Η καλοκαιρία του σαββατοκύριακου δεν ευνοούσε ιδιαίτερα τη διάθεσή μου για τζαζ, όμως ο Enrico Rava και ο Stefano Bollani έκοψαν και έραψαν την Κυριακή στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, ευχαριστώντας με τον τρόπο τους όλους τους Αθηναίους που ντύθηκαν, στολίστηκαν και έσπευσαν να τους απολαύσουν.
Με την αλλαγή της ώρα να προστάζει σούρουπο γύρω στις 20.30, και όλους τους κομψούς κυρίους και τις απαστράπτουσες κυρίες έξω από το κτήριο της Συγγρού, ένιωθα σαν να βρίσκομαι σε κοσμικό απογευματινό σουαρέ. Οι συζητήσεις για τα θέματα της επικαιρότητας έδιναν και έπαιρναν και η ανησυχία μου ότι οι ψίθυροι θα συνεχιστούν και μέσα στην αίθουσα της συναυλίας, μεγάλωνε. Αλλά, όταν τα φώτα έσβησαν, διαψεύστηκα πανηγυρικά, αφού –μετά το χειροκρότημα του καλωσορίσματος των μουσικών– η προσήλωση του κοινού αποδείχθηκε αδιάσπαστη και η σιωπή του εκκωφαντική.
Η παράσταση ξεκίνησε με δύο συνθέσεις του Enrico Rava που μάγεψαν όχι μόνο για την αρτιότητα της εκτέλεσής τους, αλλά και για την πρόσθετη δυναμική την οποία τους πρόσδωσαν επί σκηνής οι Ιταλοί –ο μεν Rava αψηφώντας τα 71 του χρόνια και παίζοντας την τρομπέτα του με πάθος εφήβου, ο δε Stefano Bollani ακροβατώντας πάνω στο σκαμνάκι του πιάνου του, με τα χέρια του να πηγαινοέρχονται σαν υπνωτισμένα. Στη συνέχεια ήρθαν οι απαραίτητες συστάσεις μέσα από ένα σκετσάκι όπου ο Bollani ξεχνά το όνομά του και ζητά ταυτότητα από τον μέντορά του, προκαλώντας γέλιο και χειροκρότημα.
Παρατηρώντας τους μουσικούς, μου έκανε μεγάλη εντύπωση η στάση του «δασκάλου» απέναντι στον «μαθητή». Θαύμασα τον Rava, γιατί δεν ήταν λίγες οι φορές που άφηνε την τρομπέτα και απολάμβανε τον Bollani με την ίδια ευλάβεια που έδειχνε και το κοινό. Όσοι βρέθηκαν στις πρώτες σειρές σίγουρα θα πρόσεξαν το σχεδόν πατρικό βλέμμα του τρομπετίστα, το οποίο μαρτυρούσε ότι στον νεαρό πιανίστα έβλεπε κάτι από τον εαυτό του.
Για μιάμιση ώρα περίπου μας συντρόφεψαν οι δύο Ιταλοί τζαζίστες, και παρόλο που ο Bollani δεν επανέλαβε τον αυτοσχεδιασμό ο οποίος είχε μαγέψει το ελληνικό κοινό πριν από μερικά χρόνια στο Θέατρο Βράχων, η ικανοποίηση μετά τη λήξη της παράστασης ήταν έκδηλη. Το “Bandoleros” ολοκλήρωσε το πρόγραμμα, λίγο πριν η κατάμεστη αίθουσα χαρίσει ένα παρατεταμένο χειροκρότημα στους μουσικούς, σφραγίζοντας την υπόσχεση ότι, αν επισκεφθούν ξανά τη χώρα μας, θα είμαστε όλοι εκεί.