Τι όμορφα! Παίρνεις μια βιογραφία καλλιτέχνιδος με θυελλώδη ζωή, την εξιστορείς υπό μορφή παραμυθιού, με γραμμικό τρόπο, στήνεις και τρεις καρέκλες για σκηνή, χρησιμοποιείς έναν αφηγητή, μία τραγουδίστρια-ηθοποιό και έναν μουσικό και μόλις έμαθες πώς λέγεται η λέξη «αρπαχτή» στα γαλλικά... Γιατί η αφήγηση της ζωής της Πιάφ, διακοπτόμενη από τραγούδια της, θύμισε Δελφινάριο – αν κι εκεί, ενίοτε, ίσως να ακούς και εξυπνότερες ατάκες. Λίγη φαντασία, λίγη κίνηση, λίγο ανακάτεμα, βρε αδέλφια Γάλλοι. Λίγο Τέχνη…
Θα μου πείτε, και η Πιάφ δεν διακρίθηκε μέσα στο περιβάλλον των music hall και του βαριετέ; Οπότε και η όλη παράσταση δεν ήταν λογικό να βγει από το στυλ της ίδιας της τραγουδίστριας; Όχι. Οι δύο ζωές που έζησε, κατά δήλωσή της, η Πιάφ, αποτελούσαν και αποτελούν ένα τρομερό υλικό προς δραματουργική επεξεργασία. Όμως τόσο ο Jacques Pessis (ο δημιουργός της παράστασης και ο επί σκηνής αφηγητής), όσο και η σκηνοθέτιδα Rubia Matignon, αγνόησαν τις προοπτικές μιας τέτοιας δυνατότητας. Επέλεξαν την ευκολία της επιφάνειας και μιας βασικής, γραμμικής πάντοτε εξιστόρησης, αφήνοντας τελικά εντελώς γυμνούς από υποστήριξη την πρωταγωνίστρια Nathalie Lhermitte και τον ακορντεονίστα Aurelien Noel.
Η βραχύσωμη Nathalie Lhermitte αποδείχθηκε αρκετά καλή ως κλώνος της Πιάφ, σε βαθμό που νόμιζες μάλιστα – τουλάχιστον από φωνητικής άποψης – ότι η μακαρίτισσα είχε αναστηθεί. Πολύ καλά δουλεμένη η φωνή της πάνω στα φωνητικά χνάρια της πρόωρα εκλιπούσης σταρ. Αλλά σε κύριο λόγο για να δεις την παράσταση αναδείχθηκε ο Aurelien Noel: εξαιρετικός ως μουσικός, ακόμα πιο σημαντικός, ως ακομπανιατέρ. Σπάνια βρίσκεις μουσικούς που ξέρουν να συνοδεύουν σωστά έναν τραγουδιστή.
Χειρότερη στιγμή της παράστασης: η επαιτεία από τη Nathalie Lhermitte να τραγουδήσουμε, σώνει καλά, μαζί της. Καλύτερη στιγμή: πάλι από τη Lhermitte, στο σημείο όπου απέδωσε – με εκπληκτικό τρόπο – τη γερασμένη και χτυπημένη από παραμορφωτική αρθρίτιδα Πιάφ, με το ελαφρό καμπούριασμα και την έντεχνη ακαμψία των άκρων.