάρα πολύ που είδα τους dEUS και στάθηκαν αντάξιοι των προσδοκιών μου και με το παραπάνω. Μετά από ένα αρκετά μεγάλο διάλειμμα που είχα κάνει από τις συναυλίες για προσωπικούς λόγους, ήταν ό,τι καλύτερο για να με «επαναφέρει». Φυσικά, αν τυχόν ξανάρθουν, θα είμαι εκεί!
Αθήνα, Σάββατο 17/3
του Μάνου Μπούρα
Με ανάμεικτες εντυπώσεις και συναισθήματα έφυγα το Σάββατο από το Fuzz, έχοντας παρακολουθήσει –για πολλοστή φορά– τους dEUS. Ένα σχήμα που, με την εμφάνισή του κιόλας, χαιρετίστηκε σαν ένα από τα καλύτερα ευρωπαϊκά ροκ γκρουπ και σήμερα, μετά από κοντά 20 χρόνια πορείας, κανείς δεν μπορεί να τους αφαιρέσει αυτόν τον τίτλο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έδωσαν ένα ακόμα εξαιρετικό σόου στην Αθήνα κι ότι, όσα κι αν τους συμβούν, θα παραμείνουν ζωντανοί και πανίσχυροι. Δεν παύουν εντούτοις να αρχίζουν να μπαίνουν και ορισμένες ενστάσεις στην εξίσωση...
Ας αρχίσουμε όμως από τους My Wet Calvin που άνοιξαν τη συναυλία και που αρκετοί δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν, καθώς έπαιξαν μισή μόνο ώρα ξεκινώντας αρκετά νωρίς, γύρω στις 9 και τέταρτο. Το ντουέτο δεν πτοήθηκε ασφαλώς και έκανε μία ακόμη πολύ ενδιαφέρουσα εμφάνιση, προδιαθέτοντάς μας θετικά για την επερχόμενη κυκλοφορία του, Happened Before. Αυτή τη φορά πάντως –κατόπιν πλειάδας φορών που τους έχω επίσης δει– παρατήρησα ότι, ενώ η μουσική που παίζουν είναι ποπ με μπόλικα indie κιθαριστικά στοιχεία, ο ευφρόσυνος χαρακτήρας της δεν μεταδόθηκε στο ακροατήριο. Με άλλα λόγια, είναι δυνατόν να παίζουν κομμάτια όπως το “I Don’t Want To Sing These Songs Anymore” και να μην γίνεται κάποιου είδους χαλασμός κάτω από τη σκηνή; Τι ακριβώς δεν πηγαίνει καλά στον δίαυλο ανάμεσα σ’ εκείνους και στον κόσμο που τους παρακολουθεί; Ας γίνει αυτό τροφή για σκέψη, προς αμφότερες τις πλευρές…
Γιατί, όπως αποδείχθηκε και στη συνέχεια, δεν ήταν πρόβλημα μόνο των My Wet Calvin. Ακόμη κι αυτοί οι dEUS είδαν, για ένα μεγάλο μέρος της εμφάνισής τους, τον κόσμο να τους παρακολουθεί ακίνητος. Απορροφώντας μεν όλη την ενέργεια που εξέπεμπαν καθ’ όλη τη διάρκεια του live, αλλά χωρίς κανενός είδους έκρηξη. Και οι δύο πλευρές είχαν τα δίκια τους: αφενός οι Βέλγοι επικέντρωσαν το ρεπερτόριό τους στους πιο πρόσφατους δίσκους τους –το περυσινό Keep You Close ασφαλώς, μα και τα δύο προηγούμενα της δεύτερης περιόδου (αν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε έτσι εκείνη που ήρθε κατόπιν του Greatest Hits)– αφετέρου οι θεατές είχαν έρθει να ακούσουν κυρίως τα κλασικά τους κομμάτια, όσα τους καθιέρωσαν κι όσα τους έκαναν να αγαπηθούν με πάθος από όλους όσους εντρύφησαν στη μουσική τους. Η αλήθεια είναι ότι τα παλιότερα τραγούδια τους είναι καλύτερα. Έχουν γράψει όμως κι αργότερα ωραίες συνθέσεις, που δυστυχώς δεν είχαν την τύχη να ακουστούν από τα τραγικά ροκ ραδιόφωνα της χώρας μας –οπότε δεν ευτύχισαν να έχουν μια ευκαιρία τουλάχιστον να ακουστούν και να αυξήσουν ενδεχομένως τις μετοχές τους στη συνείδηση του εγχώριου ροκ ακροατηρίου.
Αρκούσε λοιπόν να βιώσει κανείς την αλλαγή στη διάθεση των παρευρισκομένων όταν παίχτηκε το πρώτο «γνωστό» κομμάτι, το “Instant Street”, για να καταλάβει τι εννοούμε. Το αυτονόητο: οι τοίχοι του Fuzz άρχισαν να δονούνται με τις πρώτες νότες του και να δείχνουν σημάδια κατεδάφισης στη θορυβώδη κορύφωσή του. Στο ίδιο μοτίβο συνέχισαν με το “Theme From Turnpike”, ενώ με το τέλος του –και τη συνέχεια σε καινούργιο υλικό– έπεσε εκ νέου παγωμάρα στην αίθουσα... Σαφώς και δεν έφταιγαν οι dEUS. Η μπάντα που έχει μοντάρει ο Tom Barman είναι και πάλι σπουδαία, το κουιντέτο λειτουργούσε άψογα και έβγαινε με φόρα να διεκδικήσει την αναγνώριση που πάντοτε είχε, και κανείς νομίζω δεν έχει κάτι να ψέξει (εκτός ίσως από τον Χρήστο Νύχτη, ο οποίος προτιμούσε να έπαιζαν λιγότερα προηχογραφημένα μέρη –κι έχει δίκιο). Από εκεί και πέρα, η αλήθεια είναι ότι η συναυλία θα μείνει στη μνήμη για τα καθιερωμένα τραγούδια κι ελάχιστα για τα, έστω και καλοπαιγμένα, καινούργια τους.
Ένα “Little Arithmetics” έκανε μία ανέμελη βόλτα στο κυρίως σετ κι από εκεί και πέρα το ζουμί βρισκόταν στα ανκόρ: “Sister Dew” και “Hotel Lounge” στο πρώτο, “Morticiachair” και “Suds & Soda” στο δεύτερο –το τελευταίο σε μία ξεχειλωμένη εκτέλεση που μπορεί να έφτασε και τα 10 λεπτά (δεν κράτησα χρόνο για να είμαι ειλικρινής) και περιελάμβανε από παρουσίαση των μελών του συγκροτήματος, έως μπόλικο χαοτικό αυτοσχεδιασμό.
Το τέλος ήταν λοιπόν αποθεωτικό, απλά αργότερα, όταν κάνεις ταμείο, αρχίζουν οι δεύτερες σκέψεις: πού ήταν το “For The Roses”, το “Nothing Really Ends” ή το (προσωπικό αγαπημένο) “7 Days, 7 Weeks”; Ήταν η έλλειψή τους ισχνή έναντι όσων άλλων είδαμε και ακούσαμε; Οι απαντήσεις είναι διαφορετικές για τον καθένα φαντάζομαι, κάτι μου λέει όμως ότι η γενική αίσθηση που άφησε πίσω της η συναυλία είναι θετική. Φαντάζομαι επίσης ότι η ίδια η μπάντα θα τα βλέπει αυτά που αναφέρουμε εδώ και καλό θα ήταν να κάνει τα κουμάντα της για την επόμενη φορά. Λίγη ακόμη τροφή για σκέψη, απευθυνόμενη προς εκείνους μόνο αυτή τη φορά (όχι άλλη τροφή για σκέψη ακούω να λέτε, χορτάσαμε…).
{youtube}V4gy3KIsnRI{/youtube}