Την πρώτη φορά που άκουσα τη φωνή της Paula Fraser, έμεινα παγωμένος στη θέση μου και δεν μπορούσα να κάνω τίποτε άλλο πέρα από το να έχω στραμμένη την προσοχή και την ακοή μου προς το μέρος της. Ήταν σε ένα δισκοπωλείο όπου μόλις είχαν παραλάβει το Gentle Creatures των Tarnation, και από τα ηχεία ξεπηδούσε το κομμάτι που ανοίγει το άλμπουμ, το “Game Of Broken Hearts”. Εννοείται ότι γύρισα σπίτι με τον δίσκο στην τσάντα μου… Με το κομμάτι αυτό ξεκίνησε η Frazer και την πρώτη της εμφάνιση στην Αθήνα τη Δευτέρα στο Rodeo, και αληθινά ένοιωσα την ίδια ακριβώς ανατριχίλα με τότε – αν και το ερμήνευσε σε πιο αργό τέμπο, λες και ήθελε κι εκείνη η ίδια να απολαύσει τη φωνή της, χωρίς να υπάρχει βιάση για τίποτα. Και δεν υπήρχε εδώ που τα λέμε! Αχ, αυτή η φωνή της! Νομίζω ότι δεν υπήρξε κανείς εκείνο το βράδυ που να μην υποκλίθηκε στις φωνητικές ικανότητες και στην ερμηνευτική της δεινότητα. Η γυναίκα όχι μόνο ξέρει να μεταφράζει σε σύγχρονους όρους την παλιά τέχνη της γυναικείας country τραγουδιστικής παράδοσης, αλλά γράφει και υπέροχα τραγούδια, διάστικτα με μια σπάνια παράθεση της κλασικής γοτθικής americana αισθητικής.
Έπαιξε λίγο – μόλις 40 περίπου λεπτά – αλλά καλά, πολύ καλά! Και τα παλιά τα Tarnation τα είπε (“Game Of Broken Hearts”, “An Awful Shade Of Blue”, “A Place Where I Know”, “Your Thoughts And Mine”, με το οποίο έκλεισε πανηγυρικά το σετ της – έλειψαν άλλα τόσα, μα τι να κάνουμε...) και δικά της ασφαλώς (“Always On My Mind”, “Watercolor Lines”, “Leave The Sad Things Behind”, “All The Time”, δεν μπόρεσα να συγκρατήσω άλλα, συγχωρέστε με!), καθώς κι ένα καινούργιο. Κι έφυγε αφήνοντάς μας άναυδους και μαγεμένους! Έχετε το νου σας για το νέο άλμπουμ που ετοιμάζει και το οποίο θα κυκλοφορήσει κατά πάσα πιθανότητα σαν Tarnation – απ’ ότι μου είπε όσο υπέγραφε και υπέγραφε…
Ο Μαρκ ο Κηπουρός τώρα (έτσι τουλάχιστον τον αποκαλούσαν διαρκώς οι φίλοι μου στην αίθουσα, κόλλησα κι εγώ!) ήταν μια χαρά στο δικό του ακουστικό σετ, κι είχε το ατού να διαθέτει περισσότερο γνωστά τραγούδια στο ρεπερτόριό του για το ακροατήριο. Με λιγότερο παιδικό πρόσωπο από εκείνο που τον θυμόμαστε (λογικό) και σχεδόν ξυρισμένο κεφάλι λόγω εμφανούς τριχόπτωσης (επίσης λογικό), ήρθε έχοντας αγκαλιά τα δικά του τραγούδια μαζί μ' εκείνα που είχε πει με την παλιά του μπάντα, τους Ride. Αλλά ποιος ήθελε να ακούσει τα πρώτα; Απλώς κάναμε υπομονή μέχρι να γίνει το δικό του χατίρι για να έρθει η σειρά του να κάνει το δικό μας. Τότε ήταν που η αίθουσα έπαιρνε φωτιά! Τα αναπαράστησε αρκετά πειστικά, ακόμα κι όταν επρόκειτο για δύσκολες περιπτώσεις (όπως το “Leave Them All Behind”, με το οποίο έφτασαν οι εργασίες στο τέλος τους). Ήταν ένα ευπρόσδεκτο flashback στη νιότη μας να ακούσουμε τραγούδια όπως τα “Twisterella”, “Unfamiliar”, “Drive Blind”, “Like A Daydream”, “Vapour Trail”, “From Time To Time”, από μια εποχή που είτε πηγαίναμε ακόμη σχολείο, είτε είμαστε φαντάροι κτλ. Έρχονταν από χρόνους οι οποίοι απέπνεαν αθωότητα κι ήταν κάτι σαν δώρο που μπορέσαμε και ξαναζήσαμε τις ημέρες εκείνες, έστω για λίγο, έστω μέσα στο μυαλό μας. Σ’ ευχαριστούμε γι’ αυτό Mark!