Εκλεκτική mainstream τζαζ, που σέβεται το παρελθόν και βασίζεται στη γνώση της ιστορίας και της παράδοσης του είδους αλλά και ανιχνεύει πληθωρικούς, άτακτους ενίοτε και ευαίσθητους εκφραστικούς δρόμους, πρωταγωνίστησε στο Half Note την Τετάρτη –δια χειρός του all-star κουιντέτου του George Cables.
H μουσική τού ταλαντούχου και συνάμα ιστορικά περιζήτητου sideman πιανίστα (και όχι μόνο), μαζί με τους έναν προς έναν συναδέλφους του, αντανακλά την ελκυστική πλευρά της ρυθμικής τζαζ των 1960s και 1970s και των μεγάλων στιγμών τους, όσων άφησαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στο πέρασμα του χρόνου. Δεν είναι άλλωστε κι αμελητέο να σε εμπνέουν και να σε «προσέχουν» μεγαθήρια όπως οι Dexter Gordon, Art Blakey, Art Pepper, Sonny Rollins, Thelonious Monk, Herbie Hancock κ.α. Τζαζ και παραδοσιακή κουλτούρα λοιπόν, σε μια γοητευτική και ουσιαστική σύγκλιση, η οποία διερευνά ομοιότητες και αποκλίσεις αντικατοπτρίζοντας την αφοπλιστική δύναμη και ακεραιότητα του groove.
To ραντεβού έλαβε χώρα λίγο μετά τις 10.30, σε έναν σεβαστά γεμάτο χώρο, που μάλλον έδειξε σταδιακά τις διαθέσεις/προθέσεις και τη γνώση του για τους μουσικούς που θα έκαναν πρεμιέρα. Για την έναρξη, το περίπλοκο post-bop του “Dark Side, Light Side” (σύνθεση του ίδιου του George Cables) συνοδεύτηκε με έναν άκρως swinging παλμό και με τους «ανεμοδαρμένους» αυτοσχεδιασμούς κάθε μέλους του σχήματος. Ακολούθησε το “Helen’s Song” –που γράφτηκε στα 1985 από τον Cables ως αφιέρωση στην πιστή του σύντροφο ζωής– σε ήρεμα, μελωδικά μονοπάτια τα οποία κρύβανε όμως και απρόβλεπτα κλειδιά έντασης.
«Δεν πίστευα κι εγώ ότι το κομμάτι αυτό ανήκε στον McCoy Tyner, όμως το λατρεύω και το παίζω συχνά», σχολίασε κατόπιν ο leader του γκρουπ αναφορικά με τη διάφανη μπαλάντα “You Taught My Heart To Sing” –ίσως την πιο αδιάφορη στιγμή της συναυλίας, για μένα. Η ευγενής παρουσία του Cables, εκτός άλλων, είχε πάντως τη διάθεση να μας παρουσιάζει σχεδόν κάθε κομμάτι μέσα από λίγα αυτοβιογραφικά λόγια. Έτσι, το “My Baggy Pants” (από το Looking For The Light), πέρα από τον Art Blakey και τον “Moanin” αέρα του, ήταν αφιερωμένο και στον πατέρα του, ο οποίος συνήθιζε να προσφωνεί έτσι τον υιό του. Εδώ, το up beat του Craig Handy στο σαξόφωνο έδωσε ρεσιτάλ «σπασίματος», η ορμητική τρομπέτα του David Weiss ισορρόπησε το συνεχές groove και επιβλήθηκε με τον τρόπο της, ενώ ο πιανιστικός-κρουστός διάλογος πήρε φωτιά και...τελειώνει η ιστορία!
Το απαραίτητο δεκαπεντάλεπτο διάλειμμα ακολούθησε η ιστορία τού “Ebony Moonbeams”, που γράφτηκε για τον σπουδαίο τρομπετίστα Freddie Hubbard και αποκάλυψε την υψηλή ερμηνευτική και ενορχηστρωτική κλάση του δημιουργού της. Την ίδια στιγμή, τα στιβαρά σαξοφωνικά περάσματα μιας Dexter Gordon-Lee Morgan σχολής μα και η νεφελώδης μελαγχολία της τρομπέτας έδωσαν την «έντεχνη» ευγένεια μιας παρέας που συνομιλεί και ευτυχώς δεν φλυαρεί. Τα παλιά στάνταρ “I Should Care” και “Smoke Gets Into Your Eyes” έδωσαν στη συνέχεια την ευκαιρία στους παλιόφιλους George Cables και Billy Hart (ντραμς) να συνωμοτήσουν παιχνιδιάρικα και να μας πείσουν για την ιστορική τους τζαζ διαδρομή-κεφάλαιο, αφήνοντας το γόνιμο προβάδισμα στους νεότερούς τους καλλιτέχνες. Μια αλλιώτικη επίσης «μούσα», εκείνη της μουσικής –η Ευτέρπη– χάρισε τον τίτλο στο ομώνυμο “My Muse” του Cables, με την αρωγή τώρα του Graig Handy στο φλάουτο και τις bossa nova καταβολές. Δεν θα μπορούσα να λησμονήσω, βεβαίως, τον μπασίστα Michael Bowie, η πιο ιδιοσυγκρασιακή jazzy-funky τεχνική του οποίου είχε τη χάρη της, καθώς και τον παλιάς φρουράς Billy Hart που ελίχθηκε «δυνατά» με τα πιατίνα του σε Max Roach, Louis Hayes και Elvin Jones θερμότητες.
Για κάτι παραπάνω από δύο ώρες, η οργανική σύνθεση των George Cables Quintet έθεσε με ειλικρίνεια και δεξιοτεχνία τη δική τους ταυτότητα στο Half Note, προσδίδοντας φινέτσα και φαντασία στο πώς νοούμε τα υψηλά στάνταρ ή ευρύτερα την κλασική τζαζ. Ο πήχης είναι ανεβασμένος και, ό,τι κι αν προσθέσουμε, τα υπόλοιπα ανήκουν στους ελιτίστες…