Θυμάστε ένα τραγούδι που είχαν πει το 1978 οι Mekons με τίτλο "Where Were You?"; Βέβαια εκείνοι αναφέρονταν σ' ένα κοσμογονικό γεγονός όπως η έκρηξη του πανκ κινήματος, αλλά και η δική μας περίπτωση ίσως να έχει αντίστοιχα, παρόμοιας σημασίας επιπτώσεις στα όσα ζούμε σαν ροκ ακροατήριο σ' αυτή την πόλη και, γιατί όχι, σ' αυτή τη χώρα. Που είσαστε λοιπόν εκείνο το βράδυ, όταν στο Αν Club & Όλον έλαβε χώρα μια απ' τις σπουδαιότερες εμφανίσεις που είδαμε και, κατά τα φαινόμενα, που πρόκειται ακόμα να δούμε τη χρονιά που οσονούπω τελειώνει; Ποιος ακριβώς είναι ο λόγος που μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή για τον οποίο ένα τόσο απίστευτο γκρουπ όπως οι Walkmen έπαιξαν μπροστά σε μια χούφτα ανθρώπων; (Το ίδιο ρητορικό ερώτημα ισχύει και για τη συναυλία της προηγούμενης βραδιάς, με τους Slop Shop να δίνουν ένα εξαιρετικό live για λογαριασμό περίπου των τοίχων, ενώ τα ίδια πάνω κάτω ισχύουν και για τους Jack, και για τον Perry Blake κτλ). Από τη μια λοιπόν έχουμε ένα ακροατήριο που εδώ και χρόνια το μόνο που θυμάμαι να κάνει είναι να γκρινιάζει για το πόσο λίγες συναυλίες γίνονται στη χώρα μας, κι απ' την άλλη έχουμε τη σκληρή πραγματικότητα του να γυρίζει επιδεικτικά την πλάτη όταν έχουμε ελπιδοφόρα μηνύματα ότι κάτι επιτέλους αρχίζει και κινείται.
Δεν γνωρίζω λοιπόν αν το θέμα είναι οικονομικό (ίσως τελικά ο κόσμος να πηγαίνει μονάχα όπου θα πρέπει να σκάει από τριαντάρι και πάνω, γιατί μόνο αυτές οι συναυλίες έχουν τελικά κόσμο, εκεί όπου θα πρέπει να στριμώχνονται σαν σαρδέλες και να λιγοθυμούν, ή όπου θα ξέρουν ότι σίγουρα υπάρχει απ' έξω καντίνα που πουλάει "βρώμικο" κοκ) ή μονάχα το γεγονός ότι δύο άσημα γκρουπάκια απ' τη Νέα Υόρκη είχαν το θράσος να "χτυπηθούν" με την τιτάνια προσπάθεια της πρόκρισης του Παναθηναϊκού στην επόμενη φάση του Κυπέλλου (ή για ότι έπαιζε τέλος πάντων…). Το μόνο σίγουρο είναι ότι γυρνάμε στ' αυγά μας, βλέπουμε συναυλίες τρεις-τέσσερις φορές το μήνα και αν… και επανερχόμαστε στη γνωστή γκρίνια (γκρίνια που το αστείο είναι ότι πολλές φορές προέρχεται από δημοσιογράφους και ραδιοφωνικούς παραγωγούς που τελικά τους βλέπουμε στους συναυλιακούς χώρους κάθε Πάσχα και Χριστούγεννα. Πλάκα έχουμε…).
Αν έρχονταν λοιπόν οι Strokes στην Αθήνα, θα πήγαινε να τους δει η κουτσή Μαρία και η πεθερά της με το σκύλο τους, ενώ τους Walkmen δεν τους τιμούμε επειδή δεν έχουμε λάβει ακόμη το μήνυμα του hype απ' το NME. <
Κατά τη γνώμη μου, οι Walkmen δεν απολαμβάνουν την ίδια δόξα με τους πρώτους, αφενός επειδή ο τραγουδιστής τους δεν έχει εξίσου διάσημο και πλούσιο πατέρα μ' αυτόν του Casablancas, αφετέρου επειδή είναι περισσότερο συναρπαστικοί, ορμητικοί, και εντέλει underground απ' τους Strokes. Είναι αυθεντικοί rock 'n' rollers και δεν το παίζουν ότι είναι, χρησιμοποιώντας προβαρισμένες πόζες. Είναι cool και ευτυχώς, δεν έχουν κανέναν ανάγκη να τους πει ότι είναι. Έχουν την ευτυχία να είναι παλαίμαχοι του χώρου (τρεις απ' αυτούς συμμετείχαν σε μια άλλη σπουδαία μπάντα με το όνομα Jonathan Fire*Eater που έχει στο ενεργητικό της δύο άλμπουμ, το "Tremble Under Boom Lights" του 1997 για λογαριασμό της Crippled Dick Hot Wax και το "Wolf Songs For Lambs" την ίδια χρονιά στη νεοσύστατη τότε Dreamworks. Αν τα συναντήσετε ποτέ μπροστά σας, μην τα αγνοήσετε!) και γνωρίζουν τον τρόπο να κάνουν κατανοητές άμεσα τις προθέσεις τους. Εξάλλου το είπε ο τραγουδιστής τους με το που ανέβηκε στη σκηνή: "Hello, we're The Walkmen and we're gonna be really loud!". Και για την επόμενη μια ώρα και βάλε που έπαιξαν, δεν έκαναν τίποτε άλλο - τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο - απ' αυτό, και το ακροατήριο που τους τίμησε δεν φάνηκε να ζητάει κάτι διαφορετικό.
Χωρίς να καταφύγουν στην παραμικρή ακρότητα, όντας δηλαδή απόλυτα ουσιαστικοί και βέβαιοι γι' αυτό που έκαναν, εκτέλεσαν ένα σετ τραγουδιών που πρόδιδαν από μακριά την νεοϋορκέζικη καταγωγή τους και ξεχείλιζαν από μελωδίες και στιβαρή νεοκυματική αισθητική. Με φωνητικά που έδιναν μια αίσθηση πολυχρωμίας, όπως εξάλλου και η συνολική μουσική εικόνα που έδινε το γκρουπ, παρόλο που μιλάμε για ένα κλασικό ροκ εν ρολ σχήμα, με έναν άπιαστο ντράμερ κι έναν μπασίστα που έφερνε στο νου την εικόνα του σπαστικού που λανσάριζε ο David Byrne στις πρώτες ημέρες των Talking Heads (τι λέγαμε πριν για την επιρροή της Νέας Υόρκης στη μουσική τους;), οι Walkmen ανέβηκαν στη μικρή σκηνή του Αν, εξέπληξαν τους πάντες με τον απλούστερο και γοητευτικότερο τρόπο και αφού μας αντάμειψαν με τρία ανκόρ, αποχώρησαν νικητές των εντυπώσεων. Αν θέλετε να πάρετε μια πιο εμπεριστατωμένη εικόνα του τι ακούστηκε εκείνη τη βραδιά, ακούστε το άλμπουμ τους "Everyone Who Pretended To Like Me Is Gone" και κλάψτε που δεν είσαστε εκεί!
Τη βραδιά άνοιξαν οι δικοί μας Postblue τους οποίους έχασα από δικό μου τραγικό λάθος, αλλά δεν στεναχωρήθηκα γιατί τους έχω ήδη δει πάμπολλες φορές και γνωρίζω έτσι καλά ότι πρόκειται για μια απ' τις πιο σπουδαίες νέες μπάντες του εγχώριου ροκ, ενώ το τρίο των Elk City δεν μου φάνηκε κάτι παραπάνω από συμπαθητικό. Είχαν αναμφίβολα κάποια καλά κομμάτια στο ρεπερτόριό τους, μα ατύχησαν με το να παίξουν πριν τους Walkmen, οπότε και καλύφθηκαν όλες οι πιθανές αρετές τους. Πριν από εκείνους, απλά αντιλαμβάνεσαι ότι ήταν τελικά λίγοι (και δεν εννοώ φυσικά σε αριθμό έναντι των πέντε που επακολούθησαν)!