Φωτογραφίες: Δάφνη Ανέστη
Η σχετικά νεοσυσταθείσα διοργανωτική ομάδα των Arte Fiasco δείχνει φρέσκια, αμόλυντη και καλοπροαίρετη. Ζητάνε το e-mail σου, ρωτάνε ποια μπάντα θέλεις να φέρουν (κάποιος συνειδητοποιημένος χωροχρονικά ζήτησε τους Arcade Fire) και με το flyer για την επόμενη διοργάνωσή τους, σε κερνάνε και μισό Zombie στο Pop.
Οι Callas, εσχάτως, τείνουν να αναφέρονται σε συζητήσεις πιο συχνά και από τότε που το Velvet Bus βρισκόταν στην πρώτη νιότη του. Ελληνική μπάντα από τις πιο προωθημένες και over-hyped, σαν επιλογή για support μάς ακούστηκε λίγο «περσινά ξινά σταφύλια». Παρολ’ αυτά, οι αδερφοί Callas –μαζί με την «υιοθετημένη» μόνιμα πλέον Αννίτα Πολυχρόνη (Wild Honey, Wanna Be James?) –δεν άφησαν και πολύ χώρο για λαϊκές ρήσεις που να εμπλέκουν ξινισμένα φρούτα. Σαν τρίο είναι σαφώς πιο συνεκτικοί, ηχητικά και αισθητικά. Μεταξύ άλλων ακούσαμε τα “Lipstick” και “The Go Go Boots”, είδαμε την κυρία της παρέας να πατάει πόδι και στα τύμπανα πέρα από τα πλήκτρα της και καταλήξαμε ότι, με τα χρόνια, η αγαπησιάρικη pop των Callas δεν ξινίζει καθόλου. Για όση ώρα έπαιζαν, το μπροστινό μέρος της σκηνής κάλυπτε ένα πυκνό χρυσό πέπλο/σετ από γιρλάντες(;) που τους έκρυβε εντελώς, με αποτέλεσμα όλο το βάρος να πέφτει στην ακοή και σε ενδεχόμενα μικροπροβλήματα –τα οποία θα μπορούσαν να εκλείψουν άνετα αν τους βλέπαμε, δοθείσης της σκηνικής παρουσίας.
Το πέπλο έπεσε εν αναμονή των Victorian English Gentlemens Club. Παρότι στις προγραμματικές δηλώσεις τους οι Ουαλοί μιλούσαν για παράξενες προσθήκες πραγμάτων επί σκηνής, τελικά μόλις που στερέωσαν μερικά λουλούδια στα μικρόφωνά τους και έξω απ' την πόρτα.
Στη θεωρία, η συγκεκριμένη συναυλία είχε όλη εκείνη την κακώς εννοούμενη indie αύρα. Αυτή η θεωρία ήθελε τους Victorian English Gentlemens Club να είναι μια μπάντα λίγο art και λίγο dark και λίγο σκληροπυρηνικώς indie, μπουκιά και συχώριο (έως ένοχη απόλαυση) για τύπους οι οποίοι φοράνε t-shirts με σλόγκαν «I listen to bands that don't even exist». Με βάση τα παραπάνω, ο κόσμος στο άβατο της Αβραμιώτου δεν ήταν πολύς, φόραγε σε σεβαστό ποσοστό ριγέ και τα είχε βάλει με τον Jon Bon Jovi και την επερχόμενη έλευσή του στην κλαίουσα χώρα μας.
Στην πράξη, οι Victorian English Gentlemens Club διέψευσαν τα προγνωστικά, δεδομένου ότι δεν είχαν καμία σχέση ούτε με γλυκανάλατα ψευδο-εναλλακτικά παιδάκια, αλλά ούτε και με μελαγχολικούς υπερ-καλλιτεχνίζοντες νεολαίους. Μαλλιά στο πρόσωπο, headbanging, ψιλόβατες μπλούζες και νεκροκεφαλές, beatdown στα τύμπανα και επιρροές από Nick Cave και Sonic Youth μέχρι Black Sabbath. Στα γυναικεία φωνητικά έπιανες τα νεύρα των Sleater-Kinney, κι όχι Camera Obscura χλιαρότητες. Το σετ αποτέλεσαν τραγούδια από τον φερώνυμο δίσκο που έβγαλαν ως ντεμπούτο το 2006 και από τον περσινό Love On An Oil Rig (βλέπε “Parrot” , “Ban The Gin”), αφήνοντας παράλληλα έξω τα πιο πολλά από τα πιο εύπεπτά τους, τύπου “My Son Spells Backwards” –το ακούσαμε όμως μετά στο Pop, όπου αρνούνταν πεισματικά να μας δώσουν το προαναφερθέν μισό Zombie των Arte Fiasco, καθότι η προσφορά αφορούσε την επόμενη μέρα (τελικά).
Το σετ των Ουαλών ήταν επιδεικτικά σύντομο για μπάντα με χαμηλό μέσο όρο ηλικίας, ενώ ξαναβγήκαν για ένα encore του ενός κομματιού και συγκεκριμένα του “I Say What I See”. Αν μη τι άλλο βέβαια, όταν είσαι αποτελεσματικός δεν έχεις και κανένα λόγο να την πηγαίνεις μακριά τη βαλίτσα. Έτσι οι Victorian English Gentlemens Club πέρασαν, θάμπωσαν και έσπευσαν να γυρίσουν στους συμπεριοδεύοντες Archie Bronson Outfit και τα γραψίματα για τον τρίτο τους δίσκο.