Με κάποια καθυστέρηση στο χρονικό προγραμματισμό (που τελικά πήγε αρκετά πίσω) πήρε τη θέση του στη σκηνή ο πρώτος από τους ‘’επίτιμους’’ καλεσμένους, ο κύριος Stephan Betke ή αλλιώς Pole. Έχοντας παρακολουθήσει τον Pole πριν δυο χρόνια (στο Drifting Festival) περίμενα από αυτόν ίσως την καλλίτερη εμφάνιση της βραδιάς κάτι που δεν συνέβη. Ίσως το ηλεκτρονικό του dub να δυσκολευόταν να προσαρμοσθεί στο χώρο της τεράστιας αποθήκης (μέχρι και οι λαμαρίνες δυσανασχετούσαν τρίζοντας στις δονήσεις του μπάσου), ίσως ο κόσμος να ήταν λίγος και κρύος, ίσως απλά εγώ να περίμενα πολλά. Χωρίς πάντως να κουράσει, έκανε μια καλή εισαγωγή στο κλίμα του φεστιβάλ, κάνοντας την πιο –ας πούμε- ambient εμφάνιση, γεμίζοντας τους ηλεκτρισμένους και ραφιναρισμένους dub ρυθμούς του με clicks, cuts και άλλους περίεργους θορύβους. Με δυο λόγια, παρακολουθούσαμε μια διαρκείς αποσύνθεση και ανασύνθεση της μουσικής του επί σκηνής, κάτι που άλλωστε οφείλει να κάνει ένας δημιουργός όταν παίζει live… κάτι που έκανε και με εκπληκτικό τρόπο ο Brinkmann για τον οποίο όμως θα μιλήσουμε αργότερα.
Ο επόμενος επί σκηνής ήταν ο Scanner. Έχοντας υπόψη τον τυχοδιωκτισμό του και γενικά τον περίεργο χαρακτήρα του, πραγματικά δεν ήξερα τι να περιμένω από το live. Για να πω την αλήθεια επιθυμούσα κάτι ολίγον ambient και trippy αλλά δυστυχώς με διέψευσε παίζοντας με full τους amplifiers. Κατακτώντας τον τίτλο της πιο εκκωφαντικής εμφάνισης της βραδιάς (προσωπικά με κούρασε σε κάποιο σημείο η ένταση) έπαιξε δυνατό και ψυχρό electro, λες και ήθελε να ταυτιστεί και αυτός με το ψυχρό ταμπεραμέντο των τόσων Γερμανών που εμφανίστηκαν. Χαρακτηριστικό του live τα διαρκή drum machines τα οποία φιλτράρονταν σε βαθμό να καταλήγουν σε πλήρες θόρυβο. Χμμ… Το highlight της βραδιάς (κάτι που προσωπικά δεν περίμενα) ήταν όμως ο Thomas Brinkmann. Πνευματικό παιδί του Richie Hawtin έδωσε μια παράσταση όπως ακριβώς θα έκανε ο mr Plastikman. Χωμένος στα μηχανήματα του, έδινε με τα ψυχρά χαρακτηριστικά μου μια εντελώς απόμακρη εντύπωση, η οποία όμως καταρρίφθηκε όταν πήρε τα ηνία η μουσική. Το techno που παρήγαγε περιείχε τα πάντα, από dub μέχρι jazz. Τα πάντα χωμένα σε επαναληπτικές λούπες, πάνω στις οποίες άφηνε samples, θορύβους, και διάφορους ήχους που έβγαζε από τις κονσόλες του. Ειδικά το δεύτερο μισό του σετ του ήταν φ-α-ν-τ-α-σ-τ-ι-κ-ό. Με χαμηλωμένους τους προβολείς και σκοτεινή διάθεση γενικότερα, αφέθηκε να γεμίζει και να αδειάζει διαρκώς με effects επαναλαμβανόμενους techno ρυθμούς, που άλλοτε έδειχναν αργοκίνητοι άλλοτε κοφτεροί, άλλοτε λιτοί και άλλοτε παραγεμισμένοι. Δύσκολο να το περιγράψεις … το μόνο σίγουρο είναι ότι δυσκολευόσουν να κρατήσεις τα πόδια σου ακίνητα στο έδαφος.
|