Φωτογραφίες: Αίγλη Δράκου
Τριάντα χρόνια, έναν μήνα και μια βδομάδα από τότε που κυκλοφόρησε το Iron Maiden –το αγαπημένο παιδί των αμετανόητων οπαδών του New Wave Of British Heavy Metal– κατηφόρισε στην πόλη μας για ένα ακόμη live. Το Rodeo γέμισε και ο Paul Di’Anno αποπειράθηκε να μεταφέρει το κοινό στη δικιά του οπτική πάνω στην αγαπημένη του μουσική.
Η είσοδος μου στο Rodeo έγινε με καθυστέρηση αλλά η ιαχή-ρεφρέν «Heavy Metal ρε μουνιά!» που ακουγόταν μέχρι την Χέυδεν έδινε τα καλύτερα προμηνύματα. Οι Convixion, πιστοί στο τρίπτυχο «old school metal – χιούμορ – υψηλές ταχύτητες», βρίσκονταν ήδη επί σκηνής με τους οπαδούς τους να μετατρέπουν την κόμη τους σε λεπίδες για ανελέητο headbanging υπό τους ήχους των δικών τους κομματιών (όπως το “Drink Metal”) αλλά και ωραίων διασκευών, όπως του “Violence And Force» των Καναδών Exciter. Πάντως η μπάντα είναι έμπειρη σκηνικά, σεμνή μέσα στο στυλ της και εξαιρετικά επικοινωνιακή με το κοινό. Ωραίοι!
Ο Paul Di’Anno ανέβηκε στη σκηνή αρκετά αργά. Όσοι δεν βρισκόσασταν σε άλλο live του, υπενθυμίζεται ότι ο άλλοτε frontman των Iron Maiden δεν είναι –εδώ και πολλά χρόνια– το ψιλόλιγνο παιδί που όργωνε τις σκηνές των λονδρέζικων clubs. Η κουρασμένη χροιά της φωνής του είναι η μόνη η οποία σε πείθει για την ταυτότητά του, καθώς τα άφθονα τατουάζ και η καταρρακωμένη φυσική του κατάσταση –αποτέλεσμα χρόνιων καταχρήσεων– θολώνουν το παρουσιαστικό του. Η είσοδός του έγινε υπό τους ήχους του “The Halls Of Fear” από το soundtrack του Nino Rota για τον Νονό, ο κόσμος ζητωκραύγαζε και τα “The Ides Of March”, “Wrathchild” και “Prowler” ικανοποίησαν τους οπαδούς. Τα 2/3 του σετ του Di’Anno αποτελούνταν από τραγούδια των δυο πρώτων Maiden δίσκων και τα υπόλοιπα από την προσωπική του πορεία. Δεδομένων των ηχητικών συνθηκών, τα “Phantom Of The Opera” και “Remember Tomorrow” ακούγονταν όμορφα και χωρίς φτιασίδια: όπως στο ντεμπούτο της μπάντας, που λόγω της μέτριας παραγωγής του έχει κλασικό, κοφτερό ήχο. Όποτε ο Di’Anno δεν κατάφερνε να τραγουδήσει έδινε την θέση του στο κοινό, το οποίο συμμετείχε στις μπροστά σειρές με πάθος και crowd-surfing. Αλλά στο πίσω μέρος του Rodeo ο κόσμος δεν μοιραζόταν την ίδια ένταση ή τον ίδιο ενθουσιασμό.
O άστατος χαρακτήρας του Paul Di’Anno ξεδιπλώθηκε μπόλικες φορές στη συναυλία. Στόλισε προκαταβολικά, με διάφορα γαλλικά, όποιον πιθανόν να έπεφτε πάνω στο τραυματισμένο γόνατό του, αλλά και την πρώην γυναίκα του –με την οποία χώρισε τη μέρα της συναυλίας. Υποσχέθηκε δε ένα μετασυναυλιακό πάρτυ γεμάτο με sex, drugs and rock & roll, ανέπτυξε την αγάπη του για τις ψυχότροπες ουσίες και τις εμπειρίες του από την αποτοξίνωση και άλλα πολλά τέτοια...
Όπως και να ’χει πάντως, αυτός είναι ο Paul Di’Anno. Και γι’ αυτό ιδίως τον αγαπάνε και οι ρομαντικοί οπαδοί της πρώτης περιόδου των Iron Maiden. Γιατί θεωρούν (ίσως ορθά) ότι δεν υπήρξε τόσο επαγγελματίας όσο ο διάδοχός του στο μικρόφωνο της μπάντας, γιατί ήταν ένα παιδί το οποίο δεν άντεξε την πίεση του Harris και βούτηξε στα ναρκωτικά. Και γιατί η ψυχωμένη βραχνάδα της φωνής του έδωσε τον απρόβλεπτο χαρακτήρα στο ντεμπούτο των Iron Maiden...