Φωτογραφίες: Αίγλη Δράκου

Οι τρόποι που μπορείς να παράγεις μουσική είναι απεριόριστοι και άκρως ενδιαφέροντες. Αν αφήσεις τον εαυτό σου και δεν τον περιορίσεις, μπορείς να βρεις ενδιαφέρον σε όλα τα μήκη των ηχοχρωμάτων που υπάρχουν στον περιβάλλοντα χώρο σου. Συνθέτοντάς τα, δημιουργείς αυτόν τον ηλεκροακουστικο πειραματισμό τον οποίον ακούσαμε την Τετάρτη το βράδυ στη Knot Gallery. Όπως έχει πει και ο ίδιος ο Francisco Meirino: «Στο τέλος, όλα έχουν να κάνουν με την ενθάρρυνση του ακροατή να αφήσει τον εαυτό του να συμμετέχει στο να πάρει την δική του απόφαση για το πώς μπορεί να ακούσει ένα αρχείο-ήχο. Να το ακούσει με τρόπους που τον κάνουν να αμφισβητήσει τον τρόπο με τον οποίον φτιάχτηκε ή να ακούσει απλά τον ίδιο τον ήχο».

Έφτασα στη Knot Gallery αργοπορημένη λόγω δουλειάς και δυστυχώς δεν πρόλαβα έτσι το support σετ του Mecha/Orga (aka Γιώργη Σακελλαρίου). Παρόλα αυτά, μπορώ να μεταφέρω λίγα από τα λόγια που άκουσα από όσους τον παρακολούθησαν, οι όποιοι βρίσκονταν έξω και συζητούσαν, κάνοντας το κλασικό τσιγάρο πριν το κυρίως μέρος της βραδιάς. Ο τρόπος με τον οποίο μπλέκει τους φυσικούς ήχους με το τεχνολογικό κομμάτι με κάνει να σκεφτώ ότι η ζωή μας είναι μισή τεχνολογική και μισή φυσική. Μισό και μισό είναι καλό. Η αίσθηση που μου άφησαν τα όσα άκουσα για τη συναυλία του Mecha/Orga ήταν λοιπόν ότι σε ρουφούσε, κάνοντάς σε να χάνεις την έννοια του χώρου. Μία ηλεκτροακουστικη σύνθεση η οποία σε κυκλώνει.

Μπαίνοντας στον χώρο, το πρώτο πράγμα που παρατήρησα ήταν ο τρόπος με τον οποίο είχε τοποθετηθεί ο Meirino, καθώς και το τετραφωνικό σύστημα –με τα ηχεία τοποθετημένα στις τέσσερις γωνίες του δωματίου. Ένα τραπέζι στη μέση, γύρω από το οποίο υπήρχαν καρέκλες, όλα ασφυκτικά κοντά το ένα με το άλλο. Κάποιοι κάθονταν με στραμμένες τις καρέκλες τους προς τους τοίχους, άλλοι προς τον Ισπανοελβετό πρωταγωνιστή της βραδιάς. Κάθισα κι εγώ, στρέφοντας την καρέκλα μου στα τρία τέταρτα προς αυτόν, τα φώτα έκλεισαν και ο Meirino ξεκίνησε.

Η μουσική του είναι πολύπλοκη και συνεχώς μεταβάλλει τον ηλεκτρονικό ηχότοπο, που κυμαίνεται από ηλεκτρο-ακουστικές δυναμικές σε εκρήξεις θορύβου. Σε συνδυασμό με την ένταση του ήχου και με το απόλυτο σκοτάδι στο οποίο μας είχε βυθίσει, σου δημιουργεί την αίσθηση ότι σε έχουν εγκλωβίσει και δεν μπορείς να δεις τίποτα γύρω σου, ούτε να αναπνεύσεις –μόνο αυτόν τον σιωπηλό, μονοχρωματικό ήχο μπορείς να καταλάβεις. Ο Meirino δούλεψε κυρίως με φωτοσένσορες, υπολογιστή και με διάφορες άλλες ακουστικές συσκευές, δημιουργώντας μουσικά ηχοχρώματα σε πραγματικό χρόνο και με ακριβείς λεπτομέρειες. Μια αμιγώς ζοφερή πλην όμως επίγεια συναυλία, με ιδιαίτερα θρασύ τέλος.

Μπράβο στα παιδιά από την Knot Gallery που κάνουν τέτοια event στην Αθήνα. Από ότι μάλιστα φάνηκε κι από την προσέλευση, υπάρχει κόσμος να στηρίξει αυτή τη σκηνή. Τέλος, και λόγω ίσως της περιόδου, με αφορμή τη συναυλία του Meirino μου ήρθε στο μυαλό ένα βιβλίο του Jacques Attali, το Noise: The Political Economy Of Music, που διερευνά τη σχέση ανάμεσα στη πειραματική μουσική του θορύβου και το μέλλον της κοινωνίας και επισημαίνει ότι ο θόρυβος στη μουσική είναι μια ικανότητα πρόβλεψης των κοινωνικών αλλαγών, δείχνοντας πώς λειτουργεί ως το υποσυνείδητο της κοινωνίας –την επικύρωση και δοκιμή νέων κοινωνικών και πολιτικών πραγματικοτήτων. Ίσως να μας χρειάζεται λοιπόν λιγάκι πειραματισμός σε αυτή τη χώρα…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured