Γράφουν οι Δημήτρης Λιλής και Εύη Χουρσανίδη

 

ENOUGH!

Δύο αδέρφια με εμμονή στις flying V κιθάρες (Chino & Johanan), ένας drummer με προυπηρεσία σε μπάντες όπως οι Bazooka (Plath) και μιά Ελληνοαμερικανίδα τραγουδίστρια (Lou) που έχει μελετήσει για τα καλά το riot grrrrl κίνημα και κυρίως την κίνηση και τις ερμηνείες της Kathleen Hanna από την Bikini Kill εποχή της, ανεβαίνουν στη σκηνή του Ρομάντσο λίγο μετά τις 10μμ.

Μόλις δύο κομμάτια μετά το «άνετο» ζέσταμά τους, τραβάνε τον πρώτο άσσο τους, πρακτικά το μοναδικό video - single τους μέχρι τώρα με τον τίτλο “Break Up Your Band” και ξεκινάνε να συνδέονται με σεβαστή μερίδα του κοινού που δείχνει να έρχει έρθει και γι’αυτούς. Η Lou (κατά κόσμον Αθηνά, όπως θα μου συστηθεί λίγο αργότερα στον πάγκο του merchandise) έχει ήδη φροντίσει να συγκεντρώσει τον πυρήνα της μπάντας στις τρείς πρώτες σειρές και το look της ξεκάθαρα προσθέτει πόντους στο “like they own it” υφάκι τους. Αστειάκια τύπου, «είστε εδώ για να κουνήσετε τα νεκρά κορμιά σας» στα Αγγλικά, δυναμιτίζουν ακόμη περισσότερα μια ατμόσφαιρα που έτσι και αλλιώς, μετά τα πρώτα τους δέκα λεπτά μυρίζει μπαρούτι.

Τα δύο αδέρφια που στέκονται στο πλάι της και έχουν επιμελώς φροντίσει το μήκος των μαλλιών τους να φτάνει τους ώμους τους (και ίσως λίγο πιο κάτω), προτιμούν να παίζουν το κοφτερό πανκ τους, έχοντας κατα νού περισσότερο τους Suicidal Tendencies παρά τους Pistols, ενώ ο drummer παρά το γεγονός ότι κατέχει τα «μεταλικά γυρίσματα» δεν απομακρύνεται από τα απλά πλην καταιγιστικά grooves που όρισε ο Earl Hudson των Bad Brains και ολόκληρη η Washington σκηνή στα 80s.

Mέχρι την διασκευή τους στο “Rebel Girl” των Bikini Kill, ίσως την πιο πιασάρικη μελωδία του σετ τους, το σχεδόν γεμάτο Ρομάντσο έχει αρχίσει και τους δίνει τα σπέκια. Η δεύτερη φορά που το "Break Up Your Band” εμφανίζεται στο σετ με τη μπάντα εμφανώς πιο «ιδρωμένη» πλέον και την Lou σε σοβαρά χορευτικά κέφια (δεν μπορούσες να πεις αν χόρευε κάτι ανάμεσα σε συρτάκι ή shake με σοβαρές δόσεις pogo) μετρατρέπει αυτόματα το κομμάτι σε ένα από τα highlights ολόκληρης της βραδιάς. Ο κόσμος δίχως να το πολυσκεφτεί, απαίτει one more, πριν οι ENOUGH! παραδώσουν και τυπικά στον Νώντα που είχε φροντίσει εβδομάδες πριν να γίνει το σωστό word of mouth για το ποιόν της μπάντας.

Δημήτρης Λιλής

enough1enoughvercticalenough2

 

Noda & The Pappas

Νώντας Παππάς. Noda Pappa. Noda & The Pappas. Ένα πρόσωπο, τρεις ενσαρκώσεις. Τον πρώτο, τον Νώντα τον κρατάμε ως τον νεαρό frontman των πάλαι ποτέ Acid Baby Jesus (μιας μπάντας-success story), τον δεύτερο, τον Pappa αγγλιστί, ως solo artist που πέρσι κυκλοφόρησε έναν αβίαστα feelgood, εμπνευσμένο από τα 70s δίσκο, που όσο βγαίναμε οριστικά από τον βούρκο της πανδημίας μας έκανε την καλύτερη συντροφιά, και τον τρίτο, μαζί με τους Pappas, τον σκεφτόμαστε ως «ψυχή της παρέας», μιας παρέας τόσο ζεστής και fun όσο και η μουσική τους. Είναι αφόρητα κλισέ η φράση «δεμένη μπάντα» για να περιγράψεις την απόδοση ενός συγκροτήματος στα live, αλλά τέτοια χημεία on stage, καιρό είχα να δω

Αυτοί οι έξι τύποι, συγκεκριμένα ο Νώντας Παππάς (κιθάρα / φωνή), ο Σέργιος Βούδρης (μπάσο / φωνή) -ο οποίος ανέλαβε και την παραγωγή του περσινού Piano In The Shower-, ο Οδυσσέας Τζιρίτας (κιθάρα / φωνή), ο Κωνσταντίνος Συνοδινός (πλήκτρα / φωνή), ο Κώστας Στεργίου (ακουστική κιθάρα / σαξόφωνο / φλάουτο / φωνή) και ο Παναγιώτης Κωστόπουλος (τύμπανα) βγαίνουν στη σκηνή και είναι τόσο (ε θα το πω) δεμένοι, που μοιάζουν σαν να συμπληρώνουν διαρκώς ο ένας τη φράση του άλλου. Δεν το λέω μεταφορικά, αν παρατηρήσατε πόσες φορές έγραψα τη λέξη φωνή στις παρενθέσεις, θα αντιληφθείτε ότι πρόκειται για ένα live act που καταφεύγει πολύ συχνά στις πολυφωνίες και δεν μπορώ να περιγράψω πόσο σωστά πατάνε στους τόνους και πόσο «καμπάνα» βγαίνει το αποτέλεσμα. 

Αυτοί λοιπόν οι έξι εξαιρετικοί μουσικοί -η δεξιοτεχνία τους φαίνεται σε κάθε γρατζούνισμα, σε κάθε τζαμάρισμα, σε κάθε χτύπο, σε κάθε νότα, σε κάθε μπάσιμο, σε κάθε αυτοσχεδιασμό- δεν ήταν η πρώτη φορά που εμφανίζονταν στο Ρομάντσο (είχε προηγηθεί μία εμφάνιση τον Μάιο), έλα μου όμως που τώρα είχαν μόλις ολοκληρώσει περιοδεία σε πάνω από 15 ευρωπαϊκές πόλεις και είχαν ακόμη τη φόρα, οπότε γύρω από τον καθένα τους είχε ξεμείνει ένα φωτεινό περίγραμμα ενέργειας που μετέδιδε ένταση, κέφι και νεύρο. "No, I can't get you out of my mind", οι στίχοι του "Cemetary Road" δίνουν εν χορώ το σινιάλο και αντιλαμβάνομαι από το ξεκίνημα πως τα tracks του δίσκου στη ζωντανή εκτέλεσή τους, γίνονται ακόμα πιο ποπ, πιο πιασάρικα, πιο μεταδοτικά.  "Bad Liver" (το χιτάκι), "Dancing  Girl" (σαν κομμάτι των Rolling Stones),  "Blue" (τι να κάνουν άραγε οι Foxygen), είναι όλα εκεί, εγώ μουρμουράω τους στίχους, συνειδητοποιώ πόσες φορές άκουσα τον δίσκο πέρσι. Μια αναπάντεχη διασκευή στο "Paperback Writer" των Beatles προς το τέλος του σετ μεγαλώνει τα χαμόγελα όλων κι η retro nostalgia κορυφώνεται. Χειροκρότημα.

noda1noda2noda-verticalnoda3noda-vertical2

Αυτά συνέβησαν λοιπόν επί σκηνής το βράδυ του Σαββάτου 28 Ιανουαρίου στο Ρομάντσο κι όσο κι αν θα 'θελα να κλείσω αυτό το κείμενο, γράφοντας για το cool merch, το ενδιαφέρον πλήθος, την «οικογενειακή ατμόσφαιρα» και τις εκκεντρικές στυλιστικές επιλογές των γύρω μου που έκαναν την βραδιά ακόμα πιο ιδιαίτερη, θέλω να μοιραστώ μια μικρή προσωπική ιστορία (και αυτό που θα θυμάμαι, δυστυχώς, πιο έντονα από εκείνο το βράδυ). Όταν τελείωσε η συναυλία ανέβασα στο Instagram ένα story από το live -εν θερμώ, ομολογουμένως- στο οποίο έγραψα: «Unpopular opinion: τι θα λέγατε να απαγορέψουμε το κάπνισμα σε εσωτερικούς χώρους; Oh wait, έχει απαγορευτεί από το 2009!» Το παραθέτω όχι για να ανοίξω συζήτηση για το αν πρέπει ή αν δεν πρέπει να εφαρμοστεί επιτέλους ξανά το μέτρο (δεν δέχομαι κανένα αντεπιχείρημα, φυσικά και πρέπει, όπως εφαρμόζεται σε δεκάδες άλλες χώρες που δεν έχουν και το προνόμιο της καλοκαιρίας) αλλά για να αναφέρω ότι ένα από τα μέλη της μπάντας, που τυχαίνει να με ακολουθεί, απάντησε στο story μου την επόμενη ημέρα: «Πες τα! Δεν έχω φωνή σήμερα!»

Αυτό είναι λοιπόν μια μικρή σημείωση κυρίως για τις μπάντες, πως αν ο καπνός είναι κάτι που δεν επιθυμούν, διότι παρεμποδίζει την απόδοσή τους, τους δημιουργεί αναπνευστικά ή τους ενοχλεί σε προσωπικό επίπεδο, ίσως (αφού δεν κάνει τίποτα ο ίδιος ο κόσμος, το μαγαζί, το κράτος) μια σκέψη θα ήταν να ζητούν από το κοινό να σεβαστεί την επιλογή τους και να μην καπνίσει όσο διαρκεί το live. Το βρίσκω απίθανο ένας καπνιστής να επιλέξει να μην πάει σε μια συναυλία επειδή τον υποχρεώνουν να βγει έξω για τσιγάρο, αντιθέτως για όσους έχουμε επιλέξει (και συνηθίσει) να ζούμε σε άκαπνο περιβάλλον, η κατάσταση είναι απολύτως παρεμβατική, απολύτως μαρτυρική και εν δυνάμει απολύτως αποτρεπτική. 

Εύη Χουρσανίδη

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured