Ακολουθεί παραδοχή, στα όρια του αυτονόητου πλέον, αλλά ας είναι: ο Dylan προσωποποιεί με διαφορά την πιο άφωνη φιγούρα των πάνω θέσεων στο rock πάνθεο –κι είμαι κι ευγενικός. Και την περίπτωσή του δεν την περισώζουν ούτε καν οι συνηθισμένες δικαιολογίες singer/songwriter κοπής, ειδικά σαν τα χρόνια βαρύνουν πλάτες και χορδές. Ξέρετε τώρα: «έχει τον τρόπο του να τα λέει», «μονάχα αυτός φυσάει ζωή στο υλικό του» και λοιπά αμφιλεγόμενα.

Συνεχίζοντας, λοιπόν, με τα αυτονόητα αναρωτιέται κανείς για τους λόγους της συρροής γεροντο-αντρο-γυναικόπαιδων στις ανά τον κόσμο εμφανίσεις του (καλή ώρα, όπως το Σάββατο στη Μαλακάσα)• χρόνια και ζαμάνια μετά την περίοδο του μεγαλείου, εκεί λίγο πριν κοπούν στη μέση τα 1970s. Η εύκολη απάντηση, βεβαίως, προτάσσει τη δύναμη του θρύλου, μάλιστα ενός απ' τους ελάχιστους εν ζωή. Ας μην αναπαράγουμε όμως τα δεδομένα. Τι να κάνει δηλαδή ο «θρύλος», να διαγράψει το παρελθόν του λόγω υπερβολικού ειδικού βάρους; Άλλωστε, νοσταλγός του ίδιου του εαυτού του ο Dylan δεν υπήρξε ποτέ –αντίθετα με κάμποσους άλλους θλιβερούς. Στο παρόν του ζούσε πάντα κι έτσι συνεχίζει…

Τελοσπάντων, ο καθένας διαθέτει τα κίνητρά του παίρνοντας τον δρόμο για μια οποιαδήποτε συναυλία. Προσωπικά –και φαντάζομαι δεν ήμουν ο μόνος– την αντιλαμβανόμουν ως ενός τύπου μουσειακή επίσκεψη με ζωντανό έκθεμα, οπότε έλειπαν και οι υπερβολικές προσδοκίες. Κάπου εδώ συνήθως γίνεται λόγος για (πανηγυρική) διάψευση και αρχίζει η καταμέτρηση των εκπλήξεων και το απαραίτητο λιβάνισμα –έτσι για την ανατροπή του πράγματος. Με το απαραίτητο σπρώξιμο και το παραμέρισμα του ζητήματος «φωνή», ίσως… Γιατί όση ανάταση προσέφερε στον λαό η φυσική παρουσία του Bob Dylan στο άνοιγμα της αυλαίας, συν το περίφημο ηλεκτρισμένο εμβατήριο με το κήρυγμα περί μαστούρας στο ρεφραίν («…everybody must get stoned»), άλλη τόση παγωμάρα έσπειρε η συνοπτική φονευτική του “Lay, Lady, Lay”. Κι όταν λίγο αργότερα τα “Just Like A Woman” και “Desolation Row” έτυχαν πάνω-κάτω της ίδιας αντιμετώπισης είδα κάτι κόμπους να σφίγγονται και κάτι λαιμούς να ξεροκαταπίνουν.

Στα δύσκολα, βέβαια, υπάρχει όπισθεν μπάντα βαρβάτη, με πείρα, με τάλαντο και με όρχεις, που γκρουβάρει ψυχωμένα τα τέσσερα τέταρτα, κατέχει τις εντάσεις και δύναται να γεμίζει τα διαστήματα με απόσταγμα πρακτικής σοφίας πάνω στην αμερικάνικη μουσική παράδοση. Και προφανώς δεν διαχωρίζω τον ίδιο το Dylan απ’ τους υπόλοιπους διαλεχτούς παίκτες. Είτε με την πένα στο χέρι, είτε εμπρός στα keyboards να βαράει απλωμένα ακόρντα ή βέβαια με τη φυσαρμόνικα στις χούφτες. Βάζει πλάτη η συλλογικότητα, λοιπόν, το κόλπο ζεσταίνεται γεωμετρικά και μέσω “Highway 61 Revisited” και “Workingman’s Blues” οι όποιες αμφιβολίες όχι μόνο διαλύονται, μα μετατρέπονται σε προσκύνημα στις καρφωτές συγχορδίες του “Ballad Of A Thin Man”. To encore απλά επιβεβαιώνει το γεγονός της αποθέωσης…

Γιατί να πας στου Dylan, λοιπόν, τη σήμερον ημέρα, αφήνοντας το δυνατόν τον θρύλο κατά μέρος; Μα γιατί κάμποσα χρόνια τώρα τον έχουν αφήσει ήσυχο να είναι εκείνο που θέλει –τολμώ να πω εκείνο που πάντα ήθελε. Όσες περσόνες και να του έχουν φορτώσει κατά καιρούς, εικάζω πως θα βολευόταν μια χαρά με αυτή του αλλοπαρμένου μουσικάντη της φανταστικής Rootsville. Ο τύπος οργώνει τον κόσμο με τη μπάντα του κουβαλώντας στις αποσκευές (τεράστια) τραγούδια και την προσωπική του οπτική για τον πλούτο αυτού που λένε American roots music. Γιορτάζει κάθε φορά το ό,τι είναι, συνδεδεμένος πάντα μ’ αυτό το οποίο ήταν. Κι αν τον πετύχεις στα έξω καρδιά του όπως προχθές (για τα δεδομένα του πάντα), ακόμα καλύτερα…

Set List

1. Rainy Day Women #12 & 35

2. Lay, Lady, Lay

3. I'll Be Your Baby Tonight

4. Stuck Inside Of Mobile With The Memphis Blues Again

5. Just Like A Woman

6. Honest With Me

7. Desolation Row

8. Ballad Of Hollis Brown

9. Rollin' And Tumblin'

10. The Lonesome Death Of Hattie Carroll

11. Highway 61 Revisited

12. Workingman's Blues #2

13. Thunder On The Mountain

14. Ballad Of A Thin Man

Εncore

15. Like A Rolling Stone

16. All Along The Watchtower

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured