Αγάπη, επωδούς για «καλό καλοκαίρι» και υποσχέσεις για μια επόμενη χρονιά εξίσου πετυχημένη με την πρώτη της φετινή, εξέπεμψε το βράδυ της Τρίτης η εύστοχη διοργανωτική κολεκτίβα των Arte Fiasco στην τελευταία της διοργάνωση για φέτος, με καλεσμένους –για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες– τους Αμερικανούς Future Islands.
Για το ξεκίνημα της βραδιάς οι Arte Fiasco έδειξαν την σταθερή τους πίστη προς συγκεκριμένα ελληνικά σχήματα, φέρνοντας για τρίτη φορά επί σκηνής τους Masturbation Goes Cloud –συγκρότημα το οποίο, όπως έχουμε αποδεχθεί και παλιότερα, τραβάει προσοχή και την τραβάει δικαίως. Με τον πρώτο τους δίσκο να έχει πλέον κυκλοφορήσει από τη Somehow Ecstatic και την τωρινή τους σύνθεση να έχει κλείσει στα τρία άτομα, οι Masturbation Goes Cloud έδειχναν πλέον να πατάνε πολύ πιο σταθερά στο συνολικό τους στήσιμο στη σκηνή, που εκ των πραγμάτων απαιτεί μια μη επιφανειακή προσέγγιση. Το πλαίσιό τους αρχίζει να καθίσταται γνώριμο, με τη γερμανική μαθηματική επαναληπτικότητα να διαδέχεται τα αφαιρετικά στοιχεία, προσεγγίζοντας ενίοτε έναν post-rock προσανατολισμό. Κάτι που, παρ’ όλα αυτά, δεν φαίνεται να αποτελεί στόχο τους.
Σύντομα στη σκηνή βρίσκονταν οι Pockets Full Of Sand, ενώ παράλληλα, στον χώρο της γκαλερί του 6 D.O.G.S., έπαιρνε θέση ο Pan-Pan. Επιλέξαμε να δούμε τους πρώτους. Πρώτη συνάντηση θα ήταν άλλωστε και δεν θα μπορούσαμε να έχουμε δέσει περισσότερο με τη μία. Κάτι για Sonic Youth άκουσα να λέει κάποιος, κάτι για Jesus Lizard άλλος, τρίτος κάτι για power violence. Έχοντας προφανώς βουτήξει με το κεφάλι σε έναν κουβά με επιρροές, το συγκεκριμένο συγκρότημα επιδεικνύει κυριολεκτική ευελιξία επί σκηνής, με τα μέλη να ανταλλάσσουν ρόλους παράγοντας υγιή θόρυβο –άλλοτε φωνητικά κι άλλοτε οργανικά– ενώ δεν δυσκολεύεται να ρίξει τους τόνους κατά διαστήματα μιλώντας για τον «Christopher Robin», έναν από τους καλύτερους φίλους του Winnie-The–Pooh… Αν πρέπει να μιλάμε για δυο-τρία νέα ελληνικά πράγματα, οι Pockets Full Of Sand είναι ένα από αυτά.
Με τον δικό τους ήχο και την δική τους ψυχολογία, οι Future Islands δεν άργησαν να εμφανιστούν, να ευχαριστήσουν γνωστούς και αγνώστους, να πιάσουν φιλίες με τον Μάρκο (νομίζω) –τον σκύλο που χαλάρωνε πάνω στη σκηνή του 6 D.O.G.S. εκείνη την ώρα– και να δώσουν το έναυσμα για την δεύτερη αθηναϊκή τους ζωντανή εμφάνιση. Η ιδιότυπη μουσική περσόνα του Sam Herring δείχνει να έχει απωθημένα. Έχει στήσει το τρίο του όπως ίσως θα ήθελε να το δει στημένο κάπου στις αρχές τις δεκαετίας του 1980, με τους Welmers και Cashion να στέκονται αμέτοχοι κινητικά, ενώ ο ίδιος επιδίδεται σε άκρατους, χορευτικούς και μη, θεατρινισμούς.
Παραπαίοντας ανάμεσα στην avant-garde προσέγγιση ενός σχήματος όπως οι Devo και σ’ έναν ανεπιτήδευτο αυθορμητισμό που δείχνει να δουλεύει προς τη σωστή κατεύθυνση, ίσως εντούτοις να υπήρχαν και στιγμές στις οποίες μια πιο ωμή ματιά δεν θα επικροτούσε εντελώς την εικόνα που επιμελέστατα έφτιαχνε ο Herring. Μουσικά οι Future Islands κινήθηκαν στους δύο δίσκους τους, δίνοντας λίγο μεγαλύτερη έμφαση στον πιο πρόσφατο In Evening Air με τα “An Apology”, “Tin Man και “Long Flight”, ενώ ακούσαμε ένα καινούργιο κομμάτι ονόματι “Tomorrow” που θα περιληφθεί στην επόμενή τους δουλειά (πιθανώς ξανά από την Thrill Jockey). Με μεγάλη ευχαρίστηση έδειξαν δε να ανταποκρίνονται οι Future Islands στο διπλό encore που τους ζητήθηκε, με τα “Beach Foam”, “The Happiness Of Being Twice” και “Heart Grows Old”.
Σε τελική αποτίμηση, στην περίπτωση των Future Islands ό,τι ψωνίζεις, παίρνεις. Κι αυτό με την έννοια του αυτοεπιβεβλημένου «post-wave», της καλώς εννοούμενης παλιομοδίτικης σκηνικής παρουσίας και μιας φρεσκαρισμένης αναβίωσης παραδειγματισμών οι οποίοι αγαπήθηκαν ως ύφος και ήχος σε μια άλλη δεκαετία. Πράγματα δηλαδή που γνωρίζεις από τον δρόμο, πηγαίνοντας να τους παρακολουθήσεις ζωντανά.