Σχεδόν είκοσι χρόνια πέρασαν από τότε που τρεις τύποι από τη Θεσσαλονίκη, «ξεκούρδιστοι» και «φάλτσοι» ακριβώς με τον τρόπο που δίδαξαν και επιτάσσουν οι βίβλοι του πανκ, έπαιξαν για πρώτη φορά πανκ ροκ για τις δύσκολες ώρες, με τον ομώνυμο δίσκο να προοικονομεί γλυκόπικρα και άθελά της μια ολόκληρη εποχή στην οποία η νεολαία του 2006 θα ανακηρυσσόταν στη «χαμένη γενιά» που θα επωμιζόταν τις συνέπειες της μεγαλύτερης οικονομικής και πολιτικής περιπέτειας της σύγχρονης Ελλάδας.

Σε αυτά τα σχεδόν είκοσι χρόνια διάφορα πράγματα έγιναν και άλλαξαν για τους Χατ Τρικ, με τις διάφορες φάσεις που έχει περάσει το συγκρότημα να αποτυπώνονται στους έξι δίσκους που έχει κυκλοφορήσει και στα live τους που τείνουν πια να γίνουν σχεδόν συλλεκτικά. Κόσμος πήγε και ήρθε, αυτό όμως που δεν άλλαξε ποτέ είναι η πανκ ψυχή και αισθητική των Χατ Τρικ που δεν υπέκυψε ποτέ σε οποιαδήποτε εξωτερική σύμβαση, δεν αλλοιώθηκε, δεν νοιάστηκε στιγμή για το αν κάποιοι θα πουν ότι φλερτάρει με τη γραφικότητα, δεν ενσωματώθηκε σε κάποιο φαντεζί, ψευτοπειραματικό κύμα από τα πολλά που απείλησαν κατά καιρούς την εγχώρια σκηνή, έχοντας κυριαρχήσει πια τουλάχιστον κατά τόπους. Η διαδρομή που ενώνει τις τελείες μεταξύ του «Πανκ Ροκ για τις δύσκολες ώρες» μέχρι τις «Ταραχές στη Βαβέλ» το επιβεβαιώνει. Και μια ακόμη περίτρανη απόδειξη για αυτό απογείωσε το Θέατρο του Λυκαβηττού το βράδυ της 30ης Ιουνίου, σε ένα Rockwave Night που ανήκε δικαιωματικά στην τελευταία rock n roll συμμορία, σε μια παρέα από still standing punk rockers που μας θύμισε πολλά πράγματα, αλλά κυρίως ότι όλα στο πανκ αρχίζουν και τελειώνουν με το να γουστάρεις βαθιά και ανεπιφύλακτα το ίδιο το πανκ.

O Πετρής (Πέτρος) Κεχαγιόπουλος, ιδρυτικό cornerstone των Χατ Τρικ που κρατάει ζωντανή την ιστορία της μπάντας όλα αυτά τα χρόνια και κατά συνέπεια και στη νέα της σύνθεση, μαζί με τον Αλέξη και τον Στρατή, σε εκπληκτική φόρμα έδωσαν ένα από τα καλύτερα -αν όχι το καλύτερο- live της ύστερης Χατ Τρικ περιόδου, χορταστικά γεμάτο από τις κορυφαίες στιγμές των δίσκων τους με bonus track το νέο τους τραγούδι «Έχεις πεθάνει και δεν το ξέρεις» από το επερχόμενο, LP τους που αναμένεται το φθινόπωρο. Αγόρια και κορίτσια που τα πρώτα τους κινητά είχαν κουμπάκια και πορτάκι και όχι έξυπνες οθόνες, που πρόλαβαν το MSN και ξημεροβραδιάζονταν σε αυτό, που έκαναν τους πρώτους λογαριασμούς στον θαυμαστό, καινούριο κόσμο του Facebook, που τα καλοκαίρια τους ήταν γεμάτα με φοιτητικό πανκ, oldschool hip hop και ρεμπέτικες βραδιές, που ενηλικιώθηκαν σε ελεύθερα camping και στις τελευταίες ζωντανές πλατείες, με μπίρες από το περίπτερο, όλα αυτά τα παιδιά ήταν εκεί, σε ένα ζωντανό παρών τραγουδώντας δυνατά το ερωτικό έπος των Χατ Τρικ «Σιγά Σιγά», στήνοντας αυτοσχέδιo mosh pit σε μικροκλίμακα στο «Το κράτος θέλει το κακό μου», ξεφεύγοντας στο encore με το «1.000 χρόνια» και το «Απόψε» προς τη δική του νοερή οδό διαφυγής ο καθένας, πάνω από το θέατρο, πάνω από την πόλη, πάνω από αυτό το καλοκαίρι που είναι τόσο διαφορετικό από όλα εκείνα τα αθώα καλοκαίρια της γλυκόπικρης ενηλικίωσης.

Οι Χατ Τρικ είναι αυτοί που είναι και συνεχίζουν αξιοθαύμαστα να είναι αυτό. Εκτός φάσης αλλά πεισματικά μέσα στο πανκ, κοπρόσκυλα για πάντα, γεννημένοι γκαντέμηδες, αυτοκαταστροφικοί, γενιά του χάους. Δεν θα διαβάσεις εύκολα εύκολες συνεντεύξεις τους, δεν θα βρεις πολλά πράγματα για αυτούς online, ό, τι χρειάζεται να ξέρεις το λένε τα τραγούδια τους – μια ιστορία από εκείνες που μπορεί να  έχεις ξεχάσει ότι θα μπορούσαν να δισκογραφηθούν στη μετά 2000 εποχή- και τα live τους, όπως αυτό το τελευταίο στον Λυκαβηττό. Και κόντρα στους στίχους τους που σημάδεψαν παρέες και παρέες τις χόρεψαν ξέφρενα, και τις κατηφόρισαν το βράδυ της Κυριακής τραγουδώντας στον περιφερειακό,  το rock n roll δεν αυτοκτόνησε απόψε. Απόψε δεν χάσαμε εμείς – έστω κι αν ήταν μόνο για απόψε.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured