Η ανυπομονησία για τις συναυλίες του καλοκαιριού είναι συλλογική και απαράμιλλη. Σε μια εποχή (κοινωνική και χρονική) που η ταχύτητα ανακατεύεται με τον καύσωνα, οι συνθήκες είναι ανυπόφορες. Γι’ αυτό και στις μικρές οάσεις της Αττικής, ο κόσμος ξεχύνεται ακολουθώντας τους εσωτερικούς σπασμούς που δημιουργούν στον καθένα την όρεξη για να παρακολουθήσει την εκάστοτε συναυλία.
Ο Κωνσταντίνος Βήτα ανέκαθεν έδινε σπάνια συναυλίες. Ακόμη και οι Στέρεο Νόβα, όπως έχει πει και ο ίδιος, ήταν ένα γκρουπ που κυρίως δισκογραφούσε. Οι εμφανίσεις του, λοιπόν, είναι «δώρα» που κάνουν τους ακροατές του να περιμένουν με χαρά για να ανοίξουν. Ειδικά, τα τελευταία χρόνια, υπάρχει η αίσθηση πως είτε στη σόλο δουλειά είτε στην επανένωση των Στέρεο Νόβα με τον Μιχάλη Δέλτα, η επιλογή του μέρους και του χρόνου που θα γίνει η συναυλία, είναι μια διαδικασία εκλεκτική.
Έτσι, την περασμένη Παρασκευή και έχοντας στο ενεργητικό του δύο πρόσφατες κυκλοφορίες, το EP Ίριδα με τους Στέρεο Νόβα και το άλμπουμ Το Χέρι που είναι καθαρά προσωπική δουλειά (και τα δύο υπό τη σκεπή της Sky Vector, όπως και η επανακυκλοφορία του παλιού του άλμπουμ Τυχερό Αστέρι που γνώρισε δεύτερη καριέρα χάρη στο ομώνυμο single που έχει προστεθεί στο soundtrack της σειράς Μαέστρο του Χριστόφορου Παπακαλιάτη), ο Κωνσταντίνος Βήτα κατηφόρισε στον όμορφο και ευάερο χώρο του κήπου του Μεγάρου Μουσικής. Μαζί του ήταν ο Βάιος Μαχμουντές στα πλήκτρα, ο Βαγγέλης Μπαλιούσης στα τύμπανα, ο Θάνος Καλέας στο κομπιούτερ και ο Γιάννης Λαμπρόπουλος στον ήχο.
Η επιλογή των τραγουδιών ήταν μια προσεγμένη συλλογή από την προσωπική του πορεία (με μοναδική ανάμνηση από τους Στέρεο Νόβα τον "Εξώστη" που έπαιξε πολύ πιστά στην αυθεντική εκτέλεση), κυρίως αλέγκρα, δροσερή και καλοκαιρινή, όπως είπε ξανά και ξανά ο ίδιος. Παρά την αρχική δυσκολία στο να ακουστούν τα φωνητικά (δεν είναι σαφές αν ήταν λόγω συστολής ή τεχνικής αστοχίας), ο ήχος της μπάντας (πρέπει να επισημανθεί ότι τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια δεν έχει ξαναεμφανιστεί στη σκηνή, στις σόλο εμφανίσεις του, με τη συνοδεία ντραμς), ο ρυθμός και η ατμόσφαιρα απέδωσαν ένα άρτια εκφραστικό και τεχνικό ηχητικό αποτέλεσμα που οδήγησε το κοινό και τον τραγουδοποιό σε μια πρωτοφανή σύνδεση.
Η συστολή του Κ. Βήτα είναι το στοιχείο που τον κάνει τόσο αγαπητό και ξεχωριστό στο κοινό του, που επαναπροσαρμόζεται και πληθαίνει, όπως είναι προφανές με την πάροδο των χρόνων και όταν, λοιπόν, η συστολή αυτή χάνεται ή έστω μειώνεται και γίνεται πιο ομιλητικός, διαμορφώνεται μια ευχάριστη διάθεση από το κοινό που δεν παραλείπει ποτέ να δονείται μαζί του στα τραγούδια του, στη "Μιράντα", στο "Τζιτζίκι", στο "Όλα πριν γίνουν", στα "Μεσάνυχτα", στον "Κύκλωπα", στο "Κύμα", στο "Πάρτυ", στο "Όλο αυτό που ποτέ" κτλ.
Ευχάριστο και ενδιαφέρον είναι και το γεγονός ότι ο Κ Βήτα επίσης επιλέγει τα τελευταία χρόνια να παίρνει και την κιθάρα του μαζί στα live, προσφέροντας στο κοινό μια πιο άμεση και εσωτερική διάσταση στην τραγουδοποιία του, αφού έχει πολλάκις δηλώσει πως η κιθάρα ήταν η πρώτη του αγάπη και καταφεύγει σε αυτήν συχνά για να γράψει πολλά κομμάτια, ακόμη και αν αυτά στο τέλος τα αποδώσει σε αμιγώς ηλεκτρονική μορφή. Μάλιστα, επέλεξε και στο encore να κλείσει μόνος με την κιθάρα του.
Παίζοντας για σχεδόν 2 ώρες, ένα επιπλέον στοιχείο που μετέτρεψε τη βραδιά σε μια σαγηνευτική performance, έκλεισε με τη δική του ερμηνεία στο "Τυχερό Αστέρι" (πράγμα σπάνιο αφού στα αυτιά των ακροατών έχει χαραχθεί από την πρώτη ερμηνεία του Γιάννη Παλαμίδα και τη μετέπειτα διασκευή της Monika), ένα τραγούδι που παρόλο που ήταν πάντα αγαπητό στο πιστό κοινό του, τώρα βρίσκεται την αξία που του αρμόζει στη μουσική βιβλιοθήκη της χώρας, αφού επανεκτελέστηκε με την ερμηνεία του Ορέστη Χαλκιά στη σειρά Μαέστρο του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, που πλέον έχει πάρει και παγκόσμια τροπή, αφού υπήρξε η πρώτη ελληνική σειρά που εισήλθε στην πλατφόρμα του Netflix.
Η ποικιλία, η εσωτερικότητα, ο χορός (γιατί χόρεψε πραγματικά πολύ και επικοινωνώντας με αμοιβαιότητα τον δικό του παλμό με του ακροατηρίου), η αγάπη, ο έρωτας, η αποδοχή του διαφορετικού, η κοινωνική ανησυχία, η ποιητικότητα, η επαναστατικότητα, η αστική ομορφιά και ασχήμια, είναι πράγματα που σχηματίζουν τον δικό του κόσμο και φυσικά παρουσιάστηκαν στη σκηνή με τη ραγισμένη ευαισθησία και τη διεισδυτική ματιά που τον χαρακτηρίζουν. Ο Κωνσταντίνος Βήτα καταφέρνει πάντα να στήνει σύγχρονα ηχοτοπία με vintage χαρακτηριστικά, έναν άριστο δηλαδή συνδυασμό μοντέρνων και παρελθόντων γνωρισμάτων, που δεν προσφέρουν παρελθοντολαγνία, αλλά αισιοδοξία για το μέλλον και ευγνωμοσύνη για το παρόν.