Επέλεξα σκοπίμως να πάω στη συγκεκριμένη συναυλία (δημοσιογραφικά) απροετοίμαστος. Άφησα, λοιπόν, τη σχέση μου με την ιταλική τζαζ να πλέει στα ίδια ρηχά νερά και τη γνώση μου για το ντουέτο των Gianluigi Trovesi & Gianni Coscia να λιμνάζει στη θολή ανάμνηση παλαιότερων ακροάσεων ενός και μόνο δίσκου τους, του In Cerca Di Cibo. Ήθελα να δώσω στον εαυτό μου την ευκαιρία να αιφνιδιαστεί. Εκ των υστέρων, απεδείχθη πως αυτά τα λίγα έστω που γνώριζα ήσαν αρκετά –ικανά τουλάχιστον να κάνουν το ραντεβού μου με τον αιφνιδιασμό να τείνει προς αναβολή.

Διότι διαφάνηκε από νωρίς πως το ντουέτο του κλαρινετίστα Gianluigi Trovesi και του ακορντεονίστα Gianni Coscia βαδίζει σε ένα σταθερό μουσικό μονοπάτι, οι συντεταγμένες του οποίου βρίσκονται ξεκάθαρες τόσο στο (προ δεκαετίας σχεδόν) In Cerca Di Cibo, όσο και στο προκείμενο, τη ζωντανή τους δηλαδή εμφάνιση. Βυθίστηκα λοιπόν σωματικώς στα αναπαυτικά καθίσματα της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών και νοητικώς στον μίτο τον οποίον έπλεκαν οι επί σκηνής μουσικοί. Αφέθηκα στις νότες, όχι για να μάθω το τι (που ήδη γνώριζα –έστω και στο περίπου), αλλά για να αφουγκραστώ το πώς. Το οποίο, όπως αποδείχθηκε, οδηγούσε σε όμορφα, ζωηρά και παιχνιδιάρικα ηχοτοπία.

Trovesicoscia_2

Τα οποία ηχητικά τοπία, αισθάνομαι ότι περιέγραψε πολύ παραστατικά ο ίδιος ο Trovesi στην πρόσφατη συνέντευξή του στην Ευδοκία Πρέκα. Εκεί μίλησε για μουσική που «περιηγείται στο βάθος του τζαζ ποταμιού, συνομιλώντας είτε με την “πηγή”, είτε με το “δέλτα”». Αν και αναφερόταν στο κουαρτέτο του, μπορούμε –με μία διακριτική αφαίρεση– να εφαρμόσουμε τα λόγια του και στο ντουέτο του με τον Coscia. Βλέπετε, ο μουσικός χώρος στον οποίο κινούνται οι δυο τους μορφώνεται από πολλές και διαφορετικές συνισταμένες, όπως τα νερά ενός δέλτα διαμορφώνουν την κοινή τους μάζα από τον ποταμό και τους παραπόταμους που εκβάλλουν σε αυτό.

Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με τζαζ, με κινηματογραφικές μελωδίες, με παραδοσιακά μεσογειακά αρώματα και με κλασική παράδοση –με επιρροές από φιγούρες τόσο απομακρυσμένες όσο ο Kurt Weill και ο Πινόκιο! Κι όμως, όλα αυτά ενυπήρχαν σε ένα σώμα, υγιές και πρόσχαρο, δίχως περιττές αρτίστικες φανφάρες. Στη σκηνή της Στέγης στέκονταν δύο άνθρωποι που έψαχναν με ειλικρίνεια μία οδό για να εκφράσουν τις ποικίλες επιρροές τους. Εγχείρημα που ίσως κατέληγε σε αποτυχία αν δεν ήταν διαποτισμένο με το πηγαίο και ευγενές χιούμορ τους και αν δεν διέθεταν –αμφότεροι– τέτοια εκφραστική ευρύτητα και τέτοια εκτελεστική επάρκεια.

Trovesicoscia_4

Διότι αν ήταν σαφές ότι η φύση της μουσικής ήταν πολυσυλλεκτική, εξίσου σαφές γινόταν ότι είχες μπροστά σου δύο βιρτουόζους. Από τη μία τον Coscia, ο οποίος πότε ανεβοκατέβαινε με ταχύτητα σπρίντερ τις κλίμακες στο ακορντεόν του, πότε τοποθετούνταν με ακρίβεια και αισθαντικότητα στο ρυθμικό κέντρο της σύνθεσης και από την άλλη τον Trovesi, ο οποίος είτε προσέδιδε ένα επιπλέον σκέρτσο με το piccolo κλαρινέτο του, είτε προσέθετε σε δυναμική και ένταση με το άλτο κλαρινέτο του. Το εύρος των ερμηνειών έμοιαζε τεράστιο, έτσι όπως αυτές ενάλλασσαν την τζαζ ελευθερία με την κλασική πειθαρχεία, αυτήν με την παραδοσιακή ζωντάνια κ.ο.κ. Δύο μουσικοί που γνώριζαν πώς, γιατί και πότε θα αφήσουν χώρο ο ένας στον άλλο ή θα μπερδέψουν τα μουσικά τους χνώτα τόσο, ώστε ακορντεόν και κλαρινέτο να μοιάζουν το ένα προέκταση του άλλου.

Έτσι, με ευκολία τοποθετήθηκε το “Django” των Modern Jazz Quartet δίπλα σε συνθέσεις του ντουέτο (τόσο από παλαιότερες ηχογραφήσεις, όσο και από αυτήν που θα κυκλοφορήσει η ECM στο τέλος του τρέχοντος μηνός), ή μεταφορές έργων του Kurt Weill πλάι σε τρεις συνθέσεις του Fiorenzo Carpi για μια τηλεοπτική μεταφορά της ιστορίας του Πινόκιο... Η ευχέρεια των Trovesi & Coscia να μεταπηδούν από το ένα εκφραστικό ύφος στο άλλο ήταν τόσο χαρακτηριστική, ώστε πολλές φορές διάφορα άσχετα θέματα έμπαιναν σφήνες στη σύνθεση (μέχρι και λεπτομέρεια των “Παιδιών Του Πειραιά” έπαιξαν!), με την υφή αυτών των παρεμβολών να καταδεικνύει και τη θέση που κατείχε το χιούμορ στην όλη περίσταση. Χιούμορ το οποίο γινόταν πιο εύγλωττο όταν ο Trovesi προλόγιζε τα κομμάτια ή όταν σε κάποια στιγμή «φυσούσε» παράσιτα με το άλτο του, κάνοντας τον Coscia να κοιτάζει απορημένος.

Έπειτα από σχεδόν εκατό λεπτά επί σκηνής, οι Gianluigi Trovesi & Gianni Coscia εμφανίστηκαν ξανά για ένα «cortissimo ma bellissimo» (όπως το προλόγισε ο Trovesi) ανκόρ, παίζοντας το βασικό θέμα του “Il Postino”. Εκείνη την ώρα που η τελευταία νότα της συναυλίας εξέπνεε μόνη της δίχως παρεμβολή, σκέφτηκα πως το στοίχημα της παράστασης (και κατ’ επέκταση και της ίδιας της ύπαρξης του ντουέτου) –η συνύπαρξη των διαφορετικών μουσικών κόσμων– επετεύχθη στο ακέραιο. Ο Πινόκιο στάθηκε αντάξια δίπλα στον Weill. Περιέργως μάλιστα δεν ήταν ο Weill που εκλαϊκεύτηκε, αλλά ο Πινόκιο που λογιοποιήθηκε...

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured