Photos: Olga K.

Άλλη μια μέρα με βρίσκει στο δρόμο για το πανέμορφο Paramount Theatre. Το εισιτήριο λέει 8, είναι ήδη 8.30 κι εγώ είμαι ακόμα στο τρένο, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά τον κανόνα που λέει οτι οι Έλληνες τα κάνουν όλα την τελευταία στιγμη. Φτάνοντας καταιδρωμένη καμιά ώρα μετά την προγραμματισμένη έναρξη, καλούμαι να αντιμετωπίσω την οργή των security για την -επιμελώς κρυμμένη- μηχανή μου. 'Ο κύριος Dylan απαγόρευσε ρητά όλες τις κάμερες. Θα πρέπει να την αφήσετε στην γκαρνταρόμπα αλλιώς δεν θα σας επιτραπεί η είσοδος'. 'Ψυχραιμία' σκέφτομαι, 'είσαι ένα βήμα πριν το είδωλο των παιδικών σου χρόνων, μην κάνεις καμμιά βλακεία'. Κι έτσι ενώ όλοι άφηναν τα ωραία τους μπουφανάκια, εγώ αποχωριζόμουν την αγαπημένη μου μηχανή υπό το αυστηρό βλέμμα του υπερμεγέθους πορτιέρη.

Για να σας βάλω λίγο στο κλίμα της υπόθεσης, έχοντας για μπαμπά εναν αμετανόητο ροκά, μεγάλωσα με Dylan, Baez, America, Peter Paul and Mary και Beatles. Τα πρώτα μoυ ακούσματα (σε μορφή νανουρίσματος) ήταν απο το 'Freewheelin' και το 'Revolver'. Ήξερα όλα τα εξώφυλλα των δίσκων των Beatles πριν ακόμα πάρω τετράδια για το σχολείο. Έμαθα τους στίχους του 'Forever Young' πριν καλά-καλά αρχίσω να μαθαίνω Αγγλικά. Καταλαβαίνετε λοιπόν πως ένοιωσα όταν έπεσε στα χέρια μου το μαγικό χαρτάκι για μια απο τις τρείς συναυλίες του Paramount.

To support, που πρόλαβα σχεδόν στη μέση, ήταν ενας κύριος ονόματι Merle Haggard, ο οποίος όπως με ενημέρωσαν αργότερα είναι ένας ζωντανός θρύλος της country μουσικής (συγνώμη αλλά δεν το κατέχω το είδος). Έτσι για να πάρετε μια ιδέα του πόσο δημοφιλής είναι η country μουσική στην Αμερική και να μην παραξενευτείτε την επόμενη φορά που θα δείτε κάποιον σαν τον Kenny Chesney στα Grammys, ήμουν ίσως ο μοναδικός άνθρωπος μέσα σε ολόκληρο το Paramount που δεν ήξερε απ'έξω *όλους* τους στίχους των τραγουδιών. Ομολογώ πως δεν με άγγιξε καθόλου η μουσική του, αν και η πλειοψηφία του κοινού έμοιαζε να το διασκεδάζει αφάνταστα (η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά). Μοναδική εξαίρεση η δική του εκδοχή στο 'Unforgettable' του Nat King Cole.

Εν τέλει τα country νιαουρίσματα του Haggard τελείωσαν, τα φώτα χαμήλωσαν, οι τεράστιες βελούδινες κουρτίνες έπεσαν και μέσα σε μια βροχή απο χειροκροτήματα βγήκε στη σκηνή η 6μελής μπάντα του Dylan. Ντυμένοι ομοιόμορφα στα μαύρα, πήραν ο καθένας την θέση του πίσω απο το όργανό του μαζί με έναν αποστεωμένο Dylan. Λογικά θα περίμενε κανείς να σταματήσει την πορεία του στο κέντρο της σκηνής, αλλά μάλλον αυτό τον καιρό δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται και πολύ για τα φώτα της δημοσιότητας και τα spotlights (πράγμα που εξηγεί και την κάθετη άρνησή του για οποιαδήποτε φωτογραφία) και προτιμάει να βάζει στο κέντρο την βιολίστριά του με το θεόκοντο φορεματάκι.

Το setlist ξεκίνησε ολίγον country με το 'Drifter's Escape', ίσως οχι ένα απο τα καλύτερα κομμάτια του John Wesley Harding. Το 'You Ain't Goin' Nowhere' ήρθε κι έδεσε, για να συνεχίσει με το 'Tweedle Dee & Tweedle Dum' απο την μετά-noughties εποχή του. Εμμένωντας στο Love and Theft, το γύρισε σε λίγο πιο ροκ με τα 'High Water' και το ταξιδιάρικο 'Highway 61 Revisited', ωδή στον ομώνυμο αυτοκινητόδρομο που ενώνει την ψυχή των μπλουζ μέσα απο τη Νέα Ορλεάνη και τη Λουιζιάνα. Η -πλέον- πολύ βραχνή φωνή του ήταν οτι έπρεπε για το 'Tryin' To Get To Heaven' και το 'This Wheel's On Fire'. Το επαναστατικό 'Masters Of War' μας γύρισε χρόνια πίσω, στον Dylan που όταν αφήνει την κυνικότητα του σπίτι μπορεί να γράψει μεγαλειώδη κομμάτια που χτυπάνε στην 'καρδιά' των πραγμάτων.

Άλλα δυο κομμάτια ήρθαν να γεμίσουν το ήδη γεμάτο (σε σημείο βαρεμάρας) απο Love and Theft setlist: το 'Honest With Me' και το τζαζ-ιάρικο 'Summer Days', εν μέσω των οποίων ακούστηκε και το κλασσικό 'Forever Young', στο οποίο έδωσε ρέστα (αν και ομολογώ οτι προτιμώ την εκδοχή της Baez). Το encore ξεκίνησε με ένα κομμάτι του Haggard και τελείωσε με ένα εκπληκτικό 'All Along The Watchtower' με φόντο το κλασσικό μάτι-λογότυπο του Dylan. Ειλικρινά δεν νομίζω οτι θα μπορούσε να έχει διαλέξει καλύτερο τραγούδι για το τέλος. Προς μεγάλη μου απογοήτευση δεν ακούστηκε το 'The Times They Are A-Changin', το οποίο μετά έμαθα οτι προτίμησε να τιμήσει την επόμενη ημέρα.

Αν και γενικά δεν είμαι άνθρωπος που υποτιμάει να δει εναν καλλιτέχνη μεταγενέστερα, σε αυτή την περίπτωση έφυγα λιγάκι δυσαρεστημένη. Δεν ξέρω αν έφταιγε το γεγονός οτι είχα μεγάλες προσδοκίες για το συγκεκριμένο live, αλλά μου φάνηκε σαν ένα μέρος της μαγείας να είχε πλέον φύγει για πάντα. Πώς μπορείς να ακούς κομμάτια σαν το 'Masters Of War' και να είσαι σε ένα κλειστό θέατρο που μοιάζει με όπερα? Ή το 'Highway 61 Revisited' χωρίς να μπορείς να ανάψεις ένα τσιγάρο? Ίσως το μοναδικό πράγμα που θύμιζε εκείνη την εποχή των 60s ήταν οι λιγοστοί διάσπαρτοι χίπιδες, που ανά διαστήματα άναβαν στα κρυφά κανένα μυρωδάτο τσιγαράκι.

Τελικά πρέπει να δεχτούμε οτι η επανάσταση έχει τελειώσει, οι κιθάρες που κάποτε τραγουδούσαν για την ελευθερία έχουν κρεμαστεί στα διάφορα Hard Rock Cafe ανά τον κόσμο προς τέρψη των θαμώνων τους, οι τελευταίοι εναπομείναντες χίπις έχουν γίνει στοιχειο φολκλόρ, η γενιά του Woodstock έχει γίνει η γενιά του ίντερνετ και η Αμερική της επανάστασης των sixties προσκυνάει στον βωμό του χρήματος.

Τhe times they are (definately) a-changin'...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured