Λένε πως το χιπ χοπ καταλαμβάνει όλο και μεγαλύτερο χώρο στο μουσικό κοινό, ότι έχει μάλιστα αντικαταστήσει το ροκ και υπάρχουν ηλικιακές ομάδες που δεν το ακολουθούσαν εξ αρχής αλλά το αναγνωρίζουν στην πορεία. Πάντως αυτό είναι μια παραδοχή που από τη μία δεν ισχύει ακριβώς, αφού παγκοσμίως το χιπ χοπ κερδίζει όλο και μεγαλύτερο έδαφος από την αλλαγή του αιώνα και μετά, από την άλλη στην Ελλάδα φαίνεται πως τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά την πανδημία, πραγματοποιείται όντως πανζουρλισμός στις χιπ χοπ συναυλίες, με πρωτοφανή νούμερα στα στάδια και τα γήπεδα (ΛΕΞ, Bloody Hawk, Λόγος Τιμής κτλ).

Πράγματι, αυτό συμβαίνει όταν ένα ρεύμα έχει ριζώσει σταδιακά και μετά από κάποιες δεκαετίες οι ακόλουθοί του ξεχύνονται όλο και περισσότερο στους δρόμους και άλλωστε ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι ο Εισβολέας ή Ηλίας Παπανικολός είναι από αυτούς που έπαιξαν κομβικό ρόλο στη διάδοσή αυτής της κουλτούρας στην Ελλάδα; Ποιος άλλος παλιός ράπερ (από την πρώτη και τη δεύτερη γενιά Ελλήνων χιπ χοπ καλλιτεχνών) έχει τόσο σταθερή πορεία, δισκογραφική, συναυλιακή και αγκαλιάζεται τόσο πολύ από ένα ευρύ φάσμα ακροατών; Έχοντας στο ενεργητικό του μια παραπάνω από αξιόλογη δράση σε συγκροτήματα (Σκοτεινή Πλευρά, Άγνωστοι Γνωστοί, Τιγρέ Σπιτάκια) και μια άκρως πετυχημένη solo πορεία, ο Εισβολέας «κάνει πραγματικά ό,τι γουστάρει» τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι λίγοι κιόλας αυτοί που ισχυρίζονται ότι πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα χιπ χοπ καλλιτέχνη, με ταυτότητα, που μεταλλάσσεται χωρίς να αλλοιώνει τον πυρήνα του και παράλληλα κερδίζει όλο και μεγαλύτερο έδαφος στον εγχώριο χάρτη.

Πάνε 10 περίπου χρόνια από όταν έβγάλε τη μάσκα του σκληροπυρηνικού ράπερ και έχει μετονομάσει αρχικά το ψευδώνυμο στο πραγματικό του όνομα «Λιάκος». Όπως έχει πει ο ίδιος, όταν ανακάλυψε τη λογοτεχνία και την ελληνική μουσική, άλλαξε το είναι του. Επίσης, έχει τονίσει ότι τα πρώτα του ακούσματα προήλθαν από τον χώρο του ελληνόφωνου ροκ (Παύλος Σιδηρόπουλος, Τρύπες και Ξύλινα Σπαθιά). Όλα αυτά παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση του δικού του ήχου. Πάντως, από όταν αποφάσισε να κάνει νέα στροφή στο όνομα και στον ήχο του, κινείται σε πιο λαϊκούς και μεσογειακούς δρόμους. Όλα αυτά τον έχουν οδηγήσει σε νέα μονοπάτια όπου αναμειγνύει ετερόκλητα στοιχεία για να δείξει ότι στο τέλος η μουσική είναι μία!

Την Τετάρτη 19 Ιουνίου σε αυτή τη γιορτή 25 ετών, σε ένα όχι κατάμεστο (σε αυτό έφταιξε και η επιλογή ημέρας) θέατρο Λυκαβηττού αλλά σίγουρα γεμάτο από κόσμο που χόρευε και είχε παλμό, εμφανίστηκε με εξαιρετικά εύθυμη διάθεση, με τη συνοδεία μιας εξαίρετης μπάντας που μπορούσε κυριολεκτικά να παίξει ό,τι ήθελε (φανκ, μπλουζ, ρέγκε, τριπ χοπ, λαϊκά κτλ). Μαζί με αυτήν τη σφιχτοδεμένη ομάδα, λοιπόν, παρουσίασαν κομμάτια κυρίως της ύστατης περιόδου του (μόνο δείγμα από τα παλιά ήταν τα "Παιδικά Μου Χρόνια") ενώ σχεδόν από την αρχή, με τη λιτότητα και το θάρρος που τον διακρίνει, ο ράπερ εκμυστηρεύτηκε τον πρόσφατο θάνατο του πατέρα του, ο οποίος έφυγε ανήμερα της γιορτής του πατέρα και στον οποίο αφιέρωσε όλη τη συναυλία.

Οι καλεσμένοι δεν έλειψαν από τη σκηνή (Γέλως, Μάριος Νταβέλης από FundracarΝεφέλη Φασούλη, Ιουλία Καραπατάκη / οι δύο κοπέλες έκλεισαν μάλιστα μαζί το σχεδόν τρίωρο πάρτυ), αν και ο χρόνος που απέσπασαν θα μπορούσε να ήταν περισσότερος. Π.χ. ο Γέλως σηκώθηκε μόνο για 1 κομμάτι και αυτό δεν ήταν το "Νεοέλληνα Άκου" από την εποχή των ΑΓ! Ωστόσο, υπήρξε και μια ομάδα break dancers και δύο DJs που κατέλαβαν ένα εύλογο χρονικό διάστημα θυμίζοντας τις βάσεις της χιπ χοπ κουλτούρας. "Έχω το θέμα μου", "Το αφήσαμε για αύριο", "Ανοίγω φτερά", "Δικτύωση", "Όπα λαλά", "Μπανιστιρτζού", πολλά παλιότερα αλλά και αρκετά κομμάτια του τελευταίου του album, το οποίο ομολογουμένως ήταν τελείως διαφορετικό από ό,τι έχει καταπιαστεί, ήταν αυτά που παίχτηκαν και οδήγησαν το κοινό σε ένα ντελίριο που θυμίζει ότι το χιπ χοπ γεννιέται στους δρόμους, στα σπίτια, στα αλώνια, αλλά κυρίως στις καρδιές των ανθρώπων.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured