Λίγο περισσότερος ο κόσμος στη δεύτερη μέρα του Ejekt, το πρόγραμμα όμως ξεκίνησε με μία ώρα καθυστέρηση, με αποτέλεσμα όσοι ήρθαν από νωρίς να μην έχουν ιδιαίτερη ενέργεια ως την ώρα που βγήκαν οι Royksopp επί σκηνής. Η αποστολή πάντως του Avopolis στο Ελληνικό άντεξε ως και τις πρώτες πρωινές ώρες, όταν στα decks της εσωτερικής σκηνής των Ακινήτων Ξιφασκίας ανέβηκε ο James Lavelle. Τάσος Βογιατζής, Μάνος Μπούρας και Χάρης Συμβουλίδης καταγράφουν τις εντυπώσεις τους...

Berlin Brides

Δεν μου άρεσαν καθόλου οι Berlin Brides. Στα μάτια μου η σύντομη εμφάνισή τους στη εξωτερική σκηνή του Ejekt, μία ώρα μετά την ανακοινωμένη ώρα έναρξης του φεστιβάλ, χρησίμεψε μόνο για να μπούμε όσοι είχαμε έρθει από νωρίς σε ψυχολογία ότι ξεκινήσαμε. Δεν καταλάβαινα τι έλεγε η τραγουδίστρια του group – και δεν έφταιγε μόνο ο ήχος για αυτό, νομίζω ότι υπάρχει ένα ζήτημα σωστής άρθρωσης. Αλλά αυτό ήταν το λιγότερο: όσο και αν φαντάζει ωραία η εικόνα μιας γυναικοκρατούμενης σκηνής και όσο εντυπωσιακό κι αν βρήκαν κάποιοι το κοκκινωπό φόρεμα της τραγουδίστριας, δεν υπήρχε τίποτα, μουσικά αλλά και σκηνικά, να υποστηρίξει το οπτικό θέαμα. Μια κακή απομίμηση ξένων ηχητικών προτύπων με φεμινιστική πατούρα μα δίχως κάποιο στοιχείο ταυτότητας προτείνουν οι Berlin Brides ως άποψη – και μόνο κάποιες γνωστές φάτσες του indie χωριού είδα να διασκεδάζουν. Για εμένα πάντως το girl group πρέπει να δουλέψει πολλά πράγματα ακόμα πριν αποτολμήσει ανάλογη έξοδο σε μεγάλο καλοκαιρινό φεστιβάλ. Γιατί ως «μπάντα της διπλανής πόρτας» δικαιούσαι ίσως να υπάρχεις, όχι όμως και να παίζεις στο Ejekt.

Χάρης Συμβουλίδης

Subways

Στις συναυλίες πάντα ευχαριστιέμαι τις μπάντες που με αναγκάζουν να τους δώσω προσοχή παρ’ όλο που δεν διατηρώ και την καλύτερη άποψη για τους δίσκους τους. Μια τέτοια μπάντα είναι και οι Subways – οι οποίοι ζωντανά ιδρώνουν στο κοπάνημα και παίζουν με τόσο πάθος και εφηβική αδρεναλίνη, ώστε απλά τους παραδέχεσαι. Εκτός και ξέχασες ότι η ψυχή του rock ‘n’ roll διαθέτει από τη φύση της αυτή την εφηβική παλαβομάρα, οπότε κάθεσαι παράμερα και κοιτάς με ολίγον ξινό ύφος – ξινό και γερασμένο, να μου επιτρέψεις να συμπληρώσω.

Δεν τους είχα δει να θριαμβεύουν στο Κύτταρο (τα έμαθα κι εγώ από τον Τάσο τον Μαγιόπουλο), κατάλαβα όμως τι έχασα παρακολουθώντας τους στο Ejekt. Έστω κι αν η ώρα και ο ανοιχτός χώρος δεν τους πολυπήγαινε, και παρόλο που σε κάποιο σημείο ο τραγουδιστής τους Billy Lunn μου ’σπασε τα νεύρα με την επιμονή του να μετράει και να βαθμολογεί το πόσο τρελό ήταν το ελληνικό κοινό, με μια δική του...τρελομεζούρα. Κατά τα άλλα είδα ένα live με ένταση, κίνηση, σκληρό ενίοτε ήχο και με το αναμενόμενο βέβαια crowd surfing – πανάξια απόδειξη της ντεμπούτο δήλωσης τούτων των Βρετανών περί «αιώνιας νεότητας». Αν και ήταν νωρίς και έπινα ακόμα καφέ, με υποχρέωσαν σε κοπάνημα ουκ ολίγες φορές...

