Ας ξεκαθαριστεί από την αρχή ότι η μουσική ενός jazz trio (πιάνο, κοντραμπάσο, ντραμς) είναι κάτι υπερβολικά συγκεκριμένο μουσικά και σχεδόν πλήρως εξευρευνημένο από τις μέρες που εμφανίστηκε ο Art Tatum. O Brad Mehldau έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της καριέρας του προσπαθώντας να διευρύνει τα όρια αυτής της jazz υποκατηγορίας, χωρίς όμως να τα έχει καταφέρει με αξιομνημόνευτη επιτυχία. Έχει και αυτός ενδιαφερθεί για την pop μουσική και τις μουσικές της δομές και έχει προσπαθήσει να τις ανακατέψει με τις αντίστοιχες ενός jazz τρίο. Εκεί όμως όπου οι Bad Plus έχουν θριαμβεύσει (με διαφορά το σημαντικότερο τρίο των ημερών μας) η μπάντα του Mehldau αδυνατεί να τα καταφέρει. Το ίδιο διαπίστωσα και στη χτεσινή συναυλία, την οποία προφανώς απόλαυσαν οι φανατικοί θιασώτες της jazz. Αλλά, μιας και δεν ανήκω σε αυτούς, πήγα στο Παλλάς ζητώντας κάτι παραπάνω από αρτιότητα, συγχρονισμό και ρυθμό. Σωστό θα είναι βέβαια να τονιστεί ότι ο ηγέτης του σχήματος, ο Brad Mehdau, είναι πιθανότατα ο καλύτερος σύγχρονος jazz πιανίστας – τολμώ μάλιστα να πω εξίσου εμπνευσμένος με τον ανυπέρβλητο Jarrett.

Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά ενός τρίο, λοιπόν, είναι ότι ενώ στην στουντιακή του έκδοση ξεκάθαρος ηγέτης είναι o πιανίστας, επί σκηνής την παράσταση πρέπει – και οφείλει – να κλέψει ο ντράμερ. Δεύτερο σημαντικό συστατικό είναι η διαχείρηση των εξάρσεων κάθε οργάνου, γιατί κάθε μουσικός αυτού του χώρου είναι άψογος τεχνικά αλλά αυτό θα έπρεπε να έχει λίγη σημασία. Τρίτο και τελευταίο κομμάτι είναι τα ίδια τα θέματα, ως συνθέσεις. Ο απολογισμός βρίσκει τους 3 μουσικούς να τα καταφέρνουν στα δύο πρώτα αλλά να αποτυγχάνουν στο τελευταίο – αλλά ας τα δούμε ένα-ένα. Αρχικά λοιπόν ο Jeff Ballard ήταν πράγματι η φιγούρα στην σκηνή που τραβούσε τα βλέματα με το πλήρες παίξιμο του, έχοντας απόλυτο έλεγχο στους ήχους που μπορεί να παράγει ανά πάσα στιγμή. Στη συνέχεια το τρίο όχι μόνο έλεγξε τις εξάρσεις του, αλλά απέφυγε σχεδόν ολοκληρωτικά τα συνηθισμένα κυκλικά jazz σόλα, τα οποία απευθύνονται κυρίως σε μουσικούς. Ήταν πολύ ενδιαφέρον να παρακολουθείς τους αυτοσχεδιασμούς τους, που μεταλλάσονταν ανάλογα με τις εντάσεις του θέματος χωρίς ποτέ να επιμηκύνουν την διάρκεια κάθε κομματιού.

Μέχρι εδώ καλά λοιπόν. Εκεί που απέτυχε να μας κερδίσει η συναυλία ήταν στην ροή της που ήταν αφόρητα επίπεδη, χωρίς εξάρσεις, και μας χάριζε απλά μερικές πανέμορφες στιγμές χάρις στον Mehldau και το ασύλληπτο παίξιμο του. Η κλασική του παιδεία τον έχει οδηγήσει σε απάτητα λημέρια και το νεαρό της ηλικίας του σε κάνει να ανυπομονείς για το τι είναι ικανός να κάνει. Εξαιρετική στιγμή της βραδιάς το φινάλε του κανονικού σετ όπου ο Mehldau πέρα από την διακριτική βοήθεια του Larry Grenadier (μπάσο) είχε τον χώρο να παίξει σόλο πιάνο. Η αλήθεια είναι ότι ο πολύ κόσμος που βρέθηκε στο Παλάς (με την εξαιρετική του ακουστική) αποθέωσε το σχήμα, αναγκάζοντάς το σε 3 encore – και ένα από αυτά ήταν και το “Exit Music (For A Film)” των Radiohead και μας έφυγε και η κάψα. Συνολικά, μπορεί να μην ήταν ένα κακό live, αλλά ήταν σίγουρα μονότονο και σε στιγμές βαρετό.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured