Φωτογραφίες: Nikos Z
Στην Ελλάδα το όνομα του Yann Tiersen είναι απόλυτα συνυφασμένο με τα μινιμαλιστικά και ρομαντικά χρόνια του καλλιτέχνη που, καλώς ή κακώς, έχουν μεταμορφωθεί πλέον σε ένα σκοτεινό και ιδιόμορφα εσωτερικό rock ηχοτοπίο. Γεγονός το οποίο αποτέλεσε «ατυχή» έκπληξη για όσους παραβρέθηκαν στη sold out αθηναϊκή του εμφάνιση στο Fuzz το βράδυ του Σαββάτου. Ο ίδιος σε όλη τη διάρκεια της βραδιάς διατήρησε ένα απρόσωπο, μη επικοινωνιακό έως και σχεδόν ελιτίστικο προσωπείο. Για το οποίο βέβαια όσοι γνωρίζουν από συναυλίες του στο εξωτερικό δεν παραξενεύτηκαν διόλου, κάτι όμως που εμφανώς δεν ίσχυσε για το πολυπληθές ελληνικό κοινό.Όσοι λοιπόν μαζεύτηκαν στον νεοσύστατο χώρο του Fuzz για να απολαύσουν στιγμές από τα soundtracks των Amelie και Goodbye Lenin, μάλλον τελικά δεν ήξεραν τι τους περίμενε...
Δυστυχώς για προσωπικούς και διαδικαστικούς λόγους δεν κατάφερα να παρακολουθήσω το άνοιγμα των εξαιρετικών Your Hand In Mine, γεγονός που με δυσαρέστησε πολύ. Πάντως, απ’ ό,τι άκουσα, το ντουέτο άφησε τις καλύτερες γεύσεις. Ο Yann Tiersen εμφανίστηκε επί σκηνής κατά τις 10.30, μέσα σε ένα ασφυχτικό, ζεστό και καπνισμένο τοπίο, μαζί με την πενταμελή μπάντα του (Matt Elliot – που τελικά συμμετείχε, παρά τις ανακοινώσεις – μπάσο, κιθάρα, πλήκτρα, ντραμς). Και εξ’ αρχής φάνηκε έτοιμος να καταδυθεί στα αλλόκοτα, ηλεκτρικά, ομιχλώδη indie και «spaced-out» stoner rock μονοπάτια του. Για την υπόλοιπη μιάμιση περίπου ώρα, ο ιδιόρρυθμος συνθέτης – με κλεισμένα μάτια στο μεγαλύτερο μέρος της συναυλίας – στάθηκε αποκλειστικά δοσμένος στα τραγούδια του και μόνο, δείχνοντας να μην τον ενδιαφέρει να γίνει ένα με το κοινό. Αφήνοντας πίσω το γνώριμο ακορντεόν του, επιδόθηκε σε δαιδαλώδη, υπνωτικά avant garde προεόρτια: ο Matt Elliot να διαβάζει αποσπάσματα από βιβλία ή να βγάζει κραυγές, ιδιότυπα όργανα να ηχούν δίπλα στο βιολί, την κιθάρα, τη μελόντικα και το λαούτο και συνεχείς ηλεκτρονικοί ήχοι παραγόμενοι από theremin να καταλήγουν σε θορυβώδη ξεσπάσματα μπάσου και κιθάρων. Ανάμεσα στα εκπληκτικά “Sur Le Fil”, “Love Secret Domain” και “Au Dessous Du Volcan”, διακρίναμε «πειραγμένα» περάσματα από τα άλμπουμ Tabarlay, Le Phare και Black Session, νέα κομμάτια από την επερχόμενη δουλειά του καθώς και το πολυαναμενόμενο βασικό θέμα της Amelie – σε μία όμως «αγνώριστη», για τους πολλούς, ηλεκτρονική εκτέλεση στο τέλος της συναυλίας.
Η αίσθησή μου σε όλη τη διάρκεια της βραδιάς ήταν ότι ο κόσμος είχε έναν κόμπο στον λαιμό, ήθελε να φύγει, αλλά έμενε στον βωμό του «σεβασμού» προς το όνομα Yann Tiersen – και εξ’ αιτίας, φυσικά, της διακαούς επιθυμίας του να ακούσει τους γνώριμους νεο-ρομαντικούς «ύμνους» του καλλιτέχνη. Υπήρχε διαρκής κινητικότητα στον κατακλυσμένο από νεαρόκοσμο χώρο του Fuzz, που στην πλειονότητά του μιλούσε, κοιτούσε στωικά, απορούσε, απογοητευόταν και «συνόδευε» έτσι, κατά έναν τρόπο, την όλη βραδιά. Σε γενικές γραμμές το αθηναϊκό κοινό έμεινε μετέωρο μπροστά σε μία άκρως προσωπική και σε στιγμές «δύσκολη» – ως προς την ανάγκη μιας προσεκτικής και γόνιμης ακρόασης – παράσταση, όπου ο πρωταγωνιστής βρισκόταν κυριολεκτικά σε ένα δικό του σύμπαν. Το να αναλωθούμε σε αναλύσεις για το τι ή ποιος φταίει – αν τίθεται, βέβαια, τέτοιο ερώτημα – είναι άσκοπο και λίαν κουραστικό. Οπότε ας μείνουμε στο γεγονός ότι, για άλλη μια φορά, ο κόσμος στην Ελλάδα δεν έχει φροντίσει να γνωρίσει στην ουσία τι «επιλέγει» να ακούσει και να τιμήσει με τον οβολό του.
Έτσι, ο αρεστός, πολυπόθητος και «αισθαντικός» Γάλλος τροβαδούρος ήλθον μεν για το αθηναϊκό κοινό με βοές, απήλθον δε με ανάμεικτα συναισθήματα. Ας ελπίσουμε ο κόσμος της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας να ήταν πιο ενημερωμένος ή, αν δεν ήταν, να άφησε περισσότερο ανοιχτές τις μουσικές του πύλες προς τον «αλλιώτικο» Yann Tiersen.