Χάρης Συμβουλίδης

Klaxons

Δεν περίμενα πολλά από τους Klaxons, γι’ αυτό και δεν με απογοήτευσαν. Εντελώς τουλάχιστον… Μπορεί εύκολα κανείς να πει ότι η μπάντα ήταν διασκεδαστική, με τα φαντεζί κουστούμια της, έτοιμη για μεγάλες πίστες και άνοιγμα στο πρόγραμμα της Παπαρίζου στη νέα καλοκαιρινή σαιζόν. Ήταν το ίδιο ευχάριστοι με παράσταση σε βαριετέ, όπου περιμένεις να πουν κανένα γνωστό κομματάκι για να μην σε πάρει ο ύπνος μέχρι το επόμενο νούμερο. Κι έχω την εντύπωση ότι ο κόσμος γούσταρε όταν είπαν το “Golden Skans”, άντε και σε ένα ακόμη, στο “Gravity’s Rainbow” ας πούμε, και μετά τίποτα, μονάχα αναμονή…

Είπαν και ορισμένα καινούργια τους τραγούδια οι Klaxons, που όταν με το καλό κυκλοφορήσουν, θα ψάχνουν πέτρες να κρυφτούν από κάτω όσοι τους προώθησαν σαν «καυτό όνομα για το μέλλον». Προς το παρόν μας άφησαν μάλλον αδιάφορους επί της ουσίας – παρότι, όπως προείπα, ήταν γενικά διασκεδαστικοί – να αναζητούμε την επόμενη παγωμένη μπύρα, κανένα καλαμάκι, αλλά και την ώρα που θα κατέβουν επιτέλους από τη σκηνή…

Μάνος Μπούρας

Echo & The Bunnymen

Ο Mac είναι πάντα αφόρητα cool, ακόμη κι αν χρειάζεται να κρατήσει επάνω του το πανωφόρι μέσα στο κατακαλόκαιρο (στις περιπτώσεις αυτές, ο ανεμιστήρας δίπλα στο μικρόφωνο σώζει πραγματικά ζωές!). Και το cool του είναι που υπαγορεύει να κρατήσει τα γυαλιά ηλίου μέσα στη νύχτα (ούτως ή άλλως είναι μισότυφλος, fact!), και το δυσβάσταχτο cool του τον κάνει επίσης να φαίνεται βαριεστημένος – μπορεί και να ήταν εδώ που τα λέμε… Η μπάντα άψογη, έπαιξε νότα-νότα μερικά από τα καλύτερα κομμάτια των Bunnymen, συν ένα καινούργιο, αρκετά καλό θα πρέπει να σημειώσουμε.

Καλοδιαλεγμένο το σετ, με έμφαση ασφαλώς στα παλιότερα: τέσσερα από το πρώτο τους άλμπουμ, τρία από το δεύτερο – “Show Of Strength”, “Over The Wall” και “All My Colours”, χαλάλι! – “The Back Of Love” και τα “The Cutter” και “Seven Seas” μόνο από το Ocean Rain. Θα μπορούσαμε και χωρίς το “Bring On The Dancing Horses”, ειδικά αν στη θέση του ακούγαμε το “Lips Like Sugar” π.χ. (που αν δεν κάνω λάθος θα αποτελούσε το encore, μαζί με το “Nothing Lasts Forever”, με το οποίο τελείωσαν μα δεν ολοκλήρωσαν ποτέ, επειδή δεν τους το επέτρεψαν) ή το “Do It Clean” για να τελειώσουμε όπως έπρεπε, κανονικά, όχι δήθεν σαν την Πετρούλα! Κέρδισαν τις εντυπώσεις με ένα χέρι οι Echo & The Bunnymen, άνετα, και δεν ήταν μόνο ο διεστραμμένα cool Mac υπεύθυνος γι’ αυτό.

Μάνος Μπούρας

Jarvis Cocker

Στην περίπτωση του Jarvis Cocker μιλάμε για έναν πραγματικό, πνευματώδη και ακούραστο performer, ο οποίος υποστήριξε ένα μέτριο υλικό. Το πρόσφατο δεύτερο άλμπουμ του Further Complications είναι από εκείνα που οι κριτικοί σπεύδουν να εκθειάσουν άμα τη εμφανίσει τους, ενώ ουδείς εκ του κοινού θυμάται μετά από έναν-δύο επόμενους δίσκους. Και είναι αλήθεια ότι ο Cocker τα έδωσε όλα για να υποστηρίξει και τις δύο ως τώρα σόλο δουλειές του: με τους γνωστούς θεατρινισμούς και τις Ziggy πόζες και τα σκαρφαλώματα στις fuzzy και α-λα-Nuggets μουσικές απόπειρες της μπάντας του, με μπόλικο υφέρπον χιούμορ, αλλά και με δύο αξιοπρεπέστατα κομμάτια ("Fat Children" και "Angela") να είναι όλα κι όλα όσα μπορούσε κανείς να σημειώσει ως καθαρά μουσικά highlights από την εμφάνισή του στο φετινό Ejekt.

Μόνο σαν νοσταλγικό ξελαχτάρισμα μιας χαρισματικής περσόνας μπορεί κανείς να δει αυτή την εμφάνιση, αν και οι fans των Pulp (δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία όσων βρέθηκαν στα Ακίνητα Ξιφασκίας για να τον δουν), μάλλον έμειναν με τη δική τους λαχτάρα: δεν έπαιξε ούτε ένα κομμάτι από τα παλιά...

Τάσος Βογιατζής

Royksopp

Όσα ηλεκτρονικά groups δεν σνομπάρουν τα φωνητικά φοβάμαι να τα βλέπω live. Γιατί ένα μεγάλο μέρος της μαγείας τους είναι από τη φύση του στουντιακό και η συναυλία είναι άλλο πράγμα, που θέλει διαφορετική προσέγγιση. Αλλά οι Royksopp αποδείχθηκαν μια χαρά μπάντα και στο ζωντανό τους και υπήρξαν μάλιστα στιγμές όπου η μπλε άχλη, στην οποία τους είχαν τυλίξει τα φώτα της σκηνής μαζί με τα εφέ καπνού, έδενε μοναδικά με την ατμόσφαιρα των συνθέσεών τους και με τα ηλεκτρονικά τους τερτίπια. Και τα φωνητικά ήταν καλά και η επί σκηνής κινησιολογία τους απόλυτα συμβατή με τη σκανδιναβική ιδιοσυγκρασία της θέρμης κάτω από το στιβαρό προφίλ – ε όσο για τα τραγούδια, αυτά είναι δεδομένα, και οι Νορβηγοί φρόντισαν να μην αφήσουν κανένα ιδιαίτερο παράπονο στο σετ τους. Το κοινό μόνο φαινόταν αποκαρδιωμένο από τις καθυστερήσεις της δεύτερης μέρας: υπήρχε μεν κόσμος μπροστά στη σκηνή ο οποίος συμμετείχε ενεργά και με fan διάθεση (π.χ. στο “What Else Is There?”), αρκετοί όμως προτίμησαν να δουν τους Royksopp καθισμένοι στα γρασίδια των Ακινήτων Ξιφασκίας, δίχως να πολυσυμμετέχουν. Η κούραση σίγουρα έπαιξε κάποιον ρόλο, αν και δεν αποκλείω ότι αρκετοί από τους παρευρισκόμενους της δεύτερης μέρας είχαν κιθαριστικές προτιμήσεις, οπότε έκατσαν να δουν τους Νορβηγούς περισσότερο από περιέργεια. Οι Royksopp πάντως στάθηκαν επάξια στη σκηνή, δίνοντας ένα καλό ηλεκτρονικό live και δικαιολογώντας έτσι τη φήμη τους. Θα ήθελα να τους ξαναδώ στην Ελλάδα, πιστεύω ότι μπορούν να είναι από τα πλέον φεστιβαλικά ονόματα.

Χάρης Συμβουλίδης

2ManyDJs + James Lavelle (DJ set)

Ώσπου να βγουν οι 2ManyDJs ένιωθα να με έχει καταβάλλει κι εμένα η κούραση. Είχα λοιπόν κάτσει στο lounge area, με σκοπό να έφευγα σιγά-σιγά, τους έχω άλλωστε ξαναδεί. Αρκετός κόσμος αποχωρούσε ήδη, δεν ήταν όμως και λίγοι όσοι κατευθύνονταν προς τον χώρο της εσωτερικής σκηνής. Δεν πέρασε όμως πολύ ώρα και άρχισαν οι 2ManyDJS – κι έρχονταν ωραία vibes προς τα έξω από τα όσα έπαιζαν. Λίγο λοιπόν τα ελκυστικά beats, λίγο τα γενέθλια της Έφης – καταλήξαμε κι εμείς στην εσωτερική σκηνή. Και όχι μόνο ξυπνήσαμε, αλλά το κατευχαριστηθήκαμε και το ρίξαμε στον χορό! Πιστοποίησα έτσι, για μία ακόμα φορά, πόσο μάστορες είναι οι 2ManyDJs σε αυτό που κάνουν. Ναι μεν υπάρχουν πολλοί πιο κορυφαίοι DJs, αλλά σε αντίθεση με τα συνήθη σούπερ σετ αυτών, τούτοι προτάσσουν κάτι το πιο προσγειωμένο, ενώ παράλληλα «διαβάζουν» τις διαθέσεις του πλήθους, ανταποκρινόμενοι στα όσα δείχνουν να αποζητούν, δίχως να χάνεται ο κατά βάση πάρτι χαρακτήρας του σετ τους. Το ίδιο πήγε να κάνει αμέσως μετά τους 2ManyDJs και ο James Lavelle, με έναν τρόπο όμως που προσωπικά δεν με κέρδισε. Το σετ του έδειχνε δηλαδή να είναι προκατασκευασμένο για να ταιριάζει με το προφίλ της δεύτερης Ejekt μέρας και με το κοινό το οποίο θα βρισκόταν εκεί. Ενώ όμως δεν με ενόχλησε που άκουσα τα γνώριμα beats του “Kernkraft 400” των Zombie Nation από τους 2ManyDJs, απογοητεύτηκα με τον Lavelle, ο οποίος μπήκε μιξάροντας “Where The Streets Have No Name” και Depeche Mode. Όχι πάντως και ο κόσμος – κάτι που σημαίνει αν μη τι άλλο πως ο Lavelle έπεσε μέσα στις εκτιμήσεις του.

Χάρης Συμβουλίδης

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured