Το ζήσαμε και αυτό. Ένα απωθημένο δύο χρόνων βρήκε τελικά εφαρμογή με ένα αποφασισμένο ταξίδι από την αρχή του χρόνου, με τις μικρές και απαραίτητες θυσίες. Μην έχοντας παρευρεθεί ποτέ ξανά σε οποιοδήποτε Ευρωπαϊκό φεστιβάλ, και με μόνο κριτήριο το ...χμμ... Rockwave, είχα κάποιες συγκεκριμένες προσδοκίες οι οποίες ήταν τοποθετημένες αρκετά υψηλά. Προκαταβολικά, το αποτέλεσμα τις ξεπέρασε κατά πολλά χιλιόμετρα.

Βρεθήκαμε στο χώρο του Camber Sands, στη Νότια Αγγλία το μεσημέρι της Παρασκευής 19 Απριλίου, λίγο κουρασμένοι αφού το προηγούμενο βράδυ είχαμε μία άσχημη εμπειρία σε ένα μπαρ του Λονδίνου στο οποίο είχε πάρτυ ο Αlan McGee (ξέρετε, Creation, Poptones). Aφού τελειώσαμε το διαδικαστικά (check-in, βραχιολάκια στα χέρια, τακτοποίηση στο δωμάτιο) και αφού η ώρα ήταν ήδη 5 το απόγευμα, αποφασίσαμε να αρχίσουμε την εξόρμηση στην πρώτη συναυλία. Και τι συναυλία; Οι Shellac, διοργανωτές του ATP2002, άνοιγαν το φεστιβάλ, στη μικρή αίθουσα και είμασταν κατενθουσιασμένοι. Αμ δε. Η ουρά ήταν τεράστια και μετά από κάποια ώρα, οι security guards δεν επέτρεπαν άλλους στο χώρο για λόγους ασφαλείας. Ωραία ξεκινήσαμε. Το συγκεκριμένο σκηνικό επαναλήφθηκε και τις επόμενες δύο μέρες. Πιο συγκεκριμένα, οι Shellac του Steve Albini, για κάποιο περίεργο αλλά καθ’όλα εγωιστικό λόγο, έπαιζαν κάθε μέρα πρώτοι στην μικρή αίθουσα, καθιστώντας αδύνατη την προσέλευση μας. Μάλιστα τη δεύτερη αλλά και την τρίτη ημέρα, το live τους ξεκινούσε στις 14:15 το μεσημέρι ενώ καλά καλά εμείς δεν είχαμε πιει μία γουλιά καφέ. Συγχαρητήρια κύριε Albini. Το μισό ATP, δε σας είδε ποτέ.

Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς το δωμάτιο, το οποίο για καλή μας τύχη ήταν ακριβώς απέναντι από τους συναυλιακούς χώρους και όχι κάπου χαμένο στο βάθος, για τις απαραίτητες αλκοολούχες ουσίες, το φωτογραφικό εξοπλισμό και τα λαθραία μπουκαλάκια με το ιρλανδέζικο ουϊσκι. Καταλήξαμε σε τέτοιες καφρίλες διότι μέσα στους χώρους, η μπύρα ήταν απαίσια και τα ποτά σε δόσεις πραγματικά «σκωτσέζικες». Το επόμενο συγκρότημα και ουσιαστικά το πρώτο που είδα ήταν οι Dianogah από το Chicago. To μοναδικό αυτό τρίο αποτελείται από drums και δύο μπάσα χωρίς καθόλου φωνητικά. Το αποτέλεσμα ήταν άκρως εντυπωσιακό. Σιγά σιγά αρχίζαμε να επανεκτιμούμε την αδιαμφισβήτητη ευφυϊα του κυρίου Albini όσον αφορά τις επιλογές και παρασυρθήκαμε στο trip των Dianogah. Πότε με άκρως ενοχλητικό ήχο και πότε με απερίγραπτες μελωδίες το αμερικάνικο τρίο μας ξεσήκωσε. Θυμηθήτε τους. Σε λίγο καιρό θα κοσμούν τα ράφια της δισκοθήκης σας.

H ώρα ήταν ήδη 8:30 και προετοιμαζόμασταν για το clue της βραδιάς. Στις 9 ακριβώς βρεθήκαμε για πρώτη φορά τη συγκεκριμένη ημέρα στη μεγάλη αίθουσα και περιμένανε εναγωνίως του Blonde Redhead. Το τρίο από τη Νέα Υόρκη με την εντυπωσιακή Γιαπωνεζοινδιάνα μπασίστρια κυριολεκτικά με ξετρέλανε. Αν και με αμφιλεγόμενη τοξικολογική κατάσταση εκείνη την ώρα δεν είχα πλήρη επίγνωση της μουσικής, θυμάμαι αρκετά καλά ότι το σετ τους ήταν εξαίσιο. Για τη μία ώρα που βρίσκονταν πάνω στη σκηνή, το άγριο rock’n’roll με τις απαραίτητες ανανεωτικές του τάσεις έβγαινε άψογα από τα ηχεία με έναν ονειρικό ήχο. Το καλύτερο σετ ολόκληρου του ATP; Χωρίς αντίρρηση, ναι.

Mε το κεφάλι ακόμα διαλυμένο, το επόμενο σετ που περιμέναμε ήταν αυτό των Breeders. Με καινούργιο δίσκο και ανανεωμένες φυσικές καταστάσεις οι αδερφές Deal βγήκαν στη σκηνή γύρω στις 11 παρά κάτι και από τα 8 τραγούδια που άκουσα, μπορώ με σιγουριά να πω ότι δεν έχουν χάσει τίποτα από τη μαγεία τους. Η διάθεση τους ήταν φανερά ανεβασμένη και πως να μην είναι άλλωστε. Παίζουν ως headliners στο καλύτερο φεστιβάλ της Ευρώπης και έχουν – επιτέλους – ολοκαίνουργιο δίσκο. Για τα οχτώ τραγούδια που άκουσα, με τελευταίο το Cannonball, ήμουν πανευτυχής. Δυστυχώς δεν ήμουν σε θέση να δω όλο τους το σετ, διότι στην κάτω αίθουσα, οι Low κούρδιζαν τις κιθάρες τους.

Δύο ήταν οι λόγοι για τους οποίους πήγα στο φετινό ATP. Ο ένας οι Low και ο δεύτερος ο Bonnie Prince Billy ο οποίος είχε μεν στρατευθεί για το δεύτερο Σαββατοκύριακο, αλλά αυτό δεν ήταν γνωστό όταν εμείς βγάζαμε τα εισητήρια. Για τον ένα και μοναδικό λόγο λοιπόν που μου είχε πλέον απομείνει, έπρεπε οι Breeders να θυσιαστούν για να απολαύσουμε τους Μορμόνους θεούς της μελαγχολίας, τους Low. O Alan και η Mimi εισέπραξαν ένα ενθουσιαστικό χειροκρότημα όταν ανέβηκαν στη σκηνή και ξεκίνησαν σιγά σιγά το μαγευτικό τους ταξίδι. Ο ήχος τους ήταν σαφώς σκληρότερος από τους δίσκους, κάτι το οποίο ήταν αναμενόμενο αν αναλογιστούμε ότι η παραγωγή του Albini στο studio είναι μοναδική και δεν αναπαράγεται στα live. Εντούτοις οι Low ήταν αποκαλυπτικοί. Οι φωνές σκλάβωσαν το κοινό και ράγισαν τις καρδιές μας. Προς το τέλος της συναυλίας, αποφάσισα να θυσιάσω το οπτικό μέρος της συναυλίας και ξάπλωσα σε μία μοκέτα στην άκρη της αίθουσας. Το αποτέλεσμα δεν άλλαξε καθόλου. Οι Low ως headliners στη μικρή αίθουσα στάθηκαν στο ύψος τους και ακόμα παραπάνω. Ας τους φέρει κάποιος και προς τα εδώ. Πρέπει να τους ξαναδώ.

Η δεύτερη ημέρα σε αυριανό άρθρο...

To πλήρες σετ της πρώτης ημέρας (19-Απριλίου-2002)

Primary Stage: (Mε σειρά εμφανίσεως)
Threnody Ensemble
Danielson Famile
Blonde Redhead
The Breeders

Secondary Stage:
Shellac
Oxes
Dianogah
David Lovering
Shipping News
Low

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured