Φωτογραφίες: Άλεξ Μαυρίδης
Γέμισε ο συναυλιακός χώρος του Bios την παγωμένη Παρασκευή που μας πέρασε... Προστατευμένοι από τα παλτά, τα κασκόλ, τα γάντια και ό,τι βρέθηκε στη γκαρνταρόμπα της κακομαθημένης από τον μεσογειακό χειμώνα αφεντιάς μας, ανοίξαμε την καρεκλίτσα μας και θρονιαστήκαμε μπροστά από τη σκηνή για να έχουμε το καλύτερο οπτικό πεδίο. Γκουρού της μουσικής – και μη – δημοσιογραφίας, συνδρομητές του Wire αλλά και μουσικόφιλοι που ήξεραν ή φρόντισαν να μάθουν τι σημαίνει Vladislav Delay και Mika Vainio, ήταν όλοι εκεί. Ο πρώτος μουσικός που έκανε την εμφάνιση του δεν ήταν ούτε ο πολυσχιδής Delay (λέγε με και Luomo) ούτε το ήμισυ των Pan Sonic – οι οποίοι πλέον έχουν επισήμως διαλυθεί – αλλά ο Αργεντίνος μάστερ των πνευστών Lucio Capece. Με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο, κουλουριασμένος στην άλλη άκρη της σκηνής, φάνηκε να μας παρατηρεί με ένα βλέμμα γεμάτο καχυποψία. Τι να πει κανείς... Ίσως τελικά και εμείς το κοινό να είμαστε τρομαχτικοί μερικές φορές.
Μόλις στη σκηνή ανέβηκαν ο Delay, o Vainio και ο Derek Shirley για να αναλάβουν τα ντραμς, τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό και το κόντρα μπάσο αντιστοίχως, ο Capece έκανε το αποφασιστικό βήμα και βρέθηκε κι αυτός δίπλα στο μπάσο κλαρινέτο του. Μετά από ένα κομμάτι-προθέρμανση, η μπάντα άρχισε να μεταμορφώνει κυριολεκτικά τον ηχητικό χώρο. Το σαξόφωνο του Capece άρχισε να θυμίζει ιαχή, ο Delay να χτυπάει ρυθμικά τα ντραμς με κλειστά τα μάτια και όλα σου δίνανε την εντύπωση μιας επικείμενης μάχης. Κλείνοντας και η ίδια τα μάτια, συνειδητοποίησα την έντονα κινηματογραφική αίσθηση της συναυλίας. Τα μουσικά όργανα του κουαρτέτου έδιναν ζωή σε ένα ον που προσπαθούσε να γκρεμίσει το χώρο του Bios χτυπώντας τους τοίχους και χαράσσοντας τις επιφάνειες. Ο ήχος του κοντραμπάσου, αν και όχι τόσο εμφανής όσο τα υπόλοιπα όργανα, στήριζε με τον όγκο του τα πάντα, αποτυπώνοντας ηχητικά τους βηματισμούς μιας επικείμενης καταστροφικής δύναμης. Και μέσα σε όλον αυτόν τον πανικό, ο Vainio κοιτούσε τον εξοπλισμό του με την ηρεμία και την αυτοσυγκέντρωση με την οποία άλλοι παίζουν σκάκι, ο Shirley είχε αγκαλιάσει κυριολεκτικά το κοντραμπάσο του, ο Delay είχε παραδοθεί στον ρυθμό σαν ένας σαμάνος σε έκσταση και ο Capece παραμόρφωνε τον ήχο των οργάνων του τοποθετώντας από πλαστικά καλύμματα θήκης cd μέχρι κάθε είδους κυλινδρικά αντικείμενα πάνω από το κλαρινέτο του. Στο σημείο αυτό θυμήθηκα ένα από τα πράγματα που διαχωρίζει τους μουσικούς αυτού του είδους από τους πιο rock μουσικής ιδιοσυγκρασίας συναδέλφους τους: οι περισσότεροι εκπρόσωποι της «πειραματικής» μουσικής τρέφουν έναν ιδιαίτερο σεβασμό για τα όργανα τους. Ξέρουν ότι τα πάντα κρίνονται από τη λεπτομέρεια και έτσι τα αντιμετωπίζουν ως συνεργάτες και όχι σαν αναλώσιμα μέσα για την εκτέλεση μουσικής.
To live συνεχίστηκε τον Delay να προκαλεί ταχύτατες δονήσεις στα πιατίνια, αγγίζοντάς τα με ένα δοξάρι, ενώ, με τη συνδρομή των συναδέλφων του, δημιουργούσε ηχητικές εικόνες οι οποίες παρέπεμπαν σε κάποιο βυθό. Για δευτερόλεπτα, ένιωσα υπνωτισμένη. Ευτυχώς το κρύο με ξύπνησε γρήγορα... Το live έληξε με ένα encore αφιερωμένο στον Roland Kirk, τον τυφλό jazzman που πολλές φορές έπαιζε πάνω από ένα όργανο ταυτόχρονα(!). Φυσικά, το κομμάτι-αφιέρωση ανήγγειλε – ποιος άλλος; – ο Capece...