Η αναχώρηση από το αεροδρόμιο του Ελ Βενιζέλ το πρωί της Πέμπτης, 16 Ιουνίου, ήταν μια χαρούμενη μέρα. Αφενός σηματοδοτούσε ένα πενταήμερο μακριά από τις εργασιακές υποχρεώσεις, αφετέρου ταξίδι στη Βαρκελώνη –μια πόλη την οποία δεν είχε τύχει να επισκεφθώ– και τέλος ένα τριήμερο γεμάτο με τα πιο φρέσκα ονόματα της ηλεκτρονικής (και όχι μόνο) μουσικής των τελευταίων μηνών. Sonar Festival 2011 λοιπόν και οι υπολογισμοί και τα προγράμματα είχαν ήδη αρχίσει από το αεροπλάνο, για να καταστεί δυνατό να δούμε επί σκηνής όσο το δυνατό περισσότερα ονόματα του υπερπλήρους line-up της φετινής εκδοχής του φεστιβάλ…
16 Ιουνίου
Η απογοήτευση που έχασα τον Toro Y Moi ήταν εμφανής, αλλά έστρεψα ευθύς αμέσως την προσοχή μου στο σετ του Floating Points για παρηγοριά. Ξεκίνημα με downtempo ακούσματα, τα οποία εξελίχθηκαν μετέπειτα σε funky breaks ήχους που ανέβασαν τους τόνους και τη διάθεση στο κοινό. Αμέσως μετά κατεύθυνση στον χώρο του Sonar Hall, στο εσωτερικό του μουσείου μοντέρνας τέχνης της Βαρκελώνης –λόγω αυτού είχε έναν μάξιμουμ αριθμό επιτρεπόμενων θεατών, γεγονός που θα δημιουργούσε αρκετές φορές πρόβλημα κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ. Έτσι, και με δεδομένη τη κοσμοσυρροή που είχε ήδη προξενήσει η εμφάνιση του Nicolas Jaar, βρεθήκαμε να περιμένουμε παρέα με αρκετό ακόμα κόσμο την είσοδό μας στον χώρο. Όταν τελικά αυτό επετράπη, γύρω στα 15 λεπτά αργότερα, βρεθήκαμε μπροστά σε μια πολύ κεφάτη περφόρμανς. Μυσταγωγικοί ρυθμοί, κατάλληλοι για καλοκαιρνές νύχτες, μας οδηγούσαν σε breakdowns από πνευστά και πλήκτρα μόνο και μόνο για να μας ξαναβουτήξουν στις α-λα-Parov Stelar μελωδίες του. Μια εμφάνιση με φοβερό παλμό κι ένα κοινό που χόρευε ασταμάτητα.
Στο Sonar Village, όπου βρίσκονταν οι Little Dragon, τα πράγματα ήταν μέτρια. Ζωντανά δεν με έπεισε ιδιαιτέρως η μπάντα της Σουηδο-Γιαπωνέζας Yukimi Nagano, καθώς πραγματοποίησε μια χαζοχαρούμενη εμφάνιση. Και μπορεί ο κόσμος να κουνιόταν στα τραγούδια τους, διαισθανόσουν όμως πως αυτό γινόταν περισσότερο λόγω της δικής του διάθεσης, παρά για την ουσία της μουσικής.
17 Ιουνίου
Ξεκίνημα της δεύτερης μέρας με τον γάλλο Agoria στον «κεντρικό» χώρο του Sonar Village. Το σετ του άρχισε σχεδόν… ακουστικά, χτίζοντας μια εισαγωγή ποτισμένη στην ατμοσφαιρικότητα προτού μας παραδώσει σε μια θάλασσα από techno beats, κάθε υποείδους του εν λόγω genre. Οι εντάσεις μάλιστα στους ενισχυτές χτύπησαν σύντομα κόκκινο, θυμίζοντας έτσι περισσότερο εμφάνιση του Sonar By Night παρά του By Day. Αν μάλιστα δεν με απάτησαν τα αυτιά μου, θαρρώ πως έπαιξε κι ένα remix σε Autechre εποχής Amber. Στην άλλη πλευρά του Sonar By Day πάλι, ο Zinc είχε στήσει το δικό του πανηγύρι, συγκεντρώνοντας πολύ κόσμο. Ο συνδυασμός ανεβαστικού dubstep, UK bass και grime έκανε σύντομα όλο τον κόσμο κάτω από τις τέντες του Red Bull Academy να κουνιέται ασταμάτητα. Τη στιγμή δε που έριξε στην «αρένα» ένα πιο wonky remix του “Wut” των Girl Unit, παρέα με dubstep wobbles στη συνέχεια, απλά επιβεβαίωσε ότι αυτό που παρακολουθούσαμε θα ήταν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σετ του τριημέρου.
Για τη hip hop νότα της ημέρας είχαμε για αρχή τους Atmosphere, οι οποίοι κάνανε δυναμική είσοδο με ηλεκτρικές κιθάρες και επιθετικά beats, ενώ στη συνέχεια παίξανε ορισμένα κλασικά beats του Ant, όπως τα “Nothing But Sunshine”, “Trying To Find A Balance” και “Yesterday”. Ο Slug πάλι έβαζε τον κόσμο στο παιχνίδι, αποδεικνύοντας ότι είναι ένας πολύ καλός performer με ενέργεια και εκφραστικότητα, κάνοντάς μας πότε να χοροπηδάμε, πότε να κουνάμε τα χέρια μας δεξιά-αριστερά και συνολικά να κουνιούμαστε στους ρυθμούς των Αμερικανών. Όταν δε προς το τελείωμα της εμφάνισής τους ακούστηκε από τα μεγάφωνα το “Godlovesugly” επικράτησε ένα έκδηλο κέφι παντού.
O How To Dress Well, αν κι έχει συζητηθεί αρκετα τελευταία, ζωντανά με έκανε να βαρεθώ από την αρχή κιόλας της εμφάνισής του. Και από ότι φάνηκε όχι μόνο εμένα, καθώς ο κόσμος στην αίθουσα του Sonar Complex αραίωσε με συνοπτικές διαδικασίες. Το μενού του περιλάμβανε κυκλικά πλήκτρα που στροβιλίζονταν συνεχώς χωρίς κανένα ίχνος beat και τον ίδιο να «κλαψουρίζει» από πάνω τους, κάτι που με έκανε να αναρωτηθώ σε ποιους απευθυνόταν –πέρα από τα ερωτευμένα ζευγαράκια τα οποία ψάχνανε το οτιδήποτε αισθαντικό για να πνιγούνε στα φιλιά. Ο Four Tet ανέλαβε όμως να σώσει την κατάσταση, ξεκινώντας με δυνατά broken beats ούτως ώστε να διασφαλίσει την ομαλή μετάβαση από το DJ σετ που είχε προηγηθεί της εμφάνισής του στο Sonar Village. Μετά την εισαγωγή προχωράει ευθύς αμέσως στο single από τον περσινό του δίσκο, το “Love Cry”, και από εκεί και πέρα ακολούθησε ένα σετ προσαρμοσμένο στις ανεβασμένες απαιτήσεις της περίστασης, δίχως όμως να χάνει τον σκεπτόμενο χαρακτήρα που διαθέτει εν γένει η μουσική του Kieran Hebden. Η εμφάνισή του διακατεχόταν από μια start/stop νοοτροπία που σου πέταγε τα βαρύγδουπα μπάσα αμέσως μετά από ήσυχα ή μελωδικά περάσματα.
Ο φετινός τώρα υποψήφιος για το Mercury Prize, ο Ghostpoet, βρέθηκε στη σκηνή μαζί με δύο ακόμα ανθρώπους –έναν στα samplers κι έναν στις κιθάρες– βγάζοντας έναν γεμάτο ήχο, με έμφαση στα synths και στις βαθιές μπασογραμμές. Παρουσίασε στην πλειοψηφία του το Peanut Butter Blues & Melancholy Jam και το spoken word τεμπέλικο ύφος του δημιουργούσε ένα ιδανικό επίλογο σε μια δυναμική By Day ημέρα. Πάντως, αν και ωραία εμφάνιση, η μουσική του είναι πιο ταιριαστή για μικρότερα venues.
Το βράδυ πάλι η αρχή γίνεται με Cut Copy. Μέτριο live, με τα πλήκτρα χαμηλά στη μίξη, κάτι που έκανε τα τραγούδια να χάνουν κάτι από τον χαρακτήρα τους. Οι επιλογές προήλθαν και από τα δυο μέχρι στιγμής άλμπουμ τους και ο κόσμος βρισκόταν σε έκσταση κάθε που αναγνώριζε τις επιτυχίες τους –όπως π.χ. το “Hearts On Fire”. Πιστοποίησαν έτσι ότι η 1980s pop έχει ξαναβρεί διέξοδο στις μέρες μας. Για το τέλος μας φώναξαν «Are you ready for some crazyness?» και τινάξανε τα ηχεία στον αέρα από τα μπάσα λίγο πριν αφήσουν τη σκηνή.
Κατεύθυνση αμέσως προς το Sonar Club για να δούμε M.I.A. η οποία όμως είχε αργήσει να βγει καθώς ο προηγούμενος Munchi δεν έλεγε να αφήσει τη σκηνή παρά τις παρακλήσεις των ανθρώπων του φεστιβάλ! Όταν τελικά βγήκε η M.I.A. βγήκε είδαμε την αποθέωση της ενέργειας και της επιθετικότητας σε live. Η αρχή έγινε με Bolywood καταστάσεις ενώ η ίδια αναλώθηκε σε σέξι λικνίσματα και πήγαινε συνεχώς κοντά στο κοινό. Στο “Bucky Done Gun” επικράτησε ο πανικός, όπως άλλωστε και στο “Paper Planes”, όπου όλοι βγάλαμε τα air pistols, ενώ στο “Born Free” όλοι από κάτω κουνιόντουσαν ασταμάτητα ή «κουμπωνόντουσαν» για τη συνέχεια, όπως οι δύο Αγγλίδες δίπλα μας.
Στη διπλανή σκηνή, εντωμεταξύ, η Katy B είχε στήσει το δικό της γλέντι με τις χαρούμενες μελωδίες της να προσφέρουν έναν ευχάριστο σταθμό ανάμεσα στα πιο δυνατά χαρτιά της βραδιάς. O Scuba από την άλλη, το αφεντικό της Hotflush δηλαδή, παρουσίασε ένα σετ με αρκετή ορμή αλλά και με μπόλικες δόσεις μελωδίας και συναισθήματος, το οποίο σε έβαζε σε διάθεση χορού δίχως φανφάρες εντυπωσιασμού. Dubstep πάντως δεν έπαιξε, παρόλο που αυτό περιμένανε αρκετοί, καθώς έμεινε σε πιο 4/4 και tech house περιοχές. Ενώ η Annie Mac, που έπαιζε την ίδια ώρα, πρέσβευε ακριβώς αυτό που είναι το σύγχρονο dubstep, το οποίο έχει μπει στα clubs και έχει πάρει στοιχεία από τον ήχο και την κουλτούρα αυτών. Έτσι, δεν είχε κανένα πρόβλημα να κινηθεί από το “Music Sounds Better With You” μέχρι τη σύγχρονη (και αναγεννημένη) jungle. Τη μάζα πάντως εκείνη την ώρα την είχε μαζέψει ο Steve Aoki, ο οποίος ασχολιόταν με crowd pleasing, εύπεπτα ακούσματα.
Καλά όλα αυτά, όμως ένα από τα highlights του τριημέρου είχε ήδη ξεκινήσει. Μιλάμε για τον μεγάλο Aphex Twin, ο οποίος πραγματοποίησε μια εμφάνιση που πιστοποιεί γιατί συγκαταλέγεται στις μουσικές μεγαλοφυΐες. Έπαιξε επιλογές από το SAW I μέχρι το Drukqs ενώ ανέσυρε στην επιφάνεια τραγούδια του επί εποχής AFX σφηνώνοντας μέχρι και κομμάτι του Jeff Mills. Το σετ του υπήρξε το απόλυτο χωνευτήρι, μιας και μας έπαιξε από IDM και drillcore έως ambient και τα κλασικά του ασυνάρτητα beats. Τα βιντεάκια δε που συνόδευαν είχαν μια ξεκάθαρη αισθητική πρώιμων 1990s. Συνολικά θα χαρακτήριζα την εμφάνισή του στο Sonar ως την κατάρριψη κάθε μουσικού στεγανού: ήταν συνεχής η ανατροπή του αναμενόμενου. Ορισμένα δε από τα κομμάτια που ακούστηκαν πρέπει να αποτελούσαν snippets ευρισκόμενα στο συρτάρι του εδώ και καμιά 20ετία –ωστόσο ακουγόντουσαν απόλυτα ταιριαστά.
18 Ιουνίου
Το ότι οι επανενωμένοι Global Communication θα ήταν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα acts του φετινού φεστιβάλ, το ξέραμε. Αλλά το πόσο συγκινητική εμφάνιση θα πραγματοποιούσαν, δεν το φανταζόμασταν. Και μόνο που μας παρουσίασαν ένα μεγάλο μέρος του αριστουργήματος που λέγεται 74:16 έφτανε. Όμως το οπτικό υλικό πάνω στο πανί που κάλυπτε τους τρεις τους έδινε άλλη διάσταση στο όλο εγχείρημα, προσφέροντας μια εξωκοσμική εμπειρία με εμφανή την αλληλεπίδρασή της με τα ambient τοπία τους. Ένα ταξίδι σε μέρη άγνωστα, εξωγήινα, άγνωστα και επομένως συναρπαστικά. Χωρίς σχεδόν κανένα beat μα με περίσσεια μουσικού τσαμπουκά, αυτό δεν ήταν live, ήταν συνολική εμπειρία. Κι όταν αποφασίσανε να κλείσουν την εμφάνισή τους με το καταπληκτικό τους remix στους Lamb, τότε ο κόσμος απογειώθηκε χορεύοντας ασταμάτητα στους drum ‘n’ bass ρυθμούς τους.
Ο νεαρός Ilum Sphere αποτέλεσε την έκπληξη της ημέρας στο SonarDome, με ένα φρεσκότατο και ευφάνταστο σετ που ηχητικά δεν είχε καμία σταθερά, κυμαινόμενο από 1990s hip hop και σύγχρονο R’n’B μέχρι ska punk, soul classics, electro punk και IDM εξάρσεις που περιέργως κολλάγανε (ή καλύτερα τα έκανε να κολλάνε) μεταξύ τους. Επομένως μουσικός αχταρμάς μεν οι επιλογές του, αποτελεσματικότατο όμως στη πράξη –άλλωστε και το κοινό ανταποκρίθηκε απόλυτα στις επιλογές. Το κλείσιμο μάλιστα με Erykah Badu και αμέσως μετά Radiohead στάθηκε πραγματικά εμπνευσμένο.
Στο... καταραμένο SonarHall παίζανε στο μεταξύ οι Apparat στη full band εκδοχή τους. Όμως λόγω της κατάστασης στη συγκεκριμένη αίθουσα, που δούλευε με σειρά προτεραιότητας, καταφέραμε να δούμε μόλις το μισό τους live. Είχε μαζευτεί πολύς κόσμος για την πάρτη τους και αυτή η εκδοχή τους έπαιζε σε πιο κιθαριστικό και indie ύφος από ότι στους δίσκους. Παρόλα αυτά η εμφάνισή τους δεν με έπεισε. Μου βγάζανε διαρκώς την αίσθηση ότι έβλεπα ζωντανά τους Death Cab For Cutie να διασκευάζουν Apparat…
Το όνομα Chris Cunningham πιθανόν να μη λέει πολλά στη πλειοψηφία, όμως ο σκηνοθέτης των βιντεοκλίπ των Autechre, Aphex Twin, Bjork και Madonna πραγματοποίησε μια εμφάνιση όπου συνόδευσε τα διεστραμμένα βίντεό του με IDM beats σε κάτι που περισσότερο θύμιζε προβολή ταινίας παρά DJ σετ. Όμως πριν το τέλος του έπρεπε να τον αφήσω καθώς τρεις σκηνές παραπέρα εμφανιζόταν η Janelle Monae. Η εισαγωγή του live της θύμιζε κυριολεκτικά τσίρκο ενώ τα 14 άτομα επί σκηνής, ντυμένα με ασορτί κουστούμια, δημιουργούσαν μια κινηματογραφική αίσθηση. Ηχητικά πάλι ακούσαμε σύγχρονο funk ανακατεμένο με jazz και φυσικά απολαύσαμε μια υπέροχη φωνή αλλά και μια χαρισματική performer. Ιδιαίτερα θεατρικό live με μεγάλο highlight την απολαυστική διασκευή στο “I Want You Back”.
Ένα από τα πιο δυνατά χαρτιά του φετινού Sonar, οι Underworld, όχι μόνο δεν απογοήτευσαν αλλά αντίθετα εντυπωσίασαν με τις ζωντανές τους επιδόσεις. Με μια εμφάνιση η οποία στάθηκε ό,τι πιο κοντινό είδαμε σε ροκ φόρμες όλο το τρίημερο, οι βετεράνοι πραγματοποίησαν θριαμβευτική εμφάνιση που μπορεί να βασίστηκε στις αναμνήσεις διέθετε όμως ατόφια, ανεξάντλητη και νεανική ενέργεια, που δύσκολα συναντάς. Είχαν μαζέψει σχεδόν όλον τον κόσμο εκείνης της βραδιάς οπότε το πάρτυ είχε στηθεί για τα καλά στο χώρο του SonarClub. Το setlist μας ταξίδεψε σε όλη τη δισκογραφία τους και, με αιχμή του δόρατος το “Born Slippy”, οι Underworld εγκατέλειψαν τη σκηνή με όλη την αίθουσα να χειροκροτάει σε έκσταση.
Αναπάντεχο μεν αλλά υπερβολικά πολύ κόσμο είχαν μαζέψει και οι Buraka Som Sistema, καθώς το ισπανικό κοινό φαίνεται να τους εκτιμά ιδιαίτερα: οι αφρικανικοί ρυθμοί τους αναγνωριζόντουσαν από τις εισαγωγές κιόλας των κομματιών τους από τους περισσότερους. Οι Magnetic Man, από την άλλη, μπορεί να μην μαζέψανε τον κόσμο που θα περίμενε κανείς, είχαν πάντως συγκεντρώσει όλη την αγγλική μερίδα του φεστιβάλ, η οποία ήξερε τα λόγια από όλα τα τραγούδια τους. Ακούσαμε το μεγαλύτερο μέρος από το περσινό τους δίσκο, με τον P-Money να έχει αναλάβει τα φωνητικά. Συνολικά ήταν ένα dubstep pop κομμάτι της βραδιάς με αρκετό κέφι και από τα λίγα στιγμιότυπα του τριημέρου που αντιπροσωπεύσανε το συγκεκριμένο ιδίωμα, έστω και σε μια πιο εμπορική εκδοχή του.
Όσο για το κλείσιμο του φετινού Sonar, τουλάχιστον σε προσωπικό επίπεδο, αυτό έγινε με το DJ σετ του Paul Kalkbrenner. Ο οποίος, παίζοντας σε προχωρημένη ώρα και με το μεγάλο μέρος του κοινού ήδη σε «διάθεση», προσέφερε ένα techno σφυροκόπημα με μελωδικές πινελιές οι οποίες σπάγανε τους έντονους ρυθμούς. Ακούσαμε αρκετά τραγούδια από προσωπικές του δουλειές –όπως το soundtrack του Berlin Calling και το φετινό Icke Wieder– καθώς κι ένα πολύ ανεβαστικό remix στο “Praise You” του Fatboy Slim.