Φωτογραφίες: Alexx Decode
Η θρυλική περσόνα του Peter Murphy επέστρεψε στην Αθήνα, μετά από εκείνη την πολυσυζητημένη, ασφυκτική εμφάνισή του στο Bios, αυτή τη φορά σε μεγαλύτερο όμως χώρο. Προκάλεσε διαφόρων ειδών σχόλια, στην πλειονότητά τους θετικά. Συνοδευόταν, εκτός από τους μουσικούς του, από την... προστατευόμενή του δεσποινίδα Lettie, κι αυτή Αγγλίδα, της οποίας το όνομα δεν είχε ανακοινωθεί στο line-up μέχρι τελευταία στιγμή. Ολομόναχη στη σκηνή με μια κιθάρα, μια φυσαρμόνικα και synths παρουσίασε για ένα μισάωρο τα κομμάτια της, τα οποία γράφει μαζί με τον David Baron.
Πρέπει να είναι δύσκολο να παίζεις support στον Peter Murphy. Όχι μόνο επειδή όλοι ανυπομονούν να δουν αυτόν και σνομπάρουν εσένα, αλλά και γιατί πρέπει να έχεις κάτι πάρα πολύ πρωτότυπο ή πάρα πολύ ξεσηκωτικό να παρουσιάσεις, προκειμένου να κερδίσεις την προσοχή. Η εν λόγω δεσποινίδα στάθηκε σε γενικές γραμμές συμπαθητικά, αλλά, κακά τα ψέματα, η μουσική της ούτε πρωτότυπη είναι ούτε ξεσηκωτική – οπότε και δεν κατάφερε να κάνει το κοινό να την παρακολουθήσει. Βέβαια, τα τραγούδια διέφεραν μεταξύ τους, αλλά το καθένα μου θύμιζε τουλάχιστον έναν ήδη γνωστό καλλιτέχνη: από Mazzy Star και Delerium μέχρι Bjork και Κate Bush. Το άγχος της Lettie πάνω στη σκηνή ήταν εμφανές, επίσης ούτε συστήθηκε, ούτε έβγαλε λέξη εκτός από μια-δυο φράσεις σε ακαταλαβίστικα Αγγλικά (παρόλα αυτά μ’ ΡΕΣΕ η προφορά!), μέχρι που αποχώρησε και μας άφησε να περιμένουμε μισή ώρα για τον κύριο Murphy. Οι περισσότεροι προφανώς είχαν «μυριστεί» ότι ο προαναφερθείς θα έβγαινε γύρω στις 23:00, για το support δεν είχαν αρκετές έως καθόλου πληροφορίες, οπότε άρχισαν να καταφθάνουν μαζικά μετά τις 22:30, ώσπου γέμισαν εν τέλει το Gagarin.
Εντελώς ξαφνικά, εκεί που είχαμε κουραστεί απ’ την αναμονή, ο Murphy και η μπάντα έλαβαν θέσεις επί σκηνής. Ο «Πέτρος», όπως τον φώναζαν διάφοροι από το κοινό, μας έριξε τη γνωστή του δολοφονική ματιά και ξεκίνησε το σετ του, αν θυμάμαι καλά, με κομμάτι από το Dust – έχει δηλώσει άλλωστε πως πρόκειται για ένα απ’ τα αγαπημένα του άλμπουμ. Έπειτα πέρασε στο Deep, με το “Marlene Dietrich’s Favourite Poem” (από τις καλύτερες στιγμές της βραδιάς για μένα) κι έπειτα μπήκε στο θέμα του, το οποίο ήταν οι διασκευές – “Secret Cover Tour” ονομάζεται η περιοδεία του – παίζοντας Roxy Music. Συνέχισε με δικά του κομμάτια, εκ των οποίων και ένα καινούργιο, το “Memory Go”. Δεν ενθουσιάστηκα, να πω την αλήθεια. Το “Deep Ocean Vast Sea”, όμως, ήρθε να με ανταμείψει πλήρως. Το “I'll Fall With Your Knife” ήταν επίσης στο πρόγραμμα. Κοιτάζοντας γύρω μου το πρώτο 40λεπτο, μου φάνηκε παράξενο το κοινό, δεν είχε σχεδόν καμία αντίδραση. Τόσον καιρό είχαν λυσσάξει – με το συμπάθιο – όλοι ότι θα δουν τον «θεό» και ξαφνικά είναι εκεί, τον βλέπουν και στέκονται σαν αγάλματα ή μιλάνε με τον κολλητό τους; Μετά σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να το περιμένω, είχαν προετοιμαστεί όλοι ν’ ακούσουν Bauhaus… Κι αυτό δεν έγινε μέχρι την ώρα του encore. Έξυπνος ο Murphy, τα είχε φυλάξει όλα μαζεμένα για το τέλος – και εκεί ήταν όπου ο κόσμος ξέφυγε τελείως.
Ξαναβγαίνοντας στη σκηνή, ο Murphy έφερε μαζί του την ξανθούλα Lettie και την αγκάλιασε αποχαιρετώντας την, εφόσον ήταν η τελευταία συναυλία της περιοδείας της μαζί του. Έπειτα άρπαξε την ακουστική κιθάρα του και έκανε πολλά μάτια να δακρύσουν, παίζοντας το “A Strange Kind of Love”, το οποίο μετά – μη δείχνοντας κανένα έλεος – το γύρισε σε “Bela Lugosi’s Dead”! Κάποιοι το γνώριζαν, κάποιοι δεν το περίμεναν. Έπειτα σειρά είχε το δικό του «χιτ» “Cuts You Up”, κι έπειτα πάλι Bauhaus και “She’s in Parties”. Ο απόλυτος χαμός όμως έγινε αμέσως μετά: ξέραμε ότι θα έπαιζε Bowie, αντί να παίξει όμως το “Space Oddity”, έπαιξε το “Ziggy Stardust”, κάνοντας τους πάντες να χορεύουν! Κι ύστερα ήρθε να μας αποτελειώσει παίζοντας... το “Transmission” από Joy Division! Όλοι μ’ ένα στόμα, μια φωνή να τραγουδάμε «Dance, dance, dance, dance to the radio»… Τα σχόλια είναι περιττά. Στη συνέχεια, μετά από ένα σετ ούτε μιάμισης ώρας σύνολο, η σκηνή άδειασε κι εμείς αρχίσαμε το σχέδιο «Κατεδάφιση του Gagarin». Θέλαμε παραπάνω, αλλά όσο και να χτυπηθήκαμε και να φωνάξαμε δεν ξαναβγήκαν... Κρίμα που δεν βρεθήκαμε στη Θεσσαλονίκη το προηγούμενο βράδυ, όπου έπαιξαν πολύ περισσότερο – απ’ ό,τι άκουσα.
Περίεργο αλλά αναμενόμενο, πάντως, οι καλύτερες στιγμές της συναυλίας να είναι οι διασκευές των άλλων και όχι τα κομμάτια του ίδιου του Murphy, αλλά είμαι σίγουρη πως οι περισσότεροι είχαν πάει για ν’ ακούσουν Bauhaus και να θυμηθούν εποχές που δεν ξαναγυρνάνε, άντε και για ένα “Cuts You Up” και “All Night Long” – το τελευταίο προς απογοήτευσή τους δεν ακούστηκε. Απ’ όσο ξέρω δεν το παίζει γενικώς στις συναυλίες. Οι μουσικοί του μπορεί να μην είναι οι Daniel Ash, David J και Kevin Haskins, όπως τότε, αλλά αποδείχθηκαν δεμένοι μεταξύ τους και το αποτέλεσμα είναι που μετράει. Με μοναδική ένσταση την ερμηνεία τους στο “Transmission”, το οποίο δεν το αναγνώρισα από την εισαγωγή, αλλά από τους στίχους.
Σίγουρα η παρουσία του Peter Murphy υπήρξε σοβαρή και αξιοπρεπέστατη και σ’ αυτή τη συναυλία, έλειπε όμως αυτή η αριστοκρατική λάμψη που είχε όταν τον είδα στη Γερμανία στις αρχές του καλοκαιριού (βλ. review για το Wave Gotik Treffen 2009). Το ντύσιμο αυτή τη φορά πολύ πιο απλό και πιο «χύμα», από την άλλη είχε λιγότερη θεατρικότητα και μάλλον λιγότερη όρεξη να δώσει πράγματα στο κοινό του – πάντα συγκριτικά μιλώντας, σε καμία περίπτωση δεν ήταν συναυλία-ξεπέτα, και η συμπεριφορά του ήταν μια χαρά, απλά φαινόταν κάπως κουρασμένος. Η επίδραση της ηλικίας μου είχε φανεί μηδαμινή το καλοκαίρι, τώρα όμως άξια αναφοράς. Η φωνή του βέβαια παραμένει άψογη και το psycho βλέμμα του (με την καλή έννοια) ίδιο όλα αυτά τα χρόνια! Μπορεί να πει κανείς πως η δύναμη που κρατούν στα χέρια τους τα μεγάλα ονόματα όπως ο Murphy, όταν παίζουν live, είναι να ενώνουν τα άτομα της σκηνής αναβιώνοντας αναμνήσεις. Και να απομυθοποιούν το χαρακτήρα των «απρόσιτων θεών» που τους έχει αποδοθεί, ερχόμενοι πιο κοντά στο κοινό τους.