Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα το ιταλικό τραγούδι απολαμβάνει μία σταθερής, αλλά μικρής, είναι η αλήθεια, βάση υποστήριξης. Και γι’ αυτόν το λόγο το κατά 3, 5 / 5 γεμάτο Ηρώδειο ήταν σχετικά λογικό ως αντιμετώπιση ακόμα και για μία προσωπικότητα της ευρωπαϊκής μουσικής όπως ο Paolo Conte. Τα 35 χρόνια πορείας του έχουν εξασφαλίσει μία, αν όχι ύψιστη, στα σίγουρα τουλάχιστον σεβαστή θέση στο μυαλό των ακροατών τους οποίους αφορά η μουσική του.

Η συναυλία της Πέμπτης χωρίστηκε σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τις πλέον αμερικάνικες συνθέσεις του Conte με τη βοήθεια της καταπληκτικής του προσωπικής μπάντας. Στο δεύτερο μέρος υπήρξε επέκταση στις λυρικότερες και πιο πλούσιες σε ενορχηστρώσεις του Ιταλού συνθέτη και τραγουδιστή με τη βοήθεια της ορχήστρας της ΕΡΤ.

Στα συν της βραδιάς ο πολύ καλός ήχος -Claudio Viberti, ο οποίος, αν και με πολλά ζητήματα ηχοληψίας που θα παίδευαν πολλούς συναδέλφους του, έβγαλε ένα διαυγή ήχο με πολύ σωστά ζυγίσματα στην τελική μίξη στα ηχεία και με μόνη (μικρή όμως σε έκταση) παραφωνία κάποια πικαρίσματα που παρατηρήθηκαν στο μικρόφωνο του Conte. Αντίθετα, οι φωτισμοί, αν και από άνθρωπο της ομάδας του Conte, κρίνονται υπερβολικοί και σε καμία σχέση με το συγκεκριμένο χώρο συναυλιών. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τα πολύ άσχημα λευκά, ύφους λάμπας σε δωμάτιο φοιτηταριού, και την αστοχία στη χρονική στόχευση μερικών μουσικών από τα spot την ώρα που ξεκινούσε κάποιο solo ή την ώρα που η ενορχήστρωση επέβαλλε αλλαγές και στο φως.

Ξεκίνημα, λοιπόν, με ένα καταπληκτικό “Hemingway”, που αποσαφηνίζει για άλλη μια φορά το ιδιόμορφο δέσιμο που έχει πετύχει με την New Orleans & skiffle jazz από τη μία και τη θαυμάσια παράδοση του ιταλικού τραγουδιού από την άλλη. Ένας εκπληκτικός βιολιστής (Piergiorgio Rosso), με άποψη στο παίξιμο και την κίνηση, ένας πολύτιμος κιθαρίστας (Daniele dall’Omo) και ο ίδιος ο Conte φυσικά στο πιάνο. Με εξαίρεση τον κιθαρίστα της μπάντας, όλοι οι μουσικοί του Conte είναι πολυοργανίστες. Ειδικότερα ο Massimo Pitzianti στα (κρατηθείτε) πλήκτρα, πιάνο, ακορντεόν, μπαντονεόν, κλαρινέτο και βαρύτονο σαξόφωνο ήταν απολαυστικός. Το εννιαμελές (συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Conte) έφτασε στην αποκορύφωση στο “Diavolo Rosso”, όπου με οδηγό τον καταπληκτικό drummer που ακούει στο όνομα Daniele di Gregorio (από τους πληρέστερους session που έχω προσωπικά δει στη ζωή μου), που κρατούσε μία κυκλική και κατακλυσμιαία φράση επιτρέποντας στους μουσικούς να σολάρουν πάνω στο Σι.

Ο Conte, αν και ευδιάθετος, την ίδια στιγμή κράτησε την κλασσική του στάση απέναντι στο κοινό. Ολιγόλογος σε επίπεδο αλαλίας εκτός του τραγουδιού. Μετά το 15λεπτο διάλειμμα ήταν η σειρά της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ να ανέβει επί σκηνής και να βοηθήσει και αυτή στην απόδοση συνθέσεων του Conte. Η συνεργασία αλλά και η ηχητική ισορροπία ανάμεσα στα δύο σύνολα υπήρξε παραπάνω από αρμονική και αυτό οφείλεται κατά πολύ στο μαέστρο Bruno Fontaine, που με μπρίο και χωρίς σοβαροφάνεια διεύθυνε το ελληνικό συμφωνικό σύνολο.

Το δεύτερο μέρος, σαφέστατα πιο ονειρικό στη σύλληψη και εκτέλεση, ικανοποίησε το μεγαλύτερο μέρος του κοινού, σαφέστατα βέβαια τους πιο light ακροατές του Conte, αλλά το τελευταίο μη φανεί ως μομφή για το έργο του δαιμόνιου Ιταλού, του οποίου οι ερμηνείες ήταν καθηλωτικές σε συνθέσεις όπως τα “Come Di” και “Alle Prese Con Una Verde Milogna” (όπου, ειδικότερα στο τελευταίο, ο ανατολίτικος χαρακτήρας της μελωδικής γραμμής και ακόμα ειδικότερα των κρουστών έδεσε απόλυτα με το αυροφίλητο εκείνη την ώρα Ηρώδειο).

Ένα μόνο encore είναι αρκετό για μία συναυλία 2 ωρών, νομίζω, και όποιος ήταν εκεί νομίζω ότι ικανοποιήθηκε απόλυτα από τη συναυλία του Iταλού με τη γερή λιπόσαρκη κορμοστασιά και τα περίφημα πυρώδη μάτια, η λάμψη των οποίων έτσι κι αλλιώς είναι χαρακτηριστικό του Paolo Conte ακόμα και τώρα που βρίσκεται στα πέρα των 60 χρόνια του. Άκουσα πολλές συζητήσεις μεταξύ νεότερων θεατών, που δεν βρήκαν, λέει, τη συναυλία καλή, διότι δεν τους αρέσουν τα Ιταλικά. Απορώ ενίοτε ποιες είναι οι αποφάσεις και οι ορμές που ωθούν τέτοια άτομα να πάνε σε παρόμοιες συναυλίες και γιατί δεν κουβαλάω ενίοτε μαζί μου έναν διπλό πέλεκυ. Είναι δικαίωμα του οποιοδήποτε να μην του αρέσει η όποια συναυλία αλλά όχι να λέει κουταμάρες.
Θαυμάσια βραδιά λοιπόν.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured