Οι τέσσερις στον αριθμό ντισκομπάλες, κρεμασμένες στον τρούλο του Παλλάς – Το Κλουβί Με Τις Τρελές μάλλον παραβιάστηκε – περιγελούν από τα ψηλά την άγρια κατανυκτικότητα των στιγμών. Το γεγονός, βέβαια, ελάχιστα φαίνεται να πτοεί το ετερόκλητο πλήθος (πιστοί, ά-πιστοι, αγνωστικιστές, περίεργοι, υποψιασμένοι κτλ.), που αργά και σταθερά παίρνει θέση στην πλατεία και στον εξώστη του εντυπωσιακού, ομολογουμένως, θεάτρου.

Το τρίτο κουδούνι στρέφει μαζικά τις αισθήσεις προς την πηχτή σκοτεινιά της σκηνής και το κεντραρισμένο κλειδοκύμβαλο μετά της ουράς του. Η Διαμάντα εμφανίζεται μέσα στο μαύρο νυφικό της. Μισή και περίπου μία ώρα αργότερα, κι ύστερα από δυο αποθεωτικά ανκόρ, πηγαίνει από ’κει που ’ρθε, έχοντας καταστήσει κατανοητό σε όλους πως στα μισά της έκτης της δεκαετίας σε τούτο τον πλανήτη, παραμένει μια απ’ τις πιο καθηλωτικές του ερμηνεύτριες…

Όσο για τα ενδιάμεσα, θα μπορούσα να ξεμπερδεύω συνοπτικά και σίγουρα, με κλισεδούρες περί αλαλαγμών απ’ τον κάτω κόσμο, κραυγές διαβόλων, τριβόλων και λογιών σκοτεινών υπάρξεων, αντιχριστιανικές ψαλμωδίες, νεκρώσιμες ακολουθίες και λοιπά φοβιστικά (ή έστω με μερικά σχόλια για τη φύση και την εξερεύνηση των άκρων). Κάπως έτσι, βέβαια, θα διέπραττα κατάφορη αδικία εναντίον ενός καλλιτεχνικού πλάσματος που έχει προφανώς καταφέρει να ανυψωθεί πάνω απ’ τους όποιους τρόπους του, με μέσο αυτούς κι όχι εξ’ αιτίας τους… Κι αυτό γιατί όπισθεν του δεδομένου εκτοπίσματος της περσόνας της Diamanda Galas, υπάρχει άπλετος δημιουργικός χώρος για να κινηθεί μια πραγματική πολίτης του κόσμου (του κάτω, θα προσθέσω, για να αυτουπονομευθώ λιγάκι).

Απ’ τον αμερικάνικο νότο στα παριζιάνικα καμπαρέ κι απ’ τον κεντροευρωπαϊκό ρομαντισμό στον ανατολίτικο σεβντά, η Galas αναδομεί, ενοποιεί, μικραίνει τις αποστάσεις – με όχημα τις χορδές της – και ανακαλύπτει/δημιουργεί αισθητικές συνάφειες. Ανάλογα κινείται πάνω στο πιάνο της: μεσαία χαμένα στην ανυπαρξία, παχιά χαμηλά, αστραπιαίες ψηλές σκέτες, παιχνίδι με τις αισθήσεις, τορπιλισμένος ακαδημαϊσμός… Δεν κρύβεται πίσω από τη μάσκα του θρύλου της. Δεν παίζει ρόλο εκεί πάνω, συνδιαλέγεται, αστειεύεται, ξεσκουριάζει τα ελληνικά της, χωρίς καν να τίθεται ζήτημα για τη ροή και τη συνοχή της παράστασης.

Και μας στέλνει αδιάβαστους ουκ ολίγες φορές. Στο ομώνυμο της παράστασης “Τα Φιλιά Σου Είναι Φωτιά” του Μανώλη Αγγελόπουλου, εκτοξεύει υπαρξιακή βυθομέτρηση στη φύση της καψούρας. Στο “Άνοιξε Πέτρα” διατρέχει τελετουργικά τις οκτάβες της, ανάγοντας το δημιούργημα του Μίμη Πλέσσα σε αρχέγονο μοιρολόι, ενώ αντίστοιχη προσέγγιση επιφυλάσσει στο bluegrass classic “O Death”. Μονάχα το “Ζεϊμπέκικο” βιώνει μια αμφιλεγόμενη εκτέλεση (εκτός προγράμματος), αλλά το γεγονός δεν είναι ικανό να επηρεάσει στο ελάχιστο την προ πολλού ειλημμένη συναισθηματική ετυμηγορία των παρευρισκομένων…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